Πέμπτη 3 Απριλίου 2014

Αρχιμ . Βασιλείου, Καθηγουμένου Ι. Μονής Ιβήρων

Αρχιμ . Βασιλείου, Καθηγουμένου Ι. Μονής Ιβήρων
Η Θεία Λειτουργία ως Θεολογική Ιερουργία

«Ημών σύμφωνος  η γνώμη τη ευχαριστία και η ευχαριστία βεβαιοί την γνώμην »
ʼγιος Ειρηναίος, Ρ.G. 7,1028  
«Μη τύπος αλλά πράγμα θυσίας η τελετή»
(Καβάσιλα, Περί Θείας Λειτουργίας)
Η  Θεία Λειτουργία  φθάνοντας  στην  αγία Αναφορά γίνεται μια καθολική δοξολογία: «ʼξιον και δίκαιον Σε υμνείν , Σε ευλογείν , Σε αινείν , Σοι ευχαριστείν , Σε προσκυνείν ». Μέσα στον αίνο τούτο και την ευχαριστία γνωρίζομε τη θεολογία, αποκαλύπτεται η κοσμογονία. Τίποτε δικό μας δεν έχομε. Αυτός μας δημιούργησε εκ του μη όντος . Παραπεσόντας μας ανέστησε . Έκαμε τα πάντα μέχρις ότου μας χάρισε τη μέλλουσα Βασιλεία Του. Αυτή η αίσθηση της ευγνωμοσύνης και η δοξολογία υπέρ πάντων ων ίσμεν και ων ουκ ίσμεν , αποτελεί μια κλίμακα που μας ανάγει στον ουρανό, και  μας  κάνει  να  ακούμε  τον  τρισάγιο  ύμνο: «ʼγιος, ʼγιος, ʼγιος  Κύριος  Σαβαώθ...» Και ενώνονται οι φωνές μας και οι δοξολογίες μας προς το Θεό της αγάπης: «Μετά τούτων καί ημείς των μακαρίων δυνάμεων Δέσποτα φιλάνθρωπε βοώμεν και λέγομεν . ʼγιος ει και Πανάγιος, Συ και ο μονογενής σου Υιός και το Πνεύμα σου το  ʼγιον . ʼγιος ει και Πανάγιος και μεγαλοπρεπής η δόξα σου· ος τον κόσμον Σου ούτως ηγάπησας , ώστε τον Υιόν σου τον μονογενή δούναι, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ' έχη ζωήν αιώνιον ». Η δόξα του Θεού φανερώνεται στην αγάπη, την κένωση. «Δι' υπερβολήν της ερωτικής αγαθότητος έξω εαυτού γίνεται... και προς το εν πάσι κατάγεται κατ'  εκστατικήν   υπερούσιον   δύναμιν   ανεκφοίτητον εαυτού» (Διονύσιος Αρεοπαγίτης, P.G. 3, 712 ΑΒ ). Το φως του προσώπου του δεν θαμπώνει αλλά φωτίζει. Η μεγαλοπρεπής του δόξα δεν εξουθενώνει τη μικρότητά μας, αλλά ανακουφίζει και σώζει: Είναι θεϊκή. Δεν μπορεί να μπλεχτή μέσα μας με τίποτε το ανθρώπινο. Δεν βλέπομε τη δόξα του Θεού - δεν μας την παρουσιάζει η Θεία Λειτουργία - στη μορφή του Παντοκράτορος ,  αλλά μας την αποκαλύπτει όπως φαίνεται στην πράξη της πατρικής προσφοράς και της θυσίας του Υιού. Στην έσχατη ταπείνωση του Δούλου τού Θεού. Όμοια και η αγιογραφία δεν μας παρουσιάζει το Χριστό, Βασιλέα της δόξης στην Ανάσταση, αλλά κρεμάμενο γαλήνια στο ξύλο του Σταυρού. «Ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ' έχη ζωήν αιώνιον » ( Ιω . 3, 16). Έτσι καθένας που γνωρίζει τον Κύριο λειτουργικά, όπως πράγματι είναι, και πιστεύει σ' αυτόν -Του εμπιστεύεται  τη  ζωή  του - έχει  ζωήν αιώνιον , ανώλεθρο . Τα πάντα αλλάζουν σ' αυτόν από τώρα. Δεν βασανίζεται από καμμιά ταραχή. Ήρεμα βαδίζει μετ ' Αυτού επί των κυμάτων. Τα στοιχεία του κόσμου  και  οι  απειλές  αναβαίνουσιν   έως  των ουρανών και καταβαίνουσιν έως των αβύσσων και αυτός  μένει  αμετακίνητος  στην  ηρεμία, όντας ταυτόχρονα ευαίσθητος στο κάθε τί . Και η Θεία Λειτουργία  συνεχίζεται. « Ος (ο Υιός) ελθών και πάσαν   την υπέρ ημών οικονομίαν   πληρώσας ,  τη  νυκτί   ή  παρεδίδοτο , μάλλον δε εαυτόν παρεδίδου υπέρ της του κόσμου ζωής, λαβών άρτον εν ταις αγίαις αυτού καί αχράντοις   καί   αμωμήτοις   χερσίν , ευχαριστήσας   καί ευλογήσας , αγιάσας , κλάσας , έδωκε τοις αγίοις αυτού μαθηταίς καί αποστόλοις ειπών: Ο ιερεύς εκφώνως : Λάβετε  φάγετε τούτό μού εστι το Σώμα το υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Ο λαός: Αμήν. Ο ιερεύς μυστικώς : Ομοίως και το Ποτήριον μετά το δειπνήσαι λέγων.
Ο ιερεύς εκφώνως : Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτό εστι το Αίμά μου το της καινής Διαθήκης, το υπέρ υμών και πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Ο λαός:Αμήν». Βρισκόμαστε πνιγμένοι μέσα στις φανερές και αφανείς ευεργεσίες του. Κυριολεκτικά τα χάνομε μέσα σ' αυτό τον κατακλυσμό του ελέους και της αγάπης Του: προσφέρεται κλώμενος καί εκχυνόμενος σε μας. Δεν ξέρομε τι να κάνωμε . Δεν βρίσκομε τίποτε δικό μας, να Του δώσωμε σαν ευχαριστία· « oυ γαρ   εποιήσαμέν τι αγαθόν  επί της γης».  Γι' αυτό παίρνομε πάντα τα δικά Του και ευγνώμονα τα προσφέρομε: «Τα σα εκ των σων σοι προσφέρομεν κατά πάντα και διά πάντα». Αυτή η ολοκληρωτική λειτουργική αντιπροσφορά στον αεί σφαγιαζόμενο Κύριο - πράξη ευχαριστίας και ελευθερίας - αποτελεί το κέντρο του μυστηρίου, την πηγή του αγιασμού του ανθρώπου και των τιμίων δώρων. Αυτή η προσφορά  μας απογυμνώνει απ' όλα, απολλύμεθα  ( Ματθ . 16,25). Παύομε να υπάρχωμε . Πεθαίνομε. Συγχρόνως είναι η στιγμή που γεννιώμαστε στή ζωή· κοινωνούμε της θείας ζωής, με το να προσφέρωμε τα πάντα, με το να γίνωμε μια ευχαριστιακή προσφορά. Έτσι η απώλεια της ζωής μας είναι ταυτόχρονα ανάδυση της υπάρξεώς μας σε κόσμο «καινό και ασύνθετο » όπου παραγενόμενοι είμαστε αληθινά  άνθρωποι. (Πρβλ. άγ. Ιγνάτιος, ΒΕΙΙ 2, 276). Μόνον όταν εξαρθρωθή τελείως ο άνθρωπος και ξανάρθη στην ύπαρξη από άλλη Δύναμη, μπορεί να νοιώση τι είναι ζωή· « oς αν απολέση ούτος ευρήσει » ( Ματθ . 16, 25). Ήδη με την εμπειρία αυτή του «σοι προσφέρομεν κατά πάντα και διά πάντα» κοινωνούμε της καινής ζωής που είναι προσφορά, κένωση. Όλα εδώ  υπάρχουν άλλως,  περιχωρούμενα :  Συναιρούνται οι εμπειρίες όλες. Συναιρείται ο άνθρωπος· απλώνεται μέχρι την απώλεια και συνέρχεται στο εν που είναι το παν. Βρίσκει τον Κύριο που είναι το Α και το Ω. Μιμνησκόμεθα πάντων των γεγενημένων και των γενησομένων . Είναι όλα παρόντα, συγκεκραμένα στο φως του προσώπου Του και το γλυκασμό της αυτού ωραιότητος . Στη στιγμή χωρά η αιωνιότης . Σ'έναν ʼγιο μαργαρίτη όλος ο Παράδεισος, ο Χριστός. « Αινούμεν , ευλογούμεν και δεόμεθα ». Όλες οι προσευχές γίνονται μία, τη  στιγμή που πεθαίνομε πραγματικά και ζούμε ξενοτρόπως . « Tov θάνατον του Κυρίου καταγγέλλομεν και την ανάστασιν Αυτού ομολογούμεν » (Α' Κορ . 11, 26). Ζης την εμπειρία του ψυχορραγούντος , και το σπαρτάρισμα του αρτιγέννητου. Ξεψυχάς και γεννιέσαι. Γίνεσαι άκρως ευαίσθητος και ταυτόχρονα μένεις ασάλευτος σαν απ' αιώνων κεκοιμημένος . Είσαι ελεύθερος εαυτού, «πάντα αφελών και εκ πάντων απολυθείς». Έχεις άλλους νόμους ζωής, αιωνίου και ακαταλύτου . Είσαι νεκρός και ζωντανός. Ανύπαρκτος και παντοδύναμος. Πέφτεις στο κενό, καταποντίζεσαι, και πλημμυρίζεις ζωή, φτάνεις στην αίσθηση της αιωνίου παρουσίας Του. Γυρίζοντας  στην ανυπαρξία  ( διά της ολικής προσφοράς), βλέπεις να σε συγκρατούν τα χέρια που υπήρχαν πριν Αβραάμ γενέσθαι ( Ιω . 8, 58). Απεκαλύφ0ησαν τα θεμέλια της οικουμένης. Χάνεις τα πάντα και φανερώνεται στο βάθος της καρδιάς σου πώς ο άνθρωπος έχει δυνάμει τα πάντα μπαίνοντας εδώ, γιατί στη Λειτουργία της σωτηρίας του ο Χριστός, που ουκέτι αποθνήσκει, είναι « o προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος και διαδιδόμενος». Είναι ώρα σιωπής απολύτου και λάλου. Σιγά πάσα σαρξ βροτεία , και άκούγεται ο Λόγος. Το χώρο που κένωσε η προσφορά (ταπείνωση - ευχαριστία) κατέρχεται και πληροί το ʼγιο Πνεύμα. Η ζωή μέσα στη Θεία Λειτουργία είναι σβήσιμο ενσυνείδητο και ολοκληρωτικό, γι' αυτό είναι και αγκάλιασμα ενός μυστηρίου που μας ξεπερνά. Είναι κόπος και ανάπαυση. Είναι θάνατος και ζωή. Πιστεύεις ότι υπάρχει ζωή  γιατί γεννιέσαι, ακατάπαυστα. Έρχεσαι από την ανυπαρξία στην ύπαρξη. Πιστεύεις ότι υπάρχει Θεός γιατί σε κρατά στα ζωντανά Του χέρια. Σε δημιουργεί, σε πλάθει. Αυτός εκ του μη όντος εις το είναι μας παρήγαγε» και μας παράγει, γιατί η δωρεά της χάριτός Του  είναι  σημαντικώτερο γεγονός  και μεγαλύτερη έκπληξη απ' ό,τι η αρχική εκ του μη όντος εις το είναι παραγωγή.« Παραπεσόντας μας ανέστησεν πάλιν και την βασιλείαν του εχαρίσατο την μέλλουσαν ». Και ενώ ήδη όλα μας χαρίστηκαν, και τα μέλλοντα, νοιώθει κανείς ότι ακόμη όλα τα περιμένουμε.  Όλα  είναι ατέλειωτα, γιατί όλα είναι αληθινά.  Όλα δόθηκαν, και όλα έρχονται ακατάπαυστα καινούργια.
Όταν μιλάμε για λειτουργική θεολογία εννοούμε την ενσάρκωση της θεολογίας. Και τούτο το βλέπομε καθαρά στην ευχαριστιακή ιερουργία. Το πόσο αληθινή είναι η Θεία Λειτονργία μας το αποκαλύπτει η ίδια η φυσιολογία της πνευματικής ζωής: « καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει ». Εγκαταλείποντας κανείς τα πάντα στο Θεό, φτάνοντας στην τελική συντριβή και ταπείνωση, δέχεται κατά φυσική  λειτουργία  των  πνευματικών  νόμων  τη χάρη του Θεού. Και στη Θεία Λειτουργία, μετά άπ' όλη την ευχαριστιακή αναφορά και την κατά πάντα και διά πάντα προσφορά στο Θεο , παρακαλούμε, δεόμεθα και ικετεύομε να έλθη το Πνεύμα το  ʼγιον εφ' ημάς. Η ίδια πορεία ακολουθείται. Ο ίδιος νόμος βασιλεύει.  Το  ίδιο  Πνεύμα ζωής  διοργανώνει, πλάθει, ορίζει την ευχαριστιακή λειτουργία και τη διάρθρωση του ανθρωπίνου είναι μας. Γι' αυτό ο άνθρωπος όντας μέσα στη Λειτουργία, βρίσκεται στο κλίμα του, που μπορεί να ευδοκιμήση . Στην πατρίδα του, που τα  πάντα  είναι  γνώριμα και οικεία. Μιλιέται η γλώσσα του η μητρική. Ο  Θεός  έπλασε  τον  άνθρωπο  κατ'  εικόνα ιδική Του και ομοίωση. Ο Κύριος «της λειτουργικής ταύτης και αναιμάκτου θυσίας την ιερουργίαν παρέδωκεν ημίν ». Και η μία (η εσωτερική οργάνωση του ανθρώπου) και η άλλη (η λειτουργική θυσία) από το Θεό παραδίδονται. Η πορεία της θυσίας - η  πολιτεία της υπακοής του Υιού του Θεού - αποκαλύπτει  στη  Θεία  Λειτουργία την τριαδική ζωή και χάρη. Και έτσι αποκαλύπτει στον άνθρωπο ιερουργικά την αλήθεια της φύσεως του και τού   δείχνει  το  δρομο της ελευθερίας. Τη δυνατότητα της αναλήψεως και θεώσεώς του.
Δεν πρόκειται περί ιερολογίας, αλλά περί ιερουργίας. Δεν μιλάμε, αλλά πράττομε. Τίποτε  δεν υπάρχει χωρίς ρίζες βαθειές . Ό,τι παρουσιάζεται ή ακούγεται εξωτερικά είναι φανέρωση μιας εσωτερικής, προσωπικής, ενσυνείδητης θυσίας. Η εσωτερική αγάπη εκφράζεται ως ομολογία πίστεως εις την ομοούσιον και αχώριστον Τριάδα. « Αγαπήσωμεν αλλήλους, ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν : Πατέρα, Υιόν και ʼγιον Πνεύμα...». Η αίτηση προς τον Πατέρα για την άφεση των πολλών μας προς Αυτόν οφειλημάτων γίνεται με τη συγχώρηση των μικρών οφειλών των άλλων σε μας (Κυριακή  προσευχή). Η παρακατάθεση της ζωής ημών απάσης και της ελπίδος σ' Αυτόν, αποτελεί την εσωτερική, «έργω», επίκληση της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος. Την ώρα της επικλήσεως, η κατά πάντα και διά πάντα προσφορά μας σ'Αυτόν έλκει τη χάρη, αποτελεί την παράκληση, δέηση και ικεσία προς τον Πατέρα για να καταπέμψη το Πνεύμα το ʼγιο. Καί καταλαβαίνομε πως δεν εκφωνείται απλώς από τον ιερέα, αλλ' ιερουργείται απ' όλο το σώμα της Εκκλησίας  η  επίκλησις : Είναι ιερουργία επικλήσεως, πράξη  αιτήσεως, για τη μεταβολή του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού και για τον αγιασμό των πιστών: την άφεση των αμαρτιών, την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, της βασιλείας των Ουρανών το πλήρωμα, την παρρησία την προς το Θεό και την αποφυγή - εκ του αναξίως μεταλαμβάνειν - του κρίματος ή του κατακρίματος . Έτσι το γεγονός της μεταβολής και του αγιασμού των τιμίων δώρων και των πιστών ενσυνείδητα και ολοσώματα βιούται . Με την κατά φύσιν εύχαριστιακή του στάση όλος ο άνθρωπος, όλη η λειτουργική κοινότης , και δι' αυτών όλη η δημιουργία, γίνονται μία δέηση, παράκληση, ικεσία και απολαμβάνουν την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, τη χάρη της Πεντηκοστής και « νεουργείται η σύμπασα και θεουργείται » (Κάθισμα όρθρου 8ης Σεπτεμβρίου). Τίποτε δε γίνεται μηχανικά, μαγικά. Τίποτε δεν είναι θαμπό και σκοτεινό, αν και είναι υπέρ λόγον . Και έτσι τίποτε δεν μένει άσαρκο: τα πάντα προσφέρονται ως άρτος κλώμενος , τροφή φαγώσιμη στον άνθρωπο. Ως αίμα εκχυνόμενον , αίμα που αθόρυβα χύνεται στις φλέβες της ζωής και της ελπίδος μας. Τα πάντα φανερώνονται εσωτερικά στους πιστούς,  και τα πάντα φανερώνουν  μυστικά τον Ενεργούντα  τά πάντα εν πάσι . Ήδη η πράξη της εκούσιας προσφοράς των πιστών, ως ενέργεια αντίθετη προς την εγωϊστική στάση  και  ροπή  της πεπτωκυίας   φύσεώς μας, είναι κοινωνία και μετοχή στη θεία ζωή που είναι αγάπη άπειρη. Εδώ μαθαίνομε να ζούμε, να προσφερώμαστε . Ανατέλλει η όντως ελεύθερη ζωή, η μέλλουσα, που μας δόθηκε. Βλέπομε πως η προσφορά είναι αύξηση, η κένωση  πλήρωμα, η ταπείνωση δόξα. Μαθαίνομε να ευχαριστούμε. Kαι «η ευχαριστία εκείνω μεν ουδέν προστίθησιν , ημάς δε οίκειοτέρους αυτώ κατασκευάζει» (Χρυσόστομος, P.G.57,331).
Η Θεία Λειτουργία αποκάλυψη της καινής κτίσεως
Τίποτε το στατικό  δεν υπάρχει στη  Θεία Λειτουργία,  τίποτε το μεμονωμένο.  Τα πάντα ζουν κινούνται αρμονισμένα μέσα στο όλον. Όλα παίρνουν νόημα.  Όλα  συγκεντρώνονται. Όλα γνωρίζονται. Αποκαλύπτεται η φύση και ο λόγος της υπάρξεώς τους μέσα στη «λογική λατρεία», τη Λειτουργία του Λόγου «δι' ου τα  πάντα εγένετο ». Και ενώ μιλούμε για όλα, τα βλέπουμε όλα. Τα  πάντα  γίνονται  οικεία,  τίποτε δεν είναι ξένο, ουσιαστικά πρόκειται  περί ενός: Είναι η  ευλογημένη  Βασιλεία του  Πατρός  και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος που προσδέχεται και αγιάζει τη δημιουργία. Είναι η άκτιστη χάρη της Αγίας Τριάδος που καινίζει την κτίση. Με τη δοξολογική   εκφώνηση της τρισαγίου Βασιλείας αρχίζει η Θεία Λειτουργία. Στη συνέχεια μόνον αυτή ζητούμε: « Ελθέτω η χάρις, παρελθέτω ο κόσμος» (Διδαχή Αποστόλων). Σ' αυτήν προσφέρονται οι πιστοί κατά πάντα  και  διά πάντα. Και γίνεται η Θεία Λειτουργία ο θεολογικός τόπος όπου τα πάντα συναντιώνται . Έξω άπό τη θέρμη της τα πάντα είναι αγνώριστα, παγερά και μεμονωμένα. Εδώ μέσα βρισκόμενα περιχωρούνται , διακονούν λειτουργικά. Η ενότης της πίστεως παρουσιάζεται με το πώς  το  κάθε  τι  ζωογονείται,  μεταμορφώνεται, αφθαρτίζεται από την  άκτιστη τριαδική  χάρη. Έτσι  αναδεικνύεται η βασική  ενότης αρχικής καταγωγής,  σημερινής οργανώσεως,  καί   εσχατολογικής   εντελεχείας των  πάντων, που είναι  o Θεός, ως αιτία και τέλος πάντων. «Σοι ενί πάντα μένει· σοι δ' αθρόα πάντα θοάζει . Και πάντων τέλος έσσί » ( Γρηγόριος Θεολόγος, Ρ.G. 37,508). Και διαβεβαιώνει η πείρα της λειτουργικής ζωής: « Είδομεν το φως το αληθινόν ( αντανακλώμενον απ' όλο το μεταμορφωμένο κόσμο),  ελάβομεν   Πνεύμα  επουράνιον ». Ο κατά φύσιν κόσμος μέσα στον οποίο ζή ο άνθρωπος, ως θεανθρώπινη πραγματικότης , είναι ο λειτουργικός. Δεν ειναι ούτε η ιστορια σαν χρόνος ούτε η δημιουργία σαν χώρος, ούτε η λογική του πεπτωκότος ανθρώπου, ούτε η τέχνη του παραπαίοντος ατόμου. Μέσα στη Λειτουργια όλα υπάρχουν αλλοιωμένα  την  καλήν αλλοίωση· δοκιμασμένα (συντετριμμένα και ανορθωμένα), σταυροαναστάσιμα. Όλος ο κόσμος της Εκκλησίας, η καινή κτίση, είναι θεανθρωπία . Ατρέπτως ,  αναλλοιώτως   και ασυγχύτως ενώνεται ο κτιστός κόσμος  με την άκτιστη χάρη, και δεν καταργείται, δεν κατακαίεται, αλλά  μεταμορφώνεται  και  αφθαρτοποιείται : «Όλος γάρ ο νοητός κόσμος όλω τω αισθητώ μυστικώς τοις συμβολικοίς είδεσι τυπούμενος φαίνεται τοις οράν δυναμένοις · και όλος όλω τω νοητώ ο αισθητός γνωστικώς κατά νουν τοις λόγοις απλούμενος ενυπάρχων εστίν» (άγιος Μάξιμος, P.G. 91, 669 C ). Όταν ο θεατής της Αποκαλύψεως γράφη : «Εγώ Ιωάννης ο και αδελφός υμών... εγενόμην εν Πνεύματι εν τη Κυριακή ημέρα... και είδον ουρανόν καινόν και γην καινήν », είναι σαν να μας λέη : Εγώ ο αδελφός υμών Ιωάννης Λειτουργήθηκα. Η Λειτουργία μας φέρνει στο ανοιχτό παράθυρο της αποκαλύψεως, της αφθαρσίας. Μας δίδει τη δυνατότητα να αναπνεύσωμε καθαρό αέρα που ζωογονεί τα σπλάγχνα μας. Μέσα στη Θεία Λειτουργία έχομε αυτό το γεγονός και την εμπειρία. Τα πάντα γίνονται καινά με τη χάρη και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος. Δεν είναι ο ήλιος που φωτίζει τη γή , ούτε η φαντασία που ανοίγει τον ουρανό - «ουρανός και γη παρελεύσονται » ( Ματθ . 24, 35) - αλλά η παρουσία του Θεού που καινίζει , αφθαρτίζει , ενοποιεί γη και ουρανό. «Και η πόλις ου χρείαν έχει του ηλίου... » ( Αποκ . 21, 23).Τη λειτουργική πραγματικότητα δεν την καταυγάζει φωτισμός που πρόκειται να παρέλθη , «ουδέν γάρ φαινόμενον αγαθόν». Η αόρατη παρουσία του Κυρίου φωτίζει και αποκαλύπτει τα πάντα.
Λειτουργική περιχώρηση
Το ώσαύτως έχον αεί, το αναυξές , το αμείωτον , το προς πάσαν μεταβολήν την τε προς το κρείττον και προς το χείρον επίσης  ακίνητον   (του μεν γαρ  χείρονος ήλλοτρίωται ,  το δε κρείττον ουκ έχει) το δε παντός ανενδεές  ετέρου, το μόνον ορεκτόν , και παρά παντός , μετεχόμενον και εν τη μετουσία των μετεχόντων ουκ  ελαττούμενον , τούτό εστι αληθώς το όντως ον και η τούτου κατανόησις η της αληθείας γνώσίς εστι . ( Γρηγόριος   Νύσσης , S.C. 1bis 38 - 39). Συ γάρ ει Θεός ανεκφραστος , απερινόητος , αόρατος,  ακατάληπτος, αεί ων, ωσαύτως ων. Ο μελιζόμενος και μη διαιρούμενος, ο πάντοτε εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος , αλλά τους μετέχοντας αγιάζων . (Θεία Λειτουργία) «Το παρά παντός μετεχόμενον  και εν μετουσία των μετεχόντων ουκ ελαττούμενον τούτό εστιν αληθώς το όντως ον ». Η τριαδική αγάπη διαστέλλει το χώρο σε παράδεισο:  Παράδεισο  ελευθερίας  απαλλαγμένο από μέριμνα, φόβο και μίσος. Καταργείται η αδιαφάνεια.  Τα πάντα λάμπουν  ως κρύσταλλον . Καταργείται το αδιαχώρητο. Οι πάντες χωρούν άνετα: « Γέγονε ως επεταξας και ιδού τόπος εστί» ( Λουκ . 14,22). Κάθε μια νέα παρουσία δεν είναι στρίμωγμα - κέντημα καχυποψίας - αλλά εύρυνση , παροχή νέου χώρου και χαράς. «Χαρά ότι εγεννήθη άνθρωπος εις τον κόσμον » (Ιω.16,21). Γιατί δεν έχομε συνωστισμο όχλου, αλλά περιχώρηση αγαπωμένων προσώπων. Οι πάντες βρίσκονται μέσα στους πάντες. (Ακραία αντίθεση σ' αυτό, η υποδοχή του Ιησού από τον Ηρώδη και η σφαγή των νηπίων).
Αλήθεια είναι αυτή που γευόμαστε στη λειτουργική πείρα και κοινωνία. Και τη γευόμαστε με την ψυχή και το σώμα. Είναι ο Κύριος ο μελιζόμενος και μη  διαιρούμενος, ο πάντοτε εσθιόμενος   και μηδέποτε δαπανώμενος αλλά τους μετέχοντας αγιάζων . Αυτός είναι « o ουράνιος άρτος η τροφή του παντός κόσμου». Αυτή είναι η τροφή που τρέφει τον άνθρωπο. Αυτή είναι η μόνη ελπίδα που τον σώζει. Αυτή είναι η μόνη χαρά που φωτίζει όλο του το βάθος και το πλάτος. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος ζωής που φέρνει τον άνθρωπο στην  ακατάπαυστη  ανανέωση και θέωση .
Κάτι που δεν τρέφει όλους, κάτι που δεν είναι χαρά όλων - « παντί τω  λαώ » - δεν  είναι ούτε δική σου: Μια δική σου χαρά -και η πιο μεγάλη - όταν δεν είναι χαρά, τροφή και ανακούφιση για όλους, δεν είναι και για σένα παρά άρνηση και σαράκι. Αν η χαρά σου μελιζομένη διαιρείται ή έσθιομένη δαπανάται, είναι κόλαση. ʼφησέ την και γύρεψε κάτι άλλο. Γιατί αντί να θρέψη τον μέσα και αληθινό σου άνθρωπο, θα σε δαπανήση μάταια και αναπόφευκτα. Θα σε διαβρώση , θα σε καταφάη .
Μέσα στη Θεία Λειτουργία βρίσκομε την τροφή, τη ζωή και τη χαρά, που μοιράζεται κομμένη και δεν διαιρείται, αλλά ενώνει· που μετέχεται , τρώγεται καί δεν δαπανάται, αλλά ενσωματώνει και αγιάζει. Αυτός ο οργανικός μας δεσμός μ' όλους τους άλλους γίνεται αντιληπτός σαν μέγα προσόν και βεβαίωση της καθολικής, προσωπικής σωτηρίας του ανθρώπου. Αυτό τελεσιουργείται μέσα  στην ορθόδοξη Θεία Λειτουργία και ολοφάνερα  αποκαλύπτεται ως δωρεά και  αντικατάπεμψη   της θείας χάριτος. Όποιος δεν αγαπά, αρνείται τη  φύση του. Καταστρέφει τήν αίσθηση και δυνατότητα για τη γνώση, που είναι αιωνιότης . Όποιος δεν βλέπει τον εαυτό  του να αυξάνη όταν ελαττούται και χάνεται για τον άλλο, βασανίζεται. Καταδικάζει τον εαυτό του σε κάτεργα απάνθρωπα. Μέσα στη Θεία Λειτουργία είναι διαφορετικά: Μαθαίνομε να αγαπάμε.
***
Δεν είσαι μεμονωμένος και  χωρισμένος από τους άλλους και τά άλλα. Δεν κλείνεσαι στη φυλακή του χώρου. Δεν ασφυκτιάς στην καταδίκη του χρόνου. Η ζωή σου δεν είναι ένα ποτήρι νερό που αν το πιης μένεις το ίδιο διψασμένος όπως πρίν · και αν δεν το πιης θά σαπίση μπροστά στα μάτια σου. Δεν είσαι ένα τμήμα μηχανικό ενός απέραντου σύμπαντος, ούτε άτομο μέσα σε ανώνυμο  πλήθος.  Ο  Αρχηγός της  ζωής  σύντριψε τα κλείθρα του μηχανικώς υπάρχειν . Είσαι οργανικό μέλος ενός θεανθρώπινου μυστηρίου. Έχεις μιά διακονία συγκεκριμένη, μικρή, ελάχιστη, που σε κάνει κοινωνό του όλου. Μέσα στο είναι, το χαρακτήρα σου, ανακεφαλαιώνεται και ενεργείται το μυστήριο τής ζωής. Είσαι εικόνα του Θεού. Δεν αξίζεις γι' αυτό που έχεις αλλά γι' αυτό που είσαι. Και είσαι αδελφός του Υιού. Έτσι, όλοι  μπαίνομε  στο  πανηγύρι  των πρωτοτόκων.
Γνωρίζεις τον επί πάντων Θεό στην ίδια την υφή του προσώπου σου, στη διάρθρωση του είναι σου. Τον βλέπεις να εμπεριπατή . Και διακρίνεις τα ίχνη Του μέσα στην ακόρεστη δίψα σου για ζωή και την αγάπη σου. Ο αγώνας να τον φτάσης , είναι η ίδια η όραση του προσώπου Του. Είναι η στοιχείωση του είναι σου.
Η Λειτουργία δεν είναι ένα σκέτο κήρυγμα. Δεν είναι ένα άκουσμα. Ούτε ένα θέαμα. Η Λειτουργία δεν παλιώνει ποτέ. Δεν στειρεύει το πόμα της. Δεν μπορεί να πη κανείς ότι την έμαθε ή τη συνήθισε. Αν μια φορά την καταλάβη , αν μια φορά παρασυρθή από την έλξη της.
Οι πιστοί δεν παρακολουθούν σαν θεατές και ακροατές κάτι που τους συγκινεί λίγο ή  πολύ. Οι πιστοί μετέχουν στη Θεία Λειτονργία . Μέσα στον κάθε πιστό και σ' όλη τη λειτουργική κοινότητα, ιερουργείται το μυστήριο. Δεν βλέπομε το Χριστό εξωτερικά, τον συναντούμε μέσα μας. Μορφούται εν ημίν ο Χριστός. Γίνονται οι πιστοί Χριστοί κατά χάριν... 
Γίνεται μιά θαυμαστή κατά χάριν περιχώρηση και ασύγχυτη ταύτιση. Ο άνθρωπος ολόκληρος, σώματι και πνεύματι , μπαίνει μέσα στον ασύνθετο κόσμο της ακτίστου τριαδικής χάριτος. Και συγχρόνως δέχεται μέσα του το Χριστό συν Πατρί και Πνεύματι . Όλος ο Θεός προσφέρεται στον άνθρωπο, « μονήν παρ' αυτώ ποιεί» ( Ιω . 14, 23). Και όλος ο άνθρωπος προσφέρεται στο Θεό· «εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα »· «Θεός θεοίς ενούμενος και γνωριζόμενος » (άγιος Γρηγόριος Θεολόγος,  Ρ.G.36, 317 C ).
***
Το να βλέπης το Χριστό εξωτερικά εξ αντικειμένου, να τον αγαπάς χωρίς μετάνοια, να κλαίς από συμπόνια, σαν τις θυγατέρες της Ιερουσαλήμ ( Λουκ . 23,28), οδηγεί στον παραπλανητικό, εξωλειτουργικό   συναισθηματισμό.  Αντίθετα, η αθόρυβη λειτουργική ιερουργία δίδει τη σωστή ορθόδοξη  αγωγή και το ήθος της κατανύξεως. Ούτε η χαρά καγχάζει και πληγώνει τον θλιμμένο, ούτε ο πόνος στυγνάζει και απογοητεύει τον αδύνατο. Παντού βασιλεύει η κατάνυξη που μυστικά και αστείρευτα παρηγορεί, χαροποιεί και αδελφώνει τους πάντας . ʼλλο είναι συναισθηματισμός ανθρώπινος και άλλο κατάνυξη λειτουργική. Το ένα επιδερμικά ερεθίζει και  βιολογικά βασανίζει τον άνθρωπο, το άλλο καθηλώνει και παρηγορεί, αποκαλύπτοντας στις οριακές περιοχές της υπάρξεως τη θεοειδή φύση μας. Κάτι που σε φορτώνει με βαρύ χρέος και  ταυτόχρονα  σε  φτερώνει με ακατανίκητη ελπίδα. Ο άνθρωπος στα άγνωστα βάθη του κρύβει ένα θεϊκό θαύμα. Ούτε όταν στεναχωρείται, απογοητεύεται μέσα στην Εκκλησία, ούτε όταν χαίρεται, ταράσσεται από το μικρο και άτακτο φρόνημα. Και η λύπη και η χαρά, διακονούν λειτουργικά. Είναι εξ ίσου ιερατικές, έχουν την ίδια σεμνή εμφάνιση και αποστολή γιατί και οι δύο μπορούν να οδηγήσουν τον πιστό στην παράκληση της Βασιλείας. Ανασταίνονται βαθειές και άγνωστες δυνατότητες που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος. Συγκεντρώνονται τα πάντα στην «ψυχή» του· την πυρακτωμένη πνοή ζωής που ενεφύσησε από τα σπλάγχνα Του, ο Θεός. Δεν  στηριζόμαστε σε σχήματα σαθρά,  δεν τρεφόμαστε από  θνητή τροφή,  « ουχ   ηδόμεθα τροφή φθοράς» (ʼγιος Ιγνάτιος, Β.Ε.Π. 2, 276). Δεν παλεύομε με το σχετικο και εφήμερο. Δεν ελπίζομε τίποτε από το πρόσκαιρο. Δεν μιλάμε τη γλώσσα της Βαβέλ. Δεν  μπαίνομε μέσα στην κόλαση της ειδωλολατρείας , στή   βασιλεία  του σκότους, του χωρισμού, της απάτης. Εκεί  οι λατρεύοντες και οι  λατρευόμενοι «οφθαλμούς έχουσιν και ουκ όψονται , ώτα έχουσι και ουκ ενωτισθήσονται ...» ( Ψαλμ . 134, 16-17).  Μυστικά και άφραστα ο πιστός, ο βαπτισμένος, ο λειτουργημένος, εγεύθη κάτι άλλο και ησύχασε, ανεπαύθη . « Eις μάτην ταράσσεται πας άνθρωπος».
«Δεσπόζει των επουρανίων και των επιγείων»
Μέσα στην ορθόδοξη Θεία Λειτουργία έχομε την αποκάλυψη των δύο αληθειών: Πόσο ο Θεός είναι αόρατος, ακατάληπτος. Και πόσο είναι κοντά μας, μέσα μας. Πάντα μένει ως Θεός και άνθρωπος δίπλα μας και μέσα μας. Και ως Θεός και ως άνθρωπος εις τον απρόσιτο θρόνο του Πατρός. Αυτό  εκφράζει η ευχή:  « Πρόσχες , Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός ημών, εξ αγίου κατοικητηρίου Σου και από θρόνου δόξης της Βασιλείας Σου, και ελθέ εις το αγιάσαι ημάς, ο άνω τω Πατρί συγκαθήμενος και ώδε ημίν αοράτως συνών...». Απευθύνεται ο λειτουργός εις τον Ιησούν , τον συγκαθήμενον τω Πατρί εις τον θρόνον της δόξης της Βασιλείας Του. Είναι τόσο κοντά τώρα ο Θεός της δόξης. Είναι τόσο οικεία, ομογενής η ατμόσφαιρα που βασιλεύει μέσα στη λειτουργική καθαγιασμένη πραγματικότητα  με τον κόσμο της δόξης της Βασιλείας Του, τον μακρυνό , τον «άνω». Και είναι τόσο κοντά αυτός ο απρόσιτος κόσμος, ώστε συνυπάρχει με το δικό μας. Ενώνονται, γίνονται ένα. Γι' αυτό τόσο απλά μιλούμε για τα τόσο μεγάλα, και τόσο  χαμηλόφωνα  (« μυστικώς ») απευθυνόμεθα εις τον Θεόν τον «άνω». Συγχρόνως ο Χριστός είναι μακρυά μας. Είναι « o ώδε αοράτως συνών». Δηλαδή δεν υπάρχει κοσμικά, δεν τον βλέπομε σαρκικά με τα βιολογικά μας μάτια και συναισθήματα, ούτε  διακρίνεται με τη λάμψη των κεριών, του ηλίου ή της ευφυΐας μας. Αόρατος, άγνωστος και ασύλληπτος μένει σ' όλα αυτά τα κτιστά στοιχεία. Μέσα στη Θεία Λειτουργία βρίσκεται αληθώς ο Κύριος ως Θεάνθρωπος. Και οι πιστοί, βαπτισμένοι και λειτουργημένοι, βρίσκονται  αψευδώς εν Αυτώ . Έτσι, όταν η ευχή αναφέρη ότι « αοράτως σύνεστι » μεταξύ μας, μας διαβεβαιώνει ότι « oρατώς » υπάρχει, αλλά με το φως της χάριτος του Αγίου Πνεύματος και για τις καινές αισθήσεις της πίστεως (ψυχικές και σωματικές).  Δηλαδή ο  Κύριος  υπάρχει  πραγματικά,  « ενυποστάτως ορώμενος »,  παρηγορώντας  τα  έγκατά  μας  και σώζοντας τη φύση μας ολόκληρη με την « άυλόν τε θείαν έλλαμψιν και  χάριν  την  ορωμένην αοράτως και νοουμένην αγνώστως » (άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Χρήστου, τόμος 1,545),  και όχι « εκδειματούμενος φάσμασιν » αισθητοίς (ευχή μικρού Αγιασμού) τη φθαρτή και βιολογική μας ύπαρξη.
***
Ο πιστός, ευρισκόμενος μέσα στη Θεία Λειτουργία, έχει ξεπεράσει τον κόσμο  της  φθοράς. Ζη και σκιρτά διαστελλόμενος   πέρα  από  την απειλή του χρόνου, έξω από τη φυλακή του χώρου. Ενώ αυτά υπάρχουν (χώρος και χρόνος), ο άνθρωπος τρέφεται μυστικά από το « κεκρυμμένο μάννα», από μιαν άλλη πραγματικότητα· προγενέστερη του χρόνου και ανώτερη του χώρου. Και όταν αυτά πάψουν να υπάρχουν, το ίδιο ο άνθρωπος μπορεί να ζη και θα ζη . Τότε κατεβαίνοντας από το όρος της λειτουργικής εμπειρίας, της μετοχής στο όντως ον , κυκλοφορεί διαφορετικά ο άνθρωπος μέσα στη κτίση. Στρατεύεται διαφορετικά μέσα στο χρόνο. Είναι δυναμική παρουσία ως κόκκος συνάπεως . Μαρτυρία της Βασιλείας. Όλοι  περιμένομε, έχομε ανάγκη  από την παρουσία αυτών που θα έρχωνται από τη θλίψη τη μεγάλη (Αποκ.7,14) και δεν θα τους κυριεύη πια θάνατος. Θα έχουν βαπτιστή «εν τω θανάτω » και θα έχονν μεταβή εις την ζωήν . Όλοι περιμένομε την ευλογία των λειτουργημένων μορφών. Αυτών που η ύπαρξη θα σκιρτά λέγοντας: « είδομεν το φως το αληθινόν , ελάβομεν πνεύμα επουράνιον , εύρομεν πίστιν αληθή, αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες · αύτη γαρ ημάς έσωσεν ».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου