Πέμπτη 3 Απριλίου 2014

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΝΤΑΞΗ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΝΤΑΞΗ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣΛ. Δελλασούδας
1. Εισαγωγη


Όπως αναφέρουμε αλλού (βλ. την εισηγητική μας έκθεση στην ημερίδα με θέμα: ?Εκκλησία και ΑΜΕΑ?), το ερευνητικό πρόγραμμα ?Θρησκευτική αγωγή και κοινωνική ένταξη ΑΜΕΑ? περιλαμβάνει, μεταξύ των επί μέρους ερευνητικών φάσεων, και: α) την αναλυτική περιγραφή της δράσης, που έχει αναπτυχθεί στον χώρο της Εκκλησίας για την κοινωνική ένταξη των προσώπων αυτών, και των προτάσεων, που διατυπώνονται για το σκοπό αυτό από πλευράς των ασχολούμενων, σε διάφορους τομείς ή επίπεδα, με τη χριστιανική διδασκαλία και πράξη και β) τον σχολιασμό της δράσης και των προτάσεων αυτών με παράθεση και ορισμένων προσωπικών προτάσεων. Η αναζήτηση προτάσεων αποβλέπει στη διεύρυνση της σχετικής δράσης ή στην ανάπτυξη νέας, στην κατάλληλη προετοιμασία των ανθρώπων, που ασχολούνται ή θα ασχοληθούν με τα ΑΜΕΑ, και στον εντοπισμό νέων τομέων απασχόλησης, στους οποίους θα ήταν δυνατόν να εργαστούν τα ίδια τα ΑΜΕΑ.
Με τον όρο αυτό, που έχει καθιερωθεί στη χώρα μας αντί των όρων των αντίστοιχων προς τις ξενόγλωσσες εκφράσεις ? disabled people ? ή ? person with a disability ?, χαρακτηρίζονται τα πρόσωπα ?με οποιασδήποτε σοβαρότητας μειονεξίες που οφείλονται σε σωματικές, διανοητικές ή ψυχικές βλάβες? ( HELIOS ) ή κατά μεταγενέστερη διατύπωση ( HELIOS II ) τα πρόσωπα ?με σοβαρές ανεπάρκειες, ανικανότητες ή μειονεξίες που οφείλονται σε σωματικές βλάβες, συμπεριλαμβανομένων των αισθητηριακών βλαβών, είτε νοητικές ή ψυχολογικές, οι οποίες περιορίζουν ή καθιστούν αδύνατη την εκτέλεση δραστηριότητας ή λειτουργίας που θεωρείται φυσιολογική για έναν άνθρωπο?. [1]
Ως μειονεξία δε έχει οριστεί: η εκ γενετής ή επιγενόμενη ελάττωση των φυσικών ή πνευματικών ικανοτήτων, η οποία επηρεάζει τις τρέχουσες δραστηριότητες και την εργασία ενός προσώπου κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μειώνεται η συμμετοχή του στην κοινωνική ζωή, στην επαγγελματική του απασχόληση, στην ικανότητά του να χρησιμοποιεί τις κοινωφελείς υπηρεσίες?. [2] Προοδευτικά, όμως, το περιεχόμενο του όρου διευρύνεται και σήμερα στον ευρύτερο εννοιολογικό χώρο περιλαμβάνονται εκτός των ΑΜΕΑ και ορισμένες μειονεκτούσες ομάδες όπως: οι διακινούμενοι εργαζόμενοι, οι μαζικώς μετακινούμενοι πληθυσμοί και άλλες κατηγορίες, όπως, π.χ., τα πρόσωπα που αντιμετωπίζουν σοβαρά κοινωνικοοικονομικά προβλήματα (φτωχοί, αλλοδαποί κ.ά.) [3] , τα κακοποιημένα παιδιά [4] , οι έγκλειστοι σε σωφρονιστικά καταστήματα, καθώς και άλλες κατηγορίες προσώπων με ιδιαίτερες ανάγκες. Σύμφωνα μάλιστα με τον ?Ευρωπαϊκό Οδηγό Ορθής Πρακτικής? : α) σήμερα έχει γίνει κοινή συνείδηση ότι ο όρος ?ειδικές ανάγκες? ?αναφέρεται σε ένα πολύπλοκο σύστημα κοινωνικών περιορισμών?, β) ?η έλλειψη ισότητας ευκαιριών μπορεί να οφείλεται σε πολλές αιτίες? που επηρεάζουν ?το ένα δέκατο των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης?, οπότε γ) ?είναι απαράδεκτο να οικοδομείται η κοινωνία χωρίς να λαμβάνεται μέριμνα για τις ανάγκες και τα δικαιώματα μιας τόσο μεγάλης μερίδας πληθυσμού?. [5]
Ο γενικότερος στόχος του όλου ερευνητικού προγράμματος υπαγορεύεται από τη συνεχώς διευρυνόμενη σήμερα απαίτηση για συστηματική συμβολή και συνεργασία όλων των παραγόντων της Αγωγής (Οικογένειας, Σχολείου, Εκκλησίας, Κοινωνίας, Πολιτείας) στην προσπάθεια επίλυσης του σύνθετου προβλήματος της κοινωνικής ένταξης των ΑΜΕΑ. Η προσπάθεια θα καταβάλλεται όχι μόνο από την πλευρά του ιδίου του ΑΜΕΑ, αλλά και από την πλευρά των λοιπών μελών της οποιασδήποτε υποομάδας του κοινωνικού συνόλου, για την αυτόνομη και ανεξάρτητη συμμετοχή του στο κοινωνικό γίγνεσθαι. [6]
Σημειώνουμε ότι χρησιμοποιούμε τον όρο κοινωνική ένταξη με το συνήθως εννοούμενο ή θεωρούμενο ως εννοιολογικό περιεχόμενό του, αυτό της ?κοινωνικής ενσωμάτωσης?. Η κοινωνική ενσωμάτωση είναι το αποτέλεσμα των διαδικασιών κοινωνικοποίησης, η οποία περιλαμβάνει ενέργειες που ξεκινούν από την εκπαίδευση, την επαγγελματική κατάρτιση, τον επαγγελματικό προσανατολισμό και τη λειτουργική αποκατάσταση και ολοκληρώνονται με την επαγγελματική αποκατάσταση (αρχική ή επαγγελματική επανένταξη). Προϋπόθεση για κάθε περίπτωση είναι η αλληλοαποδοχή και η αλληλοαναγνώριση της ισοτιμίας όλων των μελών ενός συνόλου ή όλων των υποσυνόλων ενός συνόλου, δηλαδή η εξομοίωσή τους ως προς τη συμμετοχή τους στους κανόνες των υποχρεώσεων και των δικαιωμάτων, βάσει των οποίων λειτουργεί ένα περιβάλλον (οικογενειακό, σχολικό, εργασιακό, κοινωνικό).
Για τις διαφορετικές προσεγγίσεις του νοήματος και του περιεχομένου της κοινωνικοποίησης, δηλαδή των διαδικασιών (και όχι διαδικασίας) με τις οποίες το άτομο ενσωματώνεται στην κοινωνία, εσωτερικεύοντας τα πολιτισμικά στοιχεία που μεταδίδονται από τη μια γενιά στην άλλη [7] , για τους τρόπους και τα αποτελέσματα της κοινωνικοποίησης (άμεση και έμμεση ενίσχυση, λεκτική καθοδήγηση, μίμηση προτύπων, πρωτογενής κοινωνικοποίηση δια μέσου του επαγγέλματος, εσωτερίκευση, μετάδοση πολιτισμικών αξιών κ.ά.) [8] , για το εννοιολογικό περιεχόμενο που πρέπει να αποδίδεται στους όρους ένταξη ( insertion αγγλ.γαλλ.) και ενσωμάτωση ( integration αγγλ.-γαλλ.), για τη σχέση των όρων αυτών με άλλους συναφείς όρους (εξομοίωση, προσαρμογή, ομαλοποίηση), καθώς και για τους τομείς και τα επίπεδα ένταξης γίνεται ευρύτερος λόγος σε επόμενο τεύχος της σειράς των εκδόσεων, που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του προγράμματος (?Θρησκευτική αγωγή και κοινωνική ένταξη ΑΜΕΑ?). Εδώ περιοριζόμαστε στα όσα προηγουμένως αναφέρθηκαν, συμπληρώνοντας ότι σύμφωνα με τις διάφορες προσεγγίσεις, για τη συμβολή της εργασίας στην επιβίωση και την ολοκλήρωση του ανθρώπου και της κοινωνίας, η εργασία παρέχει στον άνθρωπο, μεταξύ των άλλων, και τα εξής:
α) Ευκαιρίες να καλλιεργήσει και να αναπτύξει τις ικανότητές του, οι οποίες συμβάλλουν στην ανάπτυξη και τη μορφοποίηση της προσωπικότητάς του.
β) Δυνατότητες δημιουργίας ουσιαστικών σχέσεων με τα άλλα μέλη του κοινωνικού συνόλου, και οι σχέσεις αυτές,
γ) σ υνεπάγονται την ύπαρξη και λειτουργία της κοινωνίας αυτής και αντιστρόφως η ύπαρξη και η λειτουργία της κοινωνίας ?επιβάλλει? τη δημιουργία των σχέσεων αυτών, οι οποίες και ?οδηγούν?,
δ) Στην κοινωνική ενσωμάτωση του ανθρώπου. [9]
Όμως, παρ?όλη την αναγκαιότητα κοινωνικής συμβίωσης των ανθρώπων, μέσω των δυνατοτήτων που προσφέρει η μέσω της εργασίας συμμετοχή στο κοινωνικό γίγνεσθαι, πολλοί άνθρωποι, για διάφορους λόγους (υποκειμενικούς ή και αντικειμενικούς) δεν έχουν ίσες ευκαιρίες προετοιμασίας και ?αναλογικής? συμμετοχής σ?αυτό. Η απουσία ορισμένων ανθρώπων από το κοινωνικό γίγνεσθαι έχει ως συνέπεια, είτε να μην αποκτούν οι άνθρωποι αυτοί προσωπική ταυτότητα (ελεύθερης προσωπικότητας) και να αλλοτριώνονται εξαρτώμενοι από το κατά συγκυρία περιβάλλον (οικογενειακό, ιδρυματικό, φιλανθρωπικό, παροχών κ.λπ.), είτε να περιθωριοποιούνται, να εξαθλιώνονται και να αποκόπτονται ή να απορρίπτονται απ? αυτό.
Κατά συνέπεια, η αγωγή και οι παράγοντες της αγωγής οφείλουν να προετοιμάζουν όλα τα μέλη, που συναπαρτίζουν την κοινωνία των ανθρώπων, έτσι ώστε η ελεύθερη και υπεύθυνη προσωπικότητα: α) Να ?καλλιεργείται? με την ελεύθερη (στην οικογένεια και την κοινωνία) και την κατά σύστημα αγωγή (στις εκπαιδευτικές μονάδες γενικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης). β) Να ενεργοποιείται με την εργασιακήεπαγγελματική-οικονομική ένταξη, ανάλογα με το ενδιαφέρον, που θα υπάρχει εκ μέρους του κάθε ανθρώπου, αλλά και τις υφιστάμενες υποκειμενικές και, κυρίως, αντικειμενικές δυνατότητες [10] . γ) Να ενεργεί αμφίδρομα, δηλαδή τόσο προς την κατεύθυνση του άλλου, με τη συνεργασία

των ΑΜΕΑ και των εκπροσώπων τους [11] και με την αλληλοαποδοχή ΑΜΕΑ και μη ΑΜΕΑ, όσο και προς την κατεύθυνση του εαυτού του. Η αλληλοαποδοχή οδηγεί και στη μη παρεμπόδιση του ΑΜΕΑ εκ μέρους του μη ΑΜΕΑ, υπό τη μορφή στέρησης κάποιων δικαιωμάτων (εκπαίδευσης, αποκατάστασης, ένταξης), καθώς και στη μη παγίωση παροχών ή άλλων ενισχύσεων που οδηγούν σε οποιαδήποτε μορφή εξάρτησης.
Στο πλαίσιο αυτό η συμβολή και της ορθόδοξης χριστιανικής Εκκλησίας (ως παράγοντος που συμβάλλει στη διαδικασία ένταξης των ΑΜΕΑ), θα πρέπει, όπως πιστεύουμε, να εκδηλωθεί μέσω της θρησκευτικής αγωγής και της πράξης που στηρίζεται σ?αυτή, ώστε τελικά να εκφραστεί όχι μόνο από τη διοικούσα Εκκλησία, αλλά από το σύνολο των πιστών της. Διότι η ένταξη περιλαμβάνει, εκτός των άλλων, και το εύρος και τον προσανατολισμό των κοινωνικών συναναστροφών, [12] οι οποίες μπορούν να εμφανιστούν και να καλλιεργηθούν και στο πλαίσιο της εκκλησιαστικής ζωής καθημερινά (λατρευτικής, μυστηριακής, επ? ευκαιρία εορταστικών εκδηλώσεων κ.ά.). Βασική προϋπόθεση για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι η αποδοχή και πραγμάτωση της ένταξης ως καλλιέργειας της ?συμβίωσης και της συνεργασίας ανάπηρων και μη ανάπηρων ατόμων?, [13] αφού ?η Εκκλησία δεν είναι ιδεολογία, είναι κυρίως και προπάντων ζωή? προσφορά ζωής? μέσα από τη φιλανθρωπία, την ψυχαγωγία, την προσφορά ουσιαστικής μετουσίωσης?. [14] Η έννοια όμως της συμβίωσης, της συνεργασίας και της αγάπης δεν καταργεί την υποχρέωση και το δικαίωμα της εργασίας, σύμφωνα και με την περί εργασίας αντίληψη της χριστιανικής διδασκαλίας, [15] αλλά και τις απαιτήσεις της βιομηχανικής κοινωνίας, όπου το επάγγελμα αποτελεί τον βασικότερο παράγοντα κοινωνικής αναγνώρισης και το κύριο μέσο αυτοσυντήρησης [16] .
Αυτή ακριβώς η μορφή δράσης αποτελεί και το κυρίως ζητούμενο από πλευράς μας, έχοντας πάντοτε βέβαια προ οφθαλμών και τη γενικότερη εμπειρία των χριστιανικών πρωτοβουλιών στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης . θέμα με το οποίο ασχολούμεθα στην επόμενη ερευνητική φάση. Όμως, σημειώνουμε από τώρα ότι δεν προσβλέπουμε σε μια πρόταση επιβολής εκ των άνω ενιαίας γραμμής, υπό μορφή οδηγιών και κατευθύνσεων ή παρουσίασης απλών θεωρητικών προσεγγίσεων, αλλά στη διευκόλυνση και στη διεύρυνση των επιλογών, των πρωτοβουλιών και της γενικότερης δράσης του κάθε κληρικού και των συνεργαζόμενων με την ενορία του προσώπων.
Ο ρόλος της θρησκευτικής αγωγής, (είτε στο εκκλησιαστικό περιβάλλον είτε στο πλαίσιο του σχολικού προγράμμματος) στη διαδικασία κοινωνικής ένταξης των ΑΜΕΑ αποτελεί βέβαια τον τελικό στόχο μας. Το βασικό αυτό θέμα αποτελεί το αντικείμενο της καταληκτικής ενέργειας, στο πλαίσιο του όλου προγράμματος. Διότι για να καταλήξουμε σε μια ενσυνείδητη και διαρκή σταθερή συμπεριφορά, σύμφωνα με μια ολοκληρωμένη και εφαρμόσιμη χριστιανική πρόταση, είναι απαραίτητη η προαπαιτούμενη γνώση. Η ακριβής, δηλαδή, γνώση της χριστιανικής διδασκαλίας και πράξης, και των προϋποθέσεων και των όρων, σύμφωνα με τους οποίους η χριστιανική αντίληψη μπορεί να εκδηλώνεται ως απάντηση στις σύγχρονες ανάγκες και απαιτήσεις. Επειδή όμως οι ενέργειες για επίτευξη του τελικού στόχου, υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν μπορούν να επιταχυνθούν, προβαίνουμε στην κατά φάση δημοσίευση των επί μέρους αποτελεσμάτων, τα οποία αποτελούν το προϊόν των ενεργειών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του συνολικού ερευνητικού προγράμματος. Σημειώνουμε εδώ ότι το υπό έκδοση πρώτο τεύχος με τίτλο ?Εκκλησία και ΑΜΕΑ?, το οποίο αναφέρεται στην 1η εκδήλωση (βλ. παράρτημα IV ) που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του όλου προγράμματος σε συνεργασία και με τις κκ. Βαρβάρα Καλογεροπούλου-Μεταλληνού, θεολόγο και φιλόλογο, και Γεωργία Μπάκα, φιλόλογο, περιλαμβάνει:
(α) τους χαιρετισμούς εκπροσώπων της Πολιτείας, της Εκκλησίας, του Πανεπιστημίου και των ίδιων των ΑΜΕΑ, μέσα από τους οποίους εκφράζονται και οι απόψεις τους για τη χρησιμότητα του ερευνητικού προγράμματος,
(β) την εισηγητική έκθεση του γράφοντος,
(γ) τις ακόλουθες εισηγήσεις: 1) Κ. Βλάχου, ?Η θέση των ΑΜΕΑ στην Παλαιά Διαθήκη?, 2) Β. Φειδά, ?Θεσμική μέριμνα της Εκκλησίας για τα ΑΜΕΑ στη Βυζαντινή περίοδο?, 3) αρχιμανδρίτου Μ. Φιλοθέου, ?Εκκλησία και ΑΜΕΑ?, 4) Α. Σταυροπούλου, ?Ποιμαντική προσέγγιση της κοινωνικής ένταξης των ΑΜΕΑ?, 5) Α. Παπαντωνίου, ?Κοινωνική ένταξη των ΑΜΕΑ?, 6) Θ. Παπακωνσταντίνου, ?Κοινωνική αγωγή, Εκκλησία και ΑΜΕΑ?, 7) πρωτοπρεσβύτερου Α. Αυγουστίδη, ?Κοινωνική επανένταξη χρονίως ψυχικώς πασχόντων?, 8) Γ. Κρουσταλάκη, ?Συμβουλευτική και εκπαίδευση γονέων με παιδιά με ιδιαίτερες ανάγκες?, 9) Α. Βουρλή, ?Η ιερά ψαλμωδία ως μέσον αγωγής?, 10) Θ. Βάρελη, ?Το ειδικό παιδί και η θρησκευτική του αγωγή?, και
(δ) εισηγήσεις-προτάσεις εκ μέρους εκπροσώπων συνδικαλιστικών οργανώσεων των ΑΜΕΑ: κ.κ. Γεωργίου Βαρδακαστάνη (προέδρου ΕΣΑΕΑ), Σοφίας Καρκαντζού (Γ.Γ. Πανελληνίου Συλλόγου Παραπληγικών), Ηλία Σοφιανού (Προέδρου Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Μεσογειακής Αναιμίας).
 
Η ανά χείρας εργασία, όπως ήδη έχει σημειωθεί, αποτελεί το δεύτερο τεύχος της σχετικής σειράς και περιλαμβάνει τα αποτελέσματα της έρευνας, που πραγματοποιήσαμε στις Ι. Μητροπόλεις (Ι.Μ.) της Ελληνικής Επικράτειας και σε νεανικές οργανώσεις, με σκοπό: α) τη δημιουργία μιας πρώτης γενικής εικόνας της δράσης, που έχει αναπτυχθεί στο χώρο της Εκκλησίας για την κοινωνική ένταξη των ΑΜΕΑ και β) την καταγραφή των υφιστάμενων προτάσεων, που προκύπτουν από την υπάρχουσα μέχρι τώρα δράση, προκειμένου στη συνέχεια να καταστεί γόνιμη η συζήτηση για τον τρόπο οργάνωσης και προώθησης των μελλοντικών ενεργειών, όπως αυτές υπαγορεύονται από τις σημερινές κοινωνικές απαιτήσεις, σε συνδυασμό με την υπάρχουσα εμπειρία και επί τη βάσει πάντοτε της χριστιανικής πίστης και διδασκαλίας.
Πέραν των στοιχείων αυτών παραθέτουμε πληροφορίες και από άλλες πηγές. Για το σύνολο των πηγών προέλευσης των πληροφοριών γίνεται λόγος στις επόμενες παραγράφους (2.1, 2.2 και κυρίως 2.3).
* ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ.
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ
· Ερευνητικό πρόβλημα
· Ερευνητική πορεία, ερευνητικό πεδίο και τρόπος παρουσίασης των δεδομένων
· Χαρακτηριστικά και πλήθος των πηγών προέλευσης των πληροφοριών

1.1 Ερευνητικο προβλημα

Όπως σημειώσαμε στην εισαγωγή, η όλη ερευνητική προσπάθεια, που πραγματοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος ?θρησκευτική αγωγή και κοινωνική ένταξη των ΑΜΕΑ?, έχει ως αφετηρία την ύπαρξη του σύνθετου παιδαγωγικού προβλήματος της κοινωνικής ένταξης των ΑΜΕΑ. [17] Η αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού απαιτεί, λόγω της ιδιαιτερότητάς του, τη συνεργασία όλων των παραγόντων και των μέσων της
αγωγής (Οικογένειας, Σχολείου, Εκκλησίας, Κοινωνίας,

Πολιτείας και εθισμού, παραδείγματος, διδασκαλίας αντίστοιχα) [18] . Η απαιτούμενη συνεργασία θα πρέπει να εκδηλώνεται προς δύο κατευθύνσεις: πρώτον, προς την κατεύθυνση των ιδίων των ΑΜΕΑ, μέσω της κατάλληλης προετοιμασίας τους για την επί ίσοις όροις?αναλογική? συμμετοχή τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι [19] και δεύτερον, προς την κατεύθυνση των λοιπών μελών της κοινωνίας μας, προκειμένου να εξελιχθεί η προσπάθεια ?μεταλλαγής? της κοινωνικής στάσης από αρνητική ή ουδέτερη σε σταθερά θετική και ενεργό στάση [20] . Κατά συνέπεια, ο ρόλος που μπορεί να παίζει το ΑΜΕΑ στο κοινωνικό σύστημα δεν είναι μόνο προσωπική υπόθεσή του, αλλά και υπόθεση της ομάδας, η οποία θα πρέπει να το αποδεχτεί ως ?κανονικό? μέλος της [21] . Σε μια τέτοια γενική προσπάθεια ο ρόλος της θρησκευτικής αγωγής γενικότερα και της Εκκλησίας ειδικότερα είναι ιδιαίτερα χρήσιμος. Όμως κάθε ενέργεια, προς την κατεύθυνση αυτή, δεν μπορεί παρά να ξεκινά από το σημείο, στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα και, λαμβάνοντας υπόψη τα υφιστάμενα προβλήματα, τις προτάσεις και τις δυνατότητες, να προχωρεί στη μελέτη και την εφαρμογή των κατάλληλων αλλά και εφικτών λύσεων.
Για το λόγο αυτό τα θέματα, τα οποία εξετάζονται στην ερευνητική αυτή φάση, είναι κυρίως: α) κριτική περιγραφή της υπάρχουσας κατάστασης στο πλαίσιο της δράσης των Ι.Μ. και β) προτάσεις, που διατυπώνονται εκ μέρους τους, αλλά και από άλλους, για τη δυνατότητα νέων δραστηριοτήτων. Τα ζητήματα αυτά αποτελούν, όπως πιστεύουμε, σημαντική συμβολή στη συστηματοποίηση του σχετικού προβληματισμού για την ανάπτυξη, ενδεχομένως, νέας ή συμπληρωματικής δράσης. Η όλη προσπάθεια δεν αποβλέπει στην απογραφή των ΑΜΕΑ, που καλύπτει η Εκκλησία, κατά κατηγορία, φύλο, ηλικία, ή άλλα χαρακτηριστικά (ποσοτικά, κατηγορικά, ποιοτικά) και την εν συνεχεία συγκριτική θεώρηση των δεδομένων με αντίστοιχα πραγματικά μεγέθη ή άλλες ανάλογες δραστηριότητες. Αποσκοπεί αρχικά στην ανίχνευση των αλλαγών, οι οποίες, όπως πιστεύουμε, έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται στο γενικότερο χριστιανικό κλίμα, ξεκινώντας από το ?μικροκλίμα? της κάθε Ι.Μ., που μάλιστα μπορεί και να μην είναι ευρύτερα γνωστό, ακόμη και μεταξύ των Ι.Μ., δεδομένου ότι η ορθόδοξη χριστιανική Εκκλησία δεν διαφημίζει ή έστω δεν προβάλλει το έργο της και, σε κάθε περίπτωση, δεν προσηλυτίζει.
Οι αλλαγές αυτές αναζητούνται, από πλευράς μας, πάντοτε προς την κατεύθυνση της παροχής βοήθειας για αυτοδυναμία του προσώπου που έχει ειδικές ανάγκες, προκειμένου να τις αντιμετωπίζει με, όσο το δυνατόν, μικρότερη άμεση στήριξη εκ μέρους των άλλων προσώπων ή φορέων κοινωνικού χαρακτήρα. Με άλλα λόγια επιζητείται ο περιορισμός της εξάρτησης από άλλα πρόσωπα ή φορείς παροχής βοήθειας. Θα πρέπει να τονιστεί εξαρχής ότι δεν είμαστε κατά της φιλανθρωπίας ή του φιλάνθρωπου πνεύματος, το οποίο, όπως πιστεύουμε, δεν θα πάψει ποτέ να είναι δείγμα ή εκδήλωση της χριστιανικής συμπεριφοράς, αλλά είμαστε υπέρ του θείου δώρου της αυτονομίας, που επιτρέπει μεν στη μία πλευρά την ελευθερία αποφάσεων, υποχρεώνει όμως και την άλλη σε αποδοχή των ευθυνών της, όπου η αυτονομία των άλλων εμποδίζεται.
Σε ό,τι αφορά στον δεύτερο στόχο της ερευνητικής αυτής φάσης, δηλαδή στην αναζήτηση των υφιστάμενων προτάσεων, θεωρήσαμε ότι ήταν χρήσιμο να αναζητηθούν, πέραν από τις προτάσεις των Ι.Μ., και οι απόψεις και οι προτάσεις: α) χριστιανικών νεανικών οργανώσεων, αφού αύριο απ? αυτές, κυρίως, θα προέρχεται ένα μεγάλο μέρος των λειτουργών-υπηρετών της Εκκλησίας, καθώς και β) άλλων φορέων και προσώπων, έστω και αν αυτοί δεν αποτελούν, σε όλες τις περιπτώσεις, (όπως π.χ. η περίπτωση των Νεανικών Οργανώσεων), επαρκείς, από πλευράς ποσοτικής, πηγές. Με βάση το σκεπτικό αυτό, ως προς την προβληματική του υπό εξέταση ζητήματος, σχηματίζεται, ερευνητικά, και η αναζητούμενη εικόνα του ?σήμερα? και του ?αύριο? της σχετικής χριστιανικής δράσης.

1.2 Ερευνητικη πορεια, ερευνητικο πεδιο και τροποσ παρουσιασησ των δεδομενων

Όπως σημειώσαμε προηγουμένως, τα στοιχεία που συγκεντρώσαμε για την πραγμάτωση του ερευνητικού στόχου προέρχονται, κυρίως, από τις Ι.Μ. της Ελληνικής Επικράτειας και, δευτερευόντως, από άλλες πηγές του ευρύτερου χριστιανικού χώρου, οι οποίες όμως έχουν εκδηλωμένο ενδιαφέρον για τα ΑΜΕΑ. Πρόκειται για νεανικές οργανώσεις-ενώσεις (Ν.Ο.), για εκπαιδευτικούς, κληρικούς, φοιτητές, τα ίδια τα ΑΜΕΑ κ.ά. Το ερωτηματολόγιο, που χρησιμοποιήσαμε (βλ. παράρτημα ΙΙ) για το σκοπό αυτό, εστάλη τον Ιούνιο 1995 στους παραλήπτες με συστημένη επιστολή (βλ. παράρτημα Ι), αποδεικτικό παραλαβής του συστημένου αντικειμένου και έτοιμο απαντητικό φάκελλο, προκειμένου να διασφαλιστεί η βεβαία παραλαβή και επιστροφή του. Για τις περιπτώσεις εκείνες που δεν επιστράφηκαν από τις υπηρεσίες των Ελληνικών Ταχυδρομείων οι αποδείξεις παραλαβής του ερωτηματολογίου (16 Ι.Μ. και 7 Ν.Ο.) έγινε τηλεφωνική επαλήθευση της παραλαβής του. Σημειώνεται ότι στο ερωτηματολόγιο περιλαμβάνονταν και πληροφορίες για τον τρόπο επικοινωνίας με τον αποστολέα σε περίπτωση που υπήρχε ανάγκη παροχής διευκρινίσεων. Μετά την παρέλευση ικανού χρόνου εστάλη υπομνηστική επιστολή, όπου καθυστερούσε η απάντηση, καθώς και νέο αντίτυπο του ερωτηματολογίου, για τις περιπτώσεις που υποστηρίχτηκε ότι δεν είχε παραληφθεί η αρχική επιστολή. Παρ?όλα αυτά, τελικά, το ποσοστό των απαντηθέντων ερωτηματολογίων δεν υπήρξε ικανοποιητικό. Η επισήμανση αυτή δεν αποτελεί κριτική για το εύρος της δράσης που έχει αναληφθεί, εκ μέρους των Ι.Μ. και των Ν.Ο., αλλά προβολή της αναγκαιότητας για: α) αναζήτηση προτάσεων, β) διερευνητική εφαρμογή νέων ή και παλαιών λύσεων-μέτρων για την κοινωνική ένταξη των ΑΜΕΑ και γ) διεύρυνση και ανάπτυξη της σχετικής δράσης.
Κατά συνέπεια, τα ερευνητικά δεδομένα, που έχουν συλλεγεί (δεν περιλαμβάνεται σ?αυτά και το περιεχόμενο απλών απαντητικών επιστολών εκ μέρους των ιδίων των μητροπολιτών, που σε μερικές περιπτώσεις ήταν ιδιόχειρες), παρόλο ότι αντιπροσωπεύουν ένα μέρος των Ι.Μ., συγκεκριμένα το 29,3% (βλ. πίνακα 1), δεν παύουν να έχουν σημαντική αξία, αφού περιγράφουν και προβάλλουν τις λίγες, έστω, αυτές προτάσεις.
Πίν . Αριθμός των Ι.Μ. και των Ν.Ο. που ρωτήθηκαν και αντίστοιχος αριθμός απαντήσεων

Ι.Μ.
Ν.Ο.
Ερωτηθέντες και απαντήσαντες
αρ.
%
αρ.
%
Ερωτήθηκαν
Ερωτηματολόγια που επιςτράφηκαν:
· Ως αζήτητα
· Λόγω κατάργησης
93
---
1
100,00
---
1,07
31
3
---
100,00
9,70
---
Ερωτήθηκαν (τελικά)
Απάντησαν
92
27
100,00
29,35
28
4
100,00
14,28
Από τους απαντήσαντες:
· Απάντησαν στο ερωτηματολόγιο
· Απάντησαν χωρίς να συμπλη ρώσουν το ερωτηματολόγιο
23
4
85,19
14,81
4
---
100,00
---
Χρηςιμοποιούμενες απαντήσεις
επί 92 και 28 περιπτώσεων
αντίστοιχα


23


25,00


4


14,28
Το σύνολο των ερευνητικών δεδομένων παρουσιάζεται είτε υπό τη μορφή συνοπτικής περιγραφής, είτε υπό τη μορφή πινάκων που σχολιάζονται κατά περίπτωση. Σημειώνεται ότι, όπου το άθροισμα των ποσοστιαίων κατανομών, που παρουσιάζονται στους πινάκες, υπερβαίνει το 100%, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα επί μέρους χαρακτηριστικά των μεταβλητών, στα οποία αναφέρονται τα ποσοστά, δεν συναντώνται μόνο αυτοτελώς, αλλά και σε συνδυασμό με άλλα χαρακτηριστικά. π .χ. στην περίπτωση της κατηγορικής μεταβλητής για την ιδιότητα των προσώπων που παρέχουν ψυχολογική και πνευματική στήριξη (βλ. πίνακα 10.2), παρέχεται από κληρικούς σε 17 από τις 23 Ι.Μ., δηλαδή στο 74% των Ι.Μ. Το γεγονός αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όλες οι άλλες κατηγορίες προσώπων εμφανίζονται μόνο στις υπόλοιπες 6 περιπτώσεις (ποσοστό 26%). Πράγματι, σε 18 από τις 23 Ι.Μ. (ποσοστό 78%) η πνευματική στήριξη βλέπομε να παρέχεται και από λαϊκούς, δηλαδή οι λαϊκοί μπορεί να συνεργάζονται είτε με τους κληρικούς, είτε με άλλα πρόσωπα, είτε να την παρέχουν και μόνοι τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχομε υπέρβαση του 100%, διότι στην περίπτωση αυτή τα ποσοστά 74% και 78% δεν αθροίζονται. Στην όλη παρουσίαση των αποτελεσμάτων περιλαμβάνονται και οι απόψεις των Ν.Ο., παρόλο ότι οι απαντήσεις τους ήταν ελάχιστες (απάντησε το 14,3%, βλ. πίνακα 1), διότι η κάθε άποψη των σημερινών νέων, των αυριανών ηγετών της κοινωνίας δεν πρέπει να μας αφήνει αδιάφορους. Ο λόγος της μικρής συγκομιδής απαντήσεων από τις Ι.Μ. και κυρίως από τις Ν.Ο. δεν θα πρέπει να αποδοθεί σε ανεπαρκή προσπάθεια ή έλλειψη διάθεσης και των δύο πλευρών, ερευνητού και ερωτηθέντων αντίστοιχα. Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στις Ν.Ο., οι λόγοι θα πρέπει να αναζητηθούν στην έλλειψη οργανωμένης λειτουργικής δομής των Ν.Ο., η οποία, όπως πιστεύουμε, δεν επέτρεψε την κανονική συνεργασία μας.
΄Οπως και αν έχει το πράγμα, αναγνωρίζουμε ότι όλοι, Ι.Μ. και Ν.Ο., είχαν τη διάθεση και την επιθυμία να συμβάλλουν στην προσπάθεια μας, λόγοι όμως αντικειμενικοί, δηλαδή ανεξάρτητοι της θελήσεώς τους, δεν συνηγόρησαν προς τον σκοπό αυτό. Προς όλους ανεξαιρέτως εκφράζουμε τις θερμές μας ευχαριστίες.
Τέλος σημειώνουμε ότι οι πληροφορίες, οι προτάσεις και οι παρατηρήσεις που προέρχονται από τις υπόλοιπες πηγές, καθώς και η ιδιότητα των προσώπων που συναποτελούν τις πηγές αυτές, συνελέγησαν μέσω πληροφοριακού εντύπου (βλ. παράρτημα ΙΙΙ) στην ημερίδα της 9ης Μαϊου 1994 (1η εκδήλωση του προγράμματος), το οποίο συμπλήρωσαν τα πρόσωπα που έλαβαν μέρος σ?αυτή. Τα πρόσωπα αυτά, ομοίως, ευχαριστούμε ιδιαιτέρως.

1.3 Χαρακτηριστικα και πληθοσ των πηγων προελευσησ των πληροφοριων

Όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη παράγραφο (2.2.), στις πηγές άντλησης των πληροφοριών μας περιλαμβάνονται, κατά κύριο λόγο, οι Ι.Μ. της Ελλάδος, δευτερευόντως οι Ν.Ο. και, συμπληρωματικώς, τα πρόσωπα που παραβρέθηκαν στην ημερίδα της 9ης Μαϊου 1994. Σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία, που απεικονίζονται στον πίνακα 1, το ερωτηματολόγιο εστάλη σε: α) 93 Ι.Μ. (βλ. σχετ.: ?Δίπτυχα της Εκκλησίας της Ελλάδος?, εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 1995) και β) σε 31 ανεξάρτητες οργανώσεις (ενώσεις, συλλόγους, συνδέσμους, κινήσεις, κέντρα, νεολαίες), κυρίως νεανικές, σύμφωνα με προτάσεις των φοιτητών που επιμελήθηκαν της αποστολής του ερωτηματολογίου ή των συνεργατών που μετείχαν στην ερευνητική ομάδα κατά την έναρξη (α΄ φάση) του προγράμματος (βλ. εισήγησή μας στην ημερίδα της 9ης ΜαΪου ?94).
Αναλυτικότερα, σε ό, τι αφορά στις απαντήσεις των Ι.Μ. και των Ν.Ο., όπως προκύπτει από τον πίνακα 1, οι πληροφορίες και οι προτάσεις που ακολουθούν αντιστοιχούν στο 25% των Ι.Μ. και, όπου αναφερόμαστε και στις Ν.Ο., στο 14% αυτών που ρωτήθηκαν. Όπου προστίθενται και άλλες απόψεις, αυτές προέρχονται από το 41% αυτών που μετείχαν στην ημερίδα της 9ης Μαϊου 1994, οι οποίοι και αποτελούν υποομάδες με διαφορετική ιδιότητα κάθε μία. Οι σχετικές πληροφορίες, από την τελευταία κατηγορία ερωτηθέντων, συγκεντρώθηκαν μέσω εντύπου (βλ. παράρτημα ΙΙΙ), το οποίο δόθηκε στο τέλος της υπόψη ημερίδας στους μετέχοντες σ?αυτή. Το έντυπο αυτό το συμπλήρωσαν 53 πρόσωπα (26 γυναίκες και 27 άνδρες), από τα 130 (65 γυναίκες και 65 άνδρες) που έλαβαν μέρος στην ημερίδα, δηλαδή από το 41% του συνόλου των προσώπων αυτών. Η κατανομή, ως προς την ιδιότητα, των προσώπων που συμπλήρωσαν το σχετικό έντυπο απεικονίζεται στον πίνακα 2. Από τον πίνακα αυτόν προκύπτει ότι το 38%, απ' αυτούς
Πίν
Κατανομή ως προς την ιδιότητα των προσώπων που έλαβαν μέρος στην ημερίδα της 9ης Μαϊου ?94 και αντίστοιχοι αριθμοί αυτών που συμπλήρωσαν το πληροφοριακό έντυπο που είχε δοθεί.
α/α

Ιδιότητα
Έλαβαν μέρος στην ημερίδα
σ υμπλήρωσαν το έντυπο


αρ.
%
αρ.
%
1.
Κληρικοί
(μητροπολίτες,
αρχιμανδρίτες, ιερείς)
6 4,6 2 3,8
2.
Πανεπιστημιακοί
(μέλη ΔΕΠ)
21 16,1 5 9,4
3.
Εκπαιδευτικοί 33 25,5 11 20,7
4.
Εκπαιδευτικοί σε
ειδικά σχολεία ή
άλλες εκπαιδευτικές
μονάδες
9 6,9 4 7,5
5.
Φοιτητές 19 14,6 11 20,7
6.
Σχολικοί σύμβουλοι 2 1,5 1 1,9
7.
Κοινωνικοί λειτουργοί 6 4,6 3 5,7
8.
Δημόσιοι υπάλληλοι 6 4,6 2 3,7
9.
Δημόσιοι υπάλληλοι
σε υπηρεσίες για
ΑΜΕΑ
4 3,1 3 5,7
10.
Ελεύθεροι
επαγγελματίες
2 1,5 --- ---

11.
Συνταξιούχοι 4 3,1 3 5,7
12.
Οικιακά 5 3,9 --- ---
13.
ΑΜΕΑ 3 2,3 1 1,9
14.
Γονείς ΑΜΕΑ 3 2,3 3 5,7
15.
Εκπρόσωποι ΑΜΕΑ 5 3,9 3 5,7
16.
Μη δηλώσαντες 2 1,5 1 1,9
Σύνολο 130 100 53 100
που απάντησαν, είναι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων, το 21% φοιτητές, το 13% ΑΜΕΑ, εκπρόσωποι συλλόγων ΑΜΕΑ και γονείς ΑΜΕΑ, το 6% κοινωνικοί λειτουργοί, το 4% κληρικοί και το υπόλοιπο 7% πρόσωπα ασχολούμενα με τα οικιακά, συνταξιούχοι και μη δηλώσαντες ιδιότητα.
Έπειτα απ?αυτά, οι πηγές πληροφόρησης, που συνδέονται με το υπό διερεύνηση γενικότερο θέμα της κοινωνικής ένταξης των ΑΜΕΑ στο πλαίσιο της δράσης της Εκκλησίας, καλύπτουν ένα ευρύ κύκλο φορέων και προσώπων. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι όλες αυτές οι πηγές, εκτός από εκείνες που εκφράζουν τον επίσημο χώρο της Εκκλησίας (Ι.Μ.), αποτελούν αντιπροσωπευτικό δειγματικό χώρο. ?λλωστε, ούτε το ερωτηματολόγιο ήταν κοινό, ούτε ο βασικός ερευνητικός στόχος αυτής της φάσης ήταν ο εκτός της επίσημης Εκκλησίας χώρος.
Με τα δεδομένα αυτά η ποσοτική εκπροσώπηση της κύριας, αλλά και των δευτερευουσών πηγών, άντλησης των πληροφοριών δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εκφράζει την πλειοψηφία αυτών που ρωτήθηκαν. Όμως ο στόχος της έρευνάς μας δεν επικεντρώνεται στο τι λένε οι περισσότεροι, αλλά στο τι γίνεται και στο τι προτείνεται από πλευράς εκείνων που έχουν και επιθυμούν να κάνουν συγκεκριμένες προτάσεις. Κατά συνέπεια, η ποσοτική διάσταση των ερευνητικών δεδομένων, δεν δημιουργεί πρόβλημα αξιοπιστίας των συμπερασμάτων, διότι το ζητούμενο είναι κυρίως η αναζήτηση προτάσεων. Προτάσεις δε, ισχυρές και αξιόπιστες, μπορούν να υποβάλλουν, κατ?αρχάς, αυτοί που έχουν αντιμετωπίσει και στην πράξη, έστω και σε περιορισμένη κλίμακα, την οποιαδήποτε θεωρητική σύλληψη. Με το σκεπτικό αυτό προχωρούμε στην παρουσίαση και τον σχολιασμό των ερευνητικών αποτελεσμάτων, στα οποία έχομε περιλάβει και το γενικότερο έργο της ?διακονίας? της Εκκλησίας, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στα ?Δίπτυχα της Εκκλησίας της Ελλάδος?.


1. Βλ: α) ?ρθρ. 2 της απόφασης του Συμβουλίου 88/231/ΕΟΚ της 18ης Απριλίου 1988 ?για τη θέσπιση δεύτερου κοινοτικού προγράμματος δράσης υπέρ των μειονεκτούντων ατόμων (HELIOS), Ε.Ε. L 104/38/23.4.88.
β) α ντίστοιχη απόφαση 93/136/ΕΟΚ της 25ης Φεβρουαρίου 1993 για το τρίτο πρόγραμμα υπέρ των ΑΜΕΑ: HELIOS II, 1993-96.
γ) HELIOS II, ?Ευρωπαϊκός Οδηγός Ορθής Πρακτικής. Παροχή ίσων ευκαιριών στα ?τομα με ειδικές ανάγκες?, της Υπηρεσίας Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Λουξεμβούργο 1996, σελ. 12 (ο ?Οδηγός? κυκλοφορεί στις 11 επίσημες γλώσσες της Ε.Ε.).
2. Βλ. απόφαση του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 1974 ?περί καταρτίσεως του πρώτου προγράμματος κοινοτικής δράσεως για την επαγγελματική επαναπροσαρμογή των μειονεκτούντων ατόμων?, Ε.Ε. 1974, Α 80/30.
3. Βλ. σχετ.: Πρωτοβουλία ?HORIZON?. Ανακοίνωση (90/C), Ε.Ε. αριθ. C327/9/29.12.90.
4. Βλ.: α) Α. Αμηρά, ?Χρονίως πάσχοντες και κοινωνικός αποκλεισμός?, στο ?Διαστάσεις του κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα?, τόμ. Β΄, Αθήνα 1996, σελ. 66.
β) Γ. Κρουσταλάκης, ?Παιδιά με ιδιαίτερες ανάγκες?, έκδ. του ιδίου, Αθήνα, σελ. 14. Στη μελέτη αυτή αναφέρονται (σελ. 13-15) και άλλες κατηγορίες ΑΜΕΑ.
5. Βλ.: ?Ευρωπαϊκό Οδηγό Ορθής Πρακτικής?, ό.π., σελ. 78.
Για το ποια, τελικά, πρόσωπα χαρακτηρίζονται ως ΑΜΕΑ, στο πλαίσιο της υπέρ αυτών δράσης της Ε.Ε., μπορούμε να χρησιμοποιούμε ως κριτήριο και τις εγκριτικές αποφάσεις χρηματοδότησης προγραμμάτων, με τα οποία επιδιώκεται η επαγγελματική κατάρτιση των ΑΜΕΑ, η σχολική και κοινωνική ένταξή τους και γενικότερα η επίτευξη ανάλογων στόχων. Μια σημαντική προσπάθεια ταξινόμησης των μειονεξιών, με σκοπό την αξιολόγηση της εργασιακής ικανότητας, αποτελεί η έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης: L? utilisation de la classification internationale des handicaps: deficiences, incapacites et desavantages dans l?evaluation des aptitudes professionnelles des personnes handicapees?, partie I ?Presentation generale?, partie II ?Les methodes d?evaluation et le catalogue des caracteristiques de travail?, εκδόσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, Strasbourg 1993.
6. α) Στο ψήφισμα της 31ης Μαϊου του 1990 σημειώνεται σχετικά: ? Για να προωθηθεί η ένταξη των μειονεκτούντων παιδιών και νέων στους διαφόρους τομείς της κανονικής εκπαίδευσης και για να βοηθηθούν τα άτομα αυτά να γίνουν αυτόνομα και ανεξάρτητα, θα πρέπει να ενθαρρυνθεί η συνεργασία μεταξύ όλων των οργανισμών που ασχολούνται με τα μειονεκτούντα παιδιά και τους νέους είτε οι οργανισμοί αυτοί παρέχουν σχολική ή επαγγελματική εκπαίδευση, [είτε] ψυχαγωγία, υγειονομική περίθαλψη (συμπεριλαμβανομένης της ψυχολογικής και παραϊατρικής) ή κοινωνικές υπηρεσίες?. (Ε.Ε. C162/2/3.7.90).
β) Επίσης στον ?Ευρωπαϊκό Οδηγό Ορθής Πρακτικής? τονίζεται ότι: ? Κάθε πολιτική για τα άτομα με ειδικές ανάγκες πρέπει να διαπνέεται από μια βασική αρχή το δικαίωμα πλήρους ένταξής τους στο καθημερινό κοινωνικό γίγνεσθαι και το δικαίωμα πλήρους πρόσβασης στο εκπαιδευτικό σύστημα. Σ? αυτά πρέπει να συμπεριλαμβάνονται ίσα δικαιώματα κατοικίας, δίκαιας αμοιβής, πλήρους πρόσβασης σε όλες τις υπηρεσίες, καθώς και το δικαίωμα να ορίζουν τη ζωή τους? όπως επιθυμούν. Πρέπει να παρέχεται στα άτομα με ειδικές ανάγκες η δυνατότητα να μοιράζονται τις ευθύνες, που συνεπάγεται το δικαίωμα ένταξης στο καθημερινό κοινωνικό γίγνεσθαι?. (ό.π. σελ. 16 και αναλυτικότερα σελ. 21-23).
7. Βλ. σχετ.:α) Χ. Νόβα - Καλτσούνη, ?Κοινωνικοποίηση. Η γένεση του κοινωνικού υποκειμένου?, εκδ. Guten­berg, Αθήνα 1996, σελ . 13-16.
β) Δ. Τσαούσης, ?Η κονωνία μας. Οργάνωση, Λειτουργία, Δυναμική?, εκδ. Gutenberg , Αθήνα 1997, σελ. 27 και 206.
γ) Για μια πρώτη ενημέρωση βλ. σχετ. A. Bandura, ?Κοινωνικοποίηση?, λήμμα στην Παιδαγωγική και Ψυχολογική ΕγκυκλοπαίδειαΛεξικό , τόμος 5, εκδ. ?Ελληνικά Γράμματα?, σελ. 2712-2714.
8. Βλ. σχετ.: Σκ. Παπαϊωάννου, ?Επαγγελματική εκπαίδευση και προσανατολισμός. Αναφορά σε άτομα με ειδικές ανάγκες?, εκδ. ?Γρηγόρη?, Αθήνα 1990, σελ. 60-68, 115-122.
9. Βλ. σχετ.: α) Σκ. Παπαϊωάννου, ό.π. σελ. 17.
β) Ψήφισμα του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με την ισότητα των ευκαιριών για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, Ε.Ε.
C 12/13.1.1997: Κατευθυντήριες γραμμές, παράγρ. 3.β, σελ. 24.
10. Πρβλ.: Λ. Δελλασούδας, ?Η ειδική επαγγελματική κατάρτιση?, σειρά αυτοτελών δημοσιευμάτων περιοδικού ?Παρουσία? , Αθήνα 1992, σελ. 30-31.
11. Βλ. σχετ.: Λ. Δελλασούδας, ?Κοινοτική κοινωνική πολιτική και ειδική επαγγελματική κατάρτιση?, εκδ. Πανεπιστημίου ΑΘηνών: Βιβλιοθήκη Σ. Σαριπόλου, Αθήνα 1991. σελ. 137.
12. Βλ. σχετ.: A. Dobbins και T. J. de la Mare, ? Η μέτρηση της ακαδημαϊκής προόδου των μαθητών με ειδικές ανάγκες που φοιτούν σε γενικά σχολεία: ένα δύσκολο πρόβλημα?. ?ρθρο στο ?Συνεκπαίδευση παιδιών με και χωρίς προβλήματα μάθησης και συμπεριφοράς?, επιμ. Ε. Τάφα, εκδ. ?Ελληνικά Γράμματα?, Αθήνα 1997, σελ. 168-169.
13. Βλ. σχετ.: Σ. - Γ. Σούλης, ?Τα παιδιά με βαριά νοητική καθυστέρηση και ο κόσμος τους. ; ?τομα με πολλαπλές αναπηρίες?, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1997, σελ. 201.
14. Βλ. σχετ.: Π. Ρούσος, ?Ψυχοκοινωνικά προβλήματα και σύγχρονοι νέοι: Η εκκλησιαστική εμπειρία?. Στα Πρακτικά του 2ου Πανελλήνιου Συνεδρίου της Εταιρείας Παιδαγωγικών Επιστημών Κομοτηνής: ?Ψυχοκοινωνικά προβλήματα? , εκδ. ?Γραφίστας?, Κομοτηνή 1997, σελ. 38-39 και 41.
15. Βλ. σχετ.:α) ??ει τις ου θέλει εργάζεσθαι, μηδέ εσθιέτω?, Θεσσ. Β΄ γ΄ 10, ??και εργάζεσθαι ταις ιδίαις χερσίν υμών, καθώς υμίν παρηγγείλαμεν, ίνα περιπατήτε ευσχημόνως προς τους έξω και μηδενός χρείαν έχητε.?, Θεσσ. Α΄ δ΄ 11-12.
β) Π. Μπρατσιώτης, ?Χριστιανισμός και εργασία?, ανάτυπο από το περιοδικό ?Εκκλησία? , Αθήναι 1959.
γ) Δ. Σαβράμης, ?Η περί εργασίας διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου?, Αθήναι 1962.
16. Βλ. σχετ.: Π. Σινόπουλος, ?Εργασία με σχέσεις αλληλεγγύης οικογενειακού τύπου. Η οικογένεια ως μονάδα εργασίας του λαού της Παλαιάς Διαθήκης?, εκδ. Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών, Αθήνα 1997, σελ. 72 και 76.
17. Βλ. σχετ. α) ό.π. υποσημείωση 6.
β) ό.π. HELIOS II, ?Ευρωπαϊκός οδηγός ορθής πρακτικής-Παροχή ίσων ευκαιριών στα ?τομα με Ειδικές Ανάγκες?. Στον Οδηγό αυτό, που συντάχθηκε από την Ομάδα Εμπειρογνωμόνων του προγράμματος ?HELIOS?, περιλαμβάνονται εκτός των άλλων και ?επισκόπηση των Πρότυπων Κανόνων του ΟΗΕ σχετικά με την ισότητα των ευκαιριών για τα ΑΜΕΑ? (σελ. 131-133). Τα θέματα στα οποία αναφέρονται οι ?Πρότυποι Κανόνες? του ΟΗΕ είναι τα εξής: ευαισθητοποίηση, ιατρική φροντίδα, αποκατάσταση, υπηρεσίες στήριξης, πρόσβαση, εκπαίδευση, απασχόληση, σταθερές αποδοχές και κοινωνική ασφάλιση, οικογενειακή ζωή και προσωπική ολοκλήρωση, πολιτιστική καλλιέργεια, ψυχαγωγία και αθλητισμός, θρησκεία, πληροφόρηση και έρευνα, χάραξη πολιτικής και προγραμματισμός, νομοθεσία, οικονομικές πολιτικές, συντονισμός εργασίας, οργανώσεις ΑΜΕΑ, κατάρτιση προσωπικού, εθνική εποπτεία και αξιολόγηση των προγραμμάτων ειδικών αναγκών και της εφαρμογής των Προτύπων Κανόνων, τεχνική και οικονομική συνεργασία, διεθνής συνεργασία.
γ) Λ. Δελλασούδας: (i) ? Κοινοτική εκπαιδευτική πολιτική και προοπτικές για την κοινωνική ένταξη των ατόμων με ειδικές ανάγκες?, εισήγηση στο σεμινάριο ?Η ελληνική εκπαίδευση στο κοινοτικό πλαίσιο? , εκδ. Ινστιτούτου Παιδαγωγικών Ερευνών του Λυκείου Βάσκα, Αθήνα 1990, σελ. 141-162. (ii) ?Κοινοτική κοινωνική πολιτική και ειδική επαγγελματική κατάρτιση?, ό.π. (iii) ? Η πορεία του επαγγελματικού προσανατολισμού των ΑΜΕΑ. Μια εμπειρία από τον ελβετικό χώρο?, άρθρο στον τιμητικό τόμο ?ΧΑΡΙΣ? (αφιέρωμα στον καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Ν. Μελανίτη), Αθήνα 1991, σελ. 343-360. (iv) ? Η ειδική επαγγελματική κατάρτιση?, ό.π.
18. Βλ.: α) Δ. Γεώργας, ?Κοινωνική Ψυχολογία?, τόμ. Α΄, έκδ. Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1986, σελ. 83, 100, 107.
β) Α. Δανασσής- Αφεντάκης, ?Εισαγωγή στην Παιδαγωγική?, τόμ. Α΄, εκδ. ?Μαυρομμάτη?, Αθήνα 1992, σελ. 237-251.
γ) Γ. Κρουσταλάκης, ? Διαπαιδαγώγηση. Πορεία ζωής?, Αθήνα 1985, σελ. 186.
δ) Ν. Πετρουλάκης, ?Ψυχολογία της προσαρμογής?, εκδ. ?Γρηγόρη?, Αθήνα 1984, σελ. 249-250.
ε) Γιάν. Χαραλαμπόπουλος, ?Ψυχοπαιδαγωγικά άρθρα και μελετήματα?, Αθήνα 1986, σελ. 80, 83-87.
ς) Κ. Χάρης, ?Παράγοντες αγωγής?, Παιδαγωγική και Ψυχολογική Εγκυκλοπαίδεια-Λεξικό , εκδ. ?Ελληνικά Γράμματα?, Αθήνα 1989, τόμ. 1, σελ. 73-75.
19. Βλ.: Λ. Δελλασούδας, ό.π. εισήγηση στην ημερίδα ?Εκκλησία και ΑΜΕΑ? .
20. Την μεταλλαγή αυτή αποτυπώνει χαρακτηριστικά και η επιγραμματική έκφραση: ?Από τον Καιάδα στον Αντικαιάδα? που έχει διατυπωθεί από τον καθηγητή της Παιδαγωγικής Ι. Μαρκαντώνη, σύμφωνα με δήλωση του ιδίου.
21. Για τον τρόπο ένταξης και των στάσεων των προσώπων εν γένει, στην κοινωνική ομάδα βλ.: α) Δ. Γεώργας, ?Κοινωνική Ψυχολογία?, τόμος Α΄, σελ. 120-309 & τόμος Β΄ σελ. 9-124. β) Ι. Μαρκαντώνης, ?Ανθρωπαγωγική?, τόμος Α΄, Αθήνα 1990, σελ. 202-205.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου