Ας έλθουμε τώρα στο περιεχόμενο των εικόνων της Πεντηκοστής και ιδιαίτερα της καθόδου του Αγίου Πνεύματος επί των αποστόλων. Αρχικά ας πούμε σύντομα γιατί η Κυριακή της Πεντηκοστής είναι αφιερωμένη στην Αγία Τριάδα. Η αποκάλυψη του τρίτου Προσώπου της Τριάδος έγινε όταν ήλθε στον κόσμο και ειδικότερα μέσα στην Εκκλησία, την πεντηκοστή ημέρα μετά την Ανάσταση του Χριστού. Η υποστατική αυτή έλευση του Αγίου Πνεύματος αποτελεί την συνέπεια της οικονομίας του δεύτερου θείου Προσώπου: «Αυτός ούν εστι Θεός σαρκοφόρος και ημείς άνθρωποι πνευματοφόροι» λέει ο άγιος Αθανάσιος ο Μέγας(61). Η εξαγορασμένη με το αίμα του Χριστού ανθρώπινη φύση γίνεται ικανή να δεχθεί το Άγιο Πνεύμα, ικανή να πραγματώσει τον ανώτατο στόχο της κτίσης που είναι η θέωση, δηλαδή η τέλεια ένωση Θεού και ανθρώπου εν χάριτι. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού το Πνεύμα το Άγιο κατήλθε την ημέρα της Πεντηκοστής. «Διατί αυτό ήταν ο σκοπός και το τέλος όλης της ενσάρκου οικονομίας του Χριστού, δια να λάβουν Πνεύμα Άγιον», λέει ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος(62). Άρα η θέωσις, «του Πνεύματος η ενέργεια (είναι)... δι' ης Τριάς γνωρίζεται»(63). Δεχόμενος τα καθαγιασμένα δώρα του Αγίου Πνεύματος ο άνθρωπος γίνεται μέτοχος της τριαδικής ζωής, γιατί η γνώση είναι κοινωνία ζωής και η πρόγευση της θέωσης είναι πρόγευση της μέλλουσας ζωής μέσα στην Αγία Τριάδα, αφού «μετά του Αγίου Πνεύματος έρχονται προς ημάς και θεωρούνται ο Υιός μετά του Πατρός», λέει ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος(64)• ή πάλι κατά την ρήση του αγίου Βασιλείου του μεγάλου «ο το Πνεύμα ελκύσας δι' αυτού και τον Υιόν και τον Πατέρα συνεφειλκύσατο...»(65) Έτσι το τριαδικό δόγμα δεν γίνεται μία αφηρημένη διδασκαλία, μία γνωστική αλήθεια μέσω ενός εγκεφαλικού συλλογισμού, κατά το παράδειγμα των αληθειών που μελετούν οι επιστήμες. Δεν πρόκειται για μια εξωτερική διδασκαλία που μας οδηγεί στην γνώση της Αγίας Τριάδος, αλλά μια ζωντανή εμπειρία της χριστιανικής ζωής, της οποίας μαρτυρίες έχουμε μέσα στην ζωή και τα έργα των Πατέρων.
Όσοι έλαβαν τον Παράκλητο την ημέρα της Πεντηκοστής, τον έλαβαν ως μέλη ενός καινού σώματος που το αίμα του Χρίστου εξαγόρασε ως Εκκλησία. Επομένως, η Εκκλησία είναι η εκπλήρωση της οικονομίας της Τριάδος, η αποκάλυψη του Πατρός μέσα στο έργο του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Είναι εικόνα της Τριάδος, ενότης εν πολλαπλότητι Υποστάσεων κατ' εικόνα της θείας τριενότητας, που η Πεντηκοστή ολοκληρώνει την σύστασή της. Γι' αυτό είναι φυσικό ως πρώτη ημέρα της εορτής (της καθόδου του Αγίου Πνεύματος), ν' αφιερώνεται στον εορτασμό της Αγίας Τριάδος• και είναι ακόμη φυσικό στην Εκκλησία μας να παίρνει η γιορτή το όνομά της ακριβώς από την Αγία Τριάδα. Η ονομασία αυτή προέρχεται από την σημασία του ίδιου του γεγονότος: Η λύτρωση του ανθρωπίνου γένους πραγματώθηκε διά της θελήσεως και της ενεργείας που είναι κοινή στα τρία θεία Πρόσωπα. Επομένως η θέωση του ανθρώπου πραγματοποιείται διά της κοινής θελήσεως και ενεργείας της Τριάδος. Την ήμερα της Πεντηκοστής η ίδια η τριαδική ζωή κατέρχεται επί της γης και γίνεται ζωή του ανθρώπου• η Τριάς, στην οποία οφείλουμε την σωτηρία και την θέωσή μας, γίνεται το θεμέλιο της εκκλησιαστικής ζωής. Το κύριο θεολογικό θέμα της εορτής είναι η αποκάλυψη του τριαδικού δόγματος και η εικόνα της Αγίας Τριάδος με την μορφή τριών Αγγέλων, πού προσκυνείται την ημέρα της Πεντηκοστής.
Η εικόνα αυτή συνδέει, για να το πούμε έτσι, την αρχή της Εκκλησίας, την Παλαιά Διαθήκη —την υπόσχεση στον Αβραάμ —, και την στιγμή που συνίσταται πλήρως η Εκκλησία της Καινής Διαθήκης. Η αρχή της θεϊκής υπόσχεσης συναντά την ολοκλήρωσή της την ημέρα της Πεντηκοστής, όπου ο άνθρωπος δέχεται την υπέρτατη αποκάλυψη του ενός τριαδικού Θεού.
Όσον αφορά στην εικόνα της καθόδου του Αγίου Πνεύματος εκτίθεται την δεύτερη ημέρα, του Αγίου Πνεύματος, ημέρα αφιερωμένη στον Παράκλητο. Η εικονογραφία της παράστασης, καθώς και το περιεχόμενό της, καλύπτουν και τις δύο ημέρες της εορτής. Όπως θα δούμε, ξεπερνούν τα πλαίσια του εορταζόμενου γεγονότος όπως και η ίδια η Πεντηκοστή.
Η εικόνα της καθόδου του Αγίου Πνεύματος εικονίζει πάντα δώδεκα αποστόλους, και ποτέ ο κανόνας αυτός δεν γνώρισε εξαίρεση μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Είναι προφανές ότι ο αριθμός δώδεκα των εικονιζόμενων προσώπων (ο «κόσμος» όντας σ' άλλο επίπεδο δεν μετριέται) έχει κεφαλαιώδη σημασία. Οι δώδεκα απόστολοι, όπως ξέρουμε, ανήκουν στους μόνιμους συντρόφους του Χριστού, τους εκλεγμένους από Εκείνον τον ίδιο. «Και ότε εγένετο ημέρα, προσεφώνησε τους μαθητάς αυτού και εκλεξάμενος απ' αυτών δώδεκα ους και αποστόλους ωνόμασε» (Λουκ. ς 13. Βλ. επίσης Ματθ. Ι΄1, Μαρκ. Γ΄13-14, Λουκ. Θ΄ 1).
Λίγο πριν από την Πεντηκοστή οι απόστολοι αποκαθιστούν τον αριθμό, δηλαδή την πληρότητα του κύκλου των αποστόλων, εκλέγοντας τον Ματθία (μαθητή του Χριστού ήδη από την αρχή) «λαβείν τον κλήρον της διακονίας ταύτης και αποστολής εξ ης παρέβη ο Ιούδας...» (Πραξ. Α' 25) (66). Το γεγονός αυτό μας δείχνει ότι για την Κάθοδο του Αγίου Πνεύματος ήταν απαραίτητη η πληρότητα του αποστολικού κύκλου. Δεν αρκούσε μια ομάδα ή κάποια μεμονωμένα πρόσωπα αλλά η πληρότητα: «ήσαν άπαντες ομοθυμαδόν», η σύναξη των μαρτύρων της ζωής, των θαυμάτων και της ανάστασης του Ιησού, στο μέρος που τους είχε υποδείξει: «...υμείς δε καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ έως ου ένδύσησθε δύναμιν εξ ύψους» (Λουκ. ΚΔ' 49). Καθώς η εντολή αυτή δόθηκε στους «εκλεγμένους αποστόλους» (Πραξ. Α' 2) και απαριθμημένους μετά την επιστροφή τους από το όρος των Ελαίων, μας φαίνεται πιο ορθό να κατανοήσουμε τα λόγια των Πράξεων (Β' 1), «ήσαν άπαντες ομοθυμαδόν», ως μία αναφορά όχι όλων των προσώπων που παρίσταντο στην σύναξη αλλά, όπως το κάνει η σλαβονική μετάφραση, των δώδεκα (με την εκλογή του Ματθία ως αποστόλου) απαριθμημένων αποστόλων του πρώτου κεφαλαίου.