Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2017

Τί εἶναι ἡ προσευχή;Γέρων Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης


 

— Τί εἶναι ἡ προσευχή, Γέροντα;
— Τίποτα, νά, τίποτα.
— Τίποτα;
— Ἡ ταπείνωση εἶναι ἡ βάσις. Τὴν ταπείνωση τὴν δίνει ὁ Θεός. Δὲν μπορεῖς νὰ τὴν ἀποκτήσεις μόνος σου. Δὲν γίνεται. Σοῦ τὴν δίνει Ἐκεῖνος.
— Πῶς σοῦ τὴν δίνει, Γέροντα;
—  Ἔ, πρέπει νὰ κάνεις μερικὰ πράγματα.
— Τί δηλαδή;

—  Ἔ, νά, αὐτὰ τὰ ἁπλᾶ: Νὰ μὴν κρατᾶς κακία, νὰ ἔχεις ἁπλότητα, νὰ κάνεις μετάνοιες. Κάτι γίνεται μέσα στὴν καρδιὰ κι ἔρχεται ἡ Χάρη. Ὁ σπόρος δουλεύει μέσα στὴν γῆ καὶ πετάει δυὸ φυλλαράκια. Ἂν δὲν ἔλθει ὅμως ὁ ἥλιος καὶ ἡ βροχή, θὰ μαραθοῦν, δὲν θὰ μεγαλώσουν.  Ἔτσι, κάτι μέσα μας πρέπει νὰ σπάσει τὸ περίβλημα, τὴν ἄσφαλτο καὶ νὰ πετάξει δυὸ φυλλαράκια. Τότε θὰ ἔλθει καὶ ἡ Χάρη, θὰ τὰ λούσει καὶ θὰ μεγαλώσουν. Καὶ ἡ Χάρη ἔρχεται πιὸ γρήγορα ἀπὸ τὸν ἥλιο.  Ἔρχεται ἀμέσως μόλις ἀρχίσει ἡ προσπάθεια γιὰ νὰ σπάσει τὸ σκληρὸ αὐτὸ περίβλημα.

Μαθητεύοντας στον Γέροντα Πορφύριο, σελ. 279-280
http://www.porphyrios.net/?p=2367

Ἐλευθερία. Ἡ «ἐλεύθερη» ὅραση τοῦ Χριστοῦ Μας.


 

Β΄ ΜΕΡΟΣ

Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ




1)Ἡ ζωή στήν Ἐκκλησία.

 


Δ) Ἐλευθερία. Ἡ «ἐλεύθερη» ὅραση τοῦ Χριστοῦ Μας.

Μέσα στήν Ἐκκλησία ἐλευθερωνόμαστε ἀπό κάθε λανθασμένη καί καταπιεστική ἀντίληψη γιά τόν Θεό καί τόν τρόπο προσέγγισής Του. Ὁ Θεός δέν εἶναι Ἀστυνόμος ἤ Δικαστής ἤ Ἐκδικητής. Εἶναι φίλος μας πού μᾶς ἀγαπᾶ. Μποροῦμε καί πρέπει νά Τόν προσεγγίζουμε μέ ἁπλότητα καί ἁπαλότητα, χωρίς ἄγχος καί σφιξίματα.

Ἡ ὅρασή τοῦ Γέροντα καί ἡ ἀντίληψή του γιά τόν Θεό, δέν εἶναι νομικιστική, δικανική, ἀντίληψη φοβισμένου ἀνθρώπου. Εἶναι ὅραση «ἐλεύθερη», ὅραση φιλική, ὅραση ἀγαπητική, ὅραση παρόμοια μέ τοῦ Μ. Ἀντωνίου, πού ἔλεγε: «Ἐγώ οὐκέτι φοβοῦμαι τόν Θεόν, ἀλλ’ ἀγαπῶ Αὐτόν»60.

Ὁ Γέροντας βίωνε τό Γραφικό «ἡ ἀγάπη ἔξω βάλλει τόν φόβον»61· διά τοῦτο διακήρυσσε: «τόν Χριστό νά Τόν αἰσθανόμαστε φίλο μας. Εἶναι ὁ φίλος μας. Τό βεβαιώνει ὁ Ἴδιος, ὅταν λέει: “Ὑμεῖς φίλοι μου ἐστέ…”»62.

Γιά τόν χριστιανό, ἐπεσήμαινε, δέν ὑπάρχει κατήφεια, δέν ὑπάρχει διάβολος, δέν ὑπάρχει κόλαση, δέν ὑπάρχει θάνατος.

Ζοῦσε τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτό καί συμβούλευε πατρικά:
«Ἔτσι πρέπει νά βλέπουμε τόν Χριστό. Εἶναι φίλος μας, εἶναι ἀδελφός μας, εἶναι ὅ,τι καλό καί ὡραῖο. Εἶναι τό πᾶν. Εἶναι φίλος καί τό φωνάζει: “Σᾶς ἔχω φίλους, βρέ, δέν τό καταλαβαίνετε; Εἴμαστε ἀδέλφια. Ἐγώ, βρέ, δέ βαστάω τήν κόλαση στό χέρι, δέ σᾶς φοβερίζω, σᾶς ἀγαπάω. Σᾶς θέλω νά χαίρεστε μαζί μου τήν ζωή”. Ἔτσι εἶναι ὁ Χριστός. Δέν εἶναι κατήφεια, οὔτε μελαγχολία, οὔτε ἐνδοστρέφεια. Ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν. Εἶναι ἡ χαρά, εἶναι τό φῶς τό ἀληθινό, πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά πετάει, νά βλέπει ὅλα, νά βλέπει ὅλους, νά πονάει γιά ὅλους, νά θέλει ὅλους μαζί του, ὅλους κοντά του. Ἀγαπήσατε τόν Χριστό καί μηδέν προτιμῆστε τῆς ἀγάπης Αὐτοῦ»63.

Ἡ Χριστολογία τοῦ Γέροντος εἶναι βιωματική καί διά τοῦτο αὐθεντική, καταπληκτική γιά τήν ἀμεσότητά της καί παρακλητική-παρηγορητική-θεραπευτική, ὀρθόδοξη καί διαυγής... ὅπως τά διάφανα νερά τῆς ἁγιορείτικης θάλασσας.

Ὁ π. Πορφύριος ἐπειδή ἔχει βιώσει σωστά τήν ἐν Χριστῷ ζωή, τήν ζωή «ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ». Ἔχει βιωματικά γνωρίσει τόν ἀληθινό Χριστό, γι΄αὐτό καί ζεῖ αὐθεντικά τήν Ὀρθοδοξία, τήν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία. Ἀποδεικνύει ἔτσι μέ τήν ζωή του, τήν στενή σύνδεση τῶν δύο πραγματικοτήτων: τῆς ὀρθῆς πίστης γιά τόν Χριστό καί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, τῆς ὀρθοδοξίας καί τῆς ὀρθοπραξίας, τοῦ ὀρθοδόξου δόγματος καί τοῦ ὀρθοδόξου ἤθους.

«Δέν ξέρουμε τίποτε, βρέ παιδιά ἀπό Χριστό... Τίποτα δέν ξέρουμε...», ἔλεγε σέ πνευματικά του παιδιά, διεκτραγωδώντας τήν ἐπιφανειακή βίωση τοῦ Μυστηρίου τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας καί «τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας», ἀπό τούς περισσότερους Χριστιανούς.

Ὁ Γέροντας ἔζησε τόν ἀληθινό Χριστό, γι΄αὐτό καί ὁ λόγος Του εἶναι χριστοποιητικός, ἀπελευθερωτικός, λυτρωτικός, φωτιστικός, καθαρτικός, ὁδηγητικός, μυσταγωγικός καί ἀναγωγικός. Τό ἴδιο καί ἡ ζωή του καθώς καί ἡ ὅλη του ὕπαρξη καί παρουσία.

 Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

Ἡ ἀνθρώπινη ψυχή ὅμως, δέν θεραπεύεται μέ φιλοσοφικές προσεγγίσεις,..ἀλλά μέ «τήν τῆς ψυχῆς ἐπιστήμη», πού εἶναι ἡ ὀρθόδοξη πατερική παράδοση.



Β΄ ΜΕΡΟΣ

Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 

2) Ὁ θεραπευτικός χαρακτήρας καί ο θεραπευτικές ἀρχές τῆς Ἐκκλησίας .

Ἡ ἀνθρώπινη ψυχή ὅμως, δέν θεραπεύεται μέ φιλοσοφικές προσεγγίσεις, ὅπως εἶναι ὅλες οἱ λεγόμενες «ψυχοθεραπευτικές» μέθοδοι (μία τῶν ὁποίων εἶναι καί ἡ πολυδιαφημισμένη ψυχανάλυση) ἀλλά μέ «τήν τῆς ψυχῆς ἐπιστήμη», πού εἶναι ἡ ὀρθόδοξη πατερική παράδοση198. Αὐτή ἔχει σάν κεντρικό θεραπευτικό ἄξονα τά τρία στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς:

1ον) Κάθαρση τῆς καρδίας ἀπό τά πάθη διά τῆς μετανοίας. Τά μέσα γιά τήν κάθαρση εἶναι ἡ ἄσκηση, ἡ μυστηριακή ζωή, καί ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή. Δι’ αὐτῶν ἐπιτυγχάνεται ἡ κάθαρση τοῦ νοῦ, δηλαδή τῆς νοερᾶς ἐνέργειας τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία πρέπει νά λειτουργεῖ μέσα στήν καρδιά, προσευχομένη ἀδιάλειπτα.
Πιό συγκεκριμένα ἡ κάθαρση τοῦ νοῦ εἶναι ἡ ἀποβολή ὅλων τῶν λογισμῶν ἀπό τήν καρδία καλῶν καί κακῶν199, ἔτσι ὥστε ὁ καθαρός νοῦς, νά δύναται νά ἑνωθεῖ μέ τόν «ὑπέρ πᾶσαν καθαρότητα» Θεόν, διά τῆς Θείας Χάριτος. «Ἡ καθαρότητα αὐτή», σημειώνει ὁ καθηγητής κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης, «ἀποτελεῖ καρπό τῆς Χάρης τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού προϋποθέτει ὅμως γιά τήν οἰκείωσή της τήν ἐλεύθερη συνεργία τοῦ ἀνθρώπου»200.

2ον) Φωτισμός τοῦ νοῦ, διά τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος και

3ον) Θέωσις, πάλιν διά τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος201.

Ἡ ἐφαρμογή τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, δηλαδή τῶν συγκεκριμένων θεραπευτικῶν ὁδηγιῶν τοῦ Κυρίου, εἶναι αὐτό πού μαζί μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ μᾶς θεραπεύει ἐντός τῆς Ἐκκλησίας.

198 Πατερική Θεολογία, σελ. 39-41.
199 Ὅ.π. σελ. 23 καί 39.
200 Χάρη καί ἐλευθερία, σελ. 183.
201 Ὅ.π. σελ. 22-25.

 

 Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

 
Ἀπόσπασμα ἀπό τό Βιβλίο: (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου)-Τό μυστήριο τῆς ἐκκλησίας κατά τόν Γέροντα Πορφύριο τόν Ἁγιορείτη

Ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον (Γέροντος Πορφυρίου)



Ὁ Γέροντας ἀγαποῦσε πολύ ὄχι μόνον τόν Θεό, ἀλλά καί τά παιδιά τοῦ Θεοῦ, ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἦταν ὁ ἐράσμιος ἄνθρωπος (ὁ ἄνθρωπος τῆς διπλῆς ἀγάπης: πρός τόν Θεό καί πρός τό συνάνθρωπο). Εἶχε ἀγάπη μέχρις αὐτοθυσίας γιά τούς ἀνθρώπους). Στόν ἅγιο Χαράλαμπο στήν Εὔβοια, διηγεῖται ὁ Γέροντας, ὅτι ἐξομολογοῦσε ἀσταμάτητα νύκτα μέρα. Ἀργότερα ὅταν ὑπηρετοῦσε ὡς ἱερέας τῆς Πολυκλινικῆς Ἀθηνῶν, στήν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Γερασίμου, συνέχισε τή θυσιαστική ζωή, ὑπηρετώντας τούς ἀσθενεῖς. Ὁ Γέροντας ἀγάπησε, καί γι’ αὐτό γνώρισε ὅσο εἶναι δυνατό τόν Θεό. Ἀνήκει στούς «διαβεβηκότας εἰς θεωρίαν».
Ἡ ἀγάπη ὅμως στόν Χριστό εἶναι  ταυτόχρονα καί ἀγάπη στόν πλησίον.
Ὁ τετρωμένος ὑπό θείου ἔρωτος Γέροντας ἀγαποῦσε τόν Χριστό καί διά τοῦ Χριστοῦ τούς πάντες καί τά πάντα. Ἡ ἀγάπη του εἶναι «ἔμπονη», θυσιαστική, κενωτική, ἀνιδιοτελής, τελεία. Μιλώντας στά πνευματικά του παιδιά ὑπογράμμιζε ὅτι ἡ ἀγάπη στόν Χριστό εἶναι κι’ ἀγάπη στόν πλησίον. Εἶναι ἀγάπη πού ἀγκαλιάζει ὅλους, ἀκόμα καί τούς ἐχθρούς. Οἱ δύο ἐντολές, τά δύο σκέλη τοῦ Σταυροῦ, ἡ ἀγάπη στόν Χριστό (κατακόρυφο σκέλος) καί ἡ ἀγάπη στόν πλησίον (ὁριζόντιο σκέλος) εἶναι οὐσιαστικά μία, κατά τό Κυριακόν λόγιον: «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καί ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καί ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου· αὕτη ἐστίν ἡ μεγάλη καί πρώτη ἐντολή. Δευτέρα δέ ὁμοία αὐτῇ, ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν»[i] .
Ὅταν κανείς ἀγαπάει τόν Χριστό, ἀγαπάει συγχρόνως καί ὅλους τούς ἀνθρώπους, χωρίς νά ρωτᾶ ἄν οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἄξιοι τῆς ἀγάπης του ἤ ἀκόμη ἄν τήν ἀποδεχονται ἤ τήν ἀπορρίπτουν. Ἡ Χριστιανική ἀγάπη ἔχει μερικά βασικά καί ἀναφαίρετα χαρακτηριστικά, πού τήν τοποθετοῦν στήν κορυφή κάθε ἄλλης μορφῆς «ἀγάπης». Εἶναι ἀγάπη ἀνιδιοτελής, θυσιαστική, κενωτική, χωρίς νά βάζει ὅρια, καί χωρίς νά κάνει διακρίσεις·  εἶναι ἀγάπη πού δέ ζητάει τήν ἀνταπόδοση, οὔτε τήν ἀποδοχή, οὔτε τήν ἀνταπόκριση, οὔτε τόν ἔπαινο, οὔτε τήν ἀναγνώριση. Ὁ Γέροντας ἀκολουθώντας ἀπόλυτα τήν ὀρθόδοξη ἀντίληψη γιά τήν ἀγάπη ἔλεγε: «Ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ἐκκλησία καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ Χριστός, πού μᾶς ἔχει προσλάβει ὅλους στόν Ἑαυτό του… Ὅταν θέλεις νά συναντήσεις τόν Χριστό, θά Τόν βρεῖς στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, γιατί ἐδῶ εἶναι ἑνωμένη ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα μέ τόν Θεό, στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Δέν μπορεῖ νά ἐπικοινωνεῖς μέ τόν Χριστό καί νά μήν τά ἔχεις καλά μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους»[ii].
Ὁ ἄνθρωπος δέν πρέπει νά ἀγανακτεῖ μέ τό συνάνθρωπό του ἀλλά νά στέλνει πάντα τήν ἀγαθή του διάθεση. Μᾶς τόνιζε ὁ Γέροντας νά ἔχουμε ἀγάπη, πραότητα, εἰρήνη, γιά νά βοηθᾶμε τόν συνάνθρωπό μας ὅταν κυριεύεται ἀπό τό κακό. Νά μήν λέμε λόγια γιά τή ζωή τοῦ ἄλλου, ἀλλά νά εἴμαστε ἐλεήμονες καί νά τόν συγχωροῦμε. Νά μήν ἀγανακτοῦμε γιά τούς βλάσφημους, ἀλλά νά προσευχόμαστε γι’ αὐτούς. Σ’ αὐτούς, πού μᾶς κουράζουν καί μᾶς δυσκολεύουν, νά προσφέρουμε τήν ἀκραιφνή ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί νά σιωποῦμε.
Ἡ ἐγκράτεια τῆς γλώσσας, ἡ σιωπή, «ἀκτινοβολεῖ» στόν πλησίον» ἕλεγε ὁ Γέροντας.
Δέν πρέπει νά κατακρίνουμε ἀλλά νά διορθώνουμε τό κακό. «Ὁ σκοπός μας δέν εἶναι νά καταδικάζουμε τό κακό, ἀλλά νά τό διορθώνουμε. Μέ τήν καταδίκη ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά χαθεῖ, μέ τήν κατανόηση καί βοήθεια θά σωθεῖ. Τόν ἁμαρτωλό πρέπει νά τόν ἀντικρίζουμε μέ ἀγάπη καί μέ σεβασμό στήν ἐλευθερία του…»[iii]. Τόνιζε ἐπίσης ὅτι τό κακό ἀρχίζει ἀπό τίς κακές σκέψεις. «Ὅταν πικραίνεσαι καί ἀγανακτεῖς, ἔστω μόνο μέ τή σκέψη, χαλᾶς τῆς πνευματική ἀτμόσφαιρα. Ἐμποδίζεις  τό Ἅγιο Πνεῦμα νά ἐνεργήσει, καί ἐπιτρέπεις στό διάβολο νά μεγαλώσει τό κακό. Ἐσύ πάντοτε νά προσεύχεσαι, νά ἀγαπᾶς καί συγχωρεῖς, διώχνοντας ἀπό μέσα σου κάθε κακό λογισμό»[iv].
Ὁ χριστιανός πονᾶ καί ἐνδιαφέρεται καί γιά τούς ἀδελφούς του, πού δέν εἶναι ἐνεργά, ζωντανά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Διά τοῦτο καί δραστηριοποιεῖται ἱεραποστολικά. Ὁ Γέροντας τό τόνιζε ὡς ἀπαραίτητο στοιχεῖο τῆς ταυτότητάς μας ὡς χριστιανῶν, ἀλλά ἐπισήμαινε ὅτι ἡ καλύτερη ἱεραποστολή γίνεται μέ τό καλό μας παράδειγμα, τήν ἀγάπη μας, τήν πραότητά μας. Ἔλεγε χαρακτηριστικά ὅτι ὅπως ὁ Χριστός στέκεται στήν πόρτα τῆς καρδιᾶς τοῦ κάθε ἀνθρώπο καί χτυπάει χωρίς ὅμως νά τήν παραβιάζει ἀλλά περιμένει τήν κάθε ψυχή νά Τοῦ ἀνοίξει μόνη της ἐλεύθερα, ἔτσι καί μεῖς πρέπει νά στεκόμαστε μπροστά σέ κάθε ψυχή. Στήν ἱεραποστολική προσπάθεια τόνιζε, ὅτι, ἔχει σημασία ὁ λεπτός μας τρόπος. Τόν κυριώτερο ρόλο παίζει ἡ προσευχή καί ἡ ζωή μας, καί όχι τόσο τά λόγια, πού μπορεῖ νά μένουν ἄκαρπα. Δέν πρέπει, ἐπισήμαινε, νά ὑπάρχει φανατισμός, ἀλλά σεβασμός τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἄλλου καθώς καί ἀγάπη. Νά τιμᾶτε, ἔλεγε, τούς πάντες ἀνεξάρτητα ἀπό τό σέ ποιό θρήσκευμα ἀνήκουν, ἀφού εἶναι εἰκόνες τοῦ ἀγαπημένου μας Χριστοῦ. Μία ἄλλη σύγχρονη ὁσιακή μορφή, ἡ Γερόντισσα Γαβριηλία, συνομιλοῦσε «ἄνετα» μέ βουδιστές, βραχμάνους, καί ἑβραίους, ἄν καί παρεξηγῆτο. Ἔβλεπε στό πρόσωπό τους τόν Χριστό, τό  «κατ’ εἰκόνα», πού ὑπάρχει στόν κάθε ἄνθρωπο, ἀνεξαρτήτως θρησκείας. Ὁ φανατισμός δέν ἔχει σχέση μέ τόν κατά Θεόν ζῆλο. Ὁ ἀληθινά ζηλωτής εἶναι αὐτός, πού φλέγεται ἀπό ἀγάπη γιά τόν Θεό καί γιά τόν ἄνθρωπο. Ἄν δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ διπλῆ ἀγάπη, τότε δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀληθινή ἡ ἀγάπη, πού διακηρύσσουν ὅτι ἔχουν κάποιοι, εἴτε πρός τούς ἀνθρώους, εἴτε πρός τόν Θεό. Ἡ ἀληθινή ἀγάπη εἶναι πάντα διπλῆ, ἔχει δύο σκέλη: ἕνα κάθετο (ἀγάπη πρός τόν Θεό) καί ἕνα ὁριζόντιο (ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο). Ἐπίσης ἡ ἀληθινή ἀγάπη εἶναι πάντα εὐγενική, λεπτή, ἀνιδιοτελής, χωρίς ὅρια, θυσιαστική, χωρίς διακρίσεις. Οἱ ἅγιοι δέν κάνουν διάκριση, ἀλλά ἀγαποῦν τούς πάντες καί μάλιστα ἐξ’ ἴσου. Αὐτήν τήν ἀγάπη τή γνήσια δίδασκε ὁ Γέροντας.
Διά τοῦτο δέν πιέζε τούς ἄλλους νά γίνουν καλοί, ἀλλά προσευχόταν μυστικά γι’ αὐτούς χωρίς νά τούς κατακρίνει. Συμβούλευε νά κάνουμε προσευχή γιά νά καταστήσουμε τούς ἄλλους ἄξιους τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Μέ τήν προσευχή καί τήν ἀφοσίωσή μας στόν Θεό, ἔλεγε, νά ενεργήσει ἡ χάρις Του καί στίς ταλαιπωρημένες ψυχές πού δέν Τόν ἀγαποῦν.
Δέν πρέπει νά κατακρίνουμε κανέναν. Δέν πρέπει νά κρίνουμε ἀπό τά ἐξωτερικά γνωρίσματα. Οἱ ψυχές πού ταλαιπωροῦνται ἀπό τά λάθη τους, ἑλκύουν πολύ τή εὐσπλαχνία καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά σιωποῦμε, νά ἀνεχόμαστε καί κυρίως νά προευχόμαστε, ζῶντας μέσα στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Τότε ὠφελοῦμε μυστικά τούς ἄλλους. Ὁ Θεός μέ τήν χάρη Του καθαρίζει τό νοῦ τους καί τούς βεβαιώνει ὅτι τούς ἀγαπᾶ. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος πιστέψει ὅτι ὁ Θεός τόν ἀγαπᾶ, τότε ἡ ψυχή του  «ἀνοίγει», λουλουδίζει. Τότε ἡ ψυχή πλημμυρίζει ἀπό θεῖο ἔρωτα, διότι, «οὗ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευχεν ἡ Χάρις».
Ὁ ἄλλος κατά κανόνα δέν προσέχει τό λόγια μας, ἀλλά «εἰσπράττει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἐκπέμπουμε». Εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, πού τήν ἀκτινοβολοῦμε ὡς «κάτοπτρα» στούς ἄλλους. Ὅσο καθαρότερα κάτοπτρα εἴμαστε, τόσο περισσότερο ζοῦμε «ἐν Χριστῷ». Ὅσο περισσότερο βιώνουμε ὅτι «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί», τόσο καλλίτερα βεβαιώνουμε καί τούς ἄλλους ὅτι ὁ Θεός τούς ἀγαπᾶ. Τότε ὑπάρχει ἐλπίδα καί γι’ αὐτούς νά μεταστραφοῦν, ἀκόμη δέ καί νά μᾶς ξεπεράσουν. Ὅσο δυναμικά - ἐνεργητικά ἦταν δοσμένοι στήν ἁμαρτία, τόσο τώρα, μέ τόν ἀνάλογο δυναμισμό, προχωροῦν πρός τόν Θεό.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
Πηγή εἰκόνας: Ἱερό Ἡσυχαστήριο Ἀνάστασις Χριστοῦ-Ἐμμαούς, Ἅγ. Βασίλειος Λαγκαδᾶ


[i] Ματθ. 22, 37-39.
[ii] Κ. Γιαννιτσώτη, Κοντά στό Γέροντα Πορφύριο, Ἀθῆναι 1995, σελ. 383., (στό ἑξῆς: «Κοντά στόν Γέροντα Πορφύριο»).
[iii] «Κοντά στόν Γέροντα Πορφύριο» σελ. 37. Καί συνέχιζε: «Ὅταν ἕνα οἰκογενειακό μας πρόσωπο ρίχνει ἕνα βάζο ἀπό τό τραπέζι καί τό σπάει, συνήθως ὀργιζόμαστε, Ἄν ἐκείνη τη στιγμή, τήν κρίσιμη, μέ μιά κίνηση ψυχικῆς ἀνύψωσής μας, δείξουμε κατανόηση κάι δικαιολογήσουμε τή ζημία, κερδίσαμε καί τήν ψυχή μας καί τήν ψυχή τοῦ ἀδελφοῦ μας. Κι’ αὐτή εἶναι ὅλη ἡ πνευματική ζωή μας: μιά κίνηση ἀνύψωσής μας, μέσα στίς δοκιμασίες τῶν θλίψεων, ἀπό τήν ἀγανάκτηση τοῦ ἐγωισμοῦ στήν κατανόηση τῆς ἀγάπης».
[iv] «Κοντά στόν Γέροντα Πορφύριο», σελ. 38.

Ἡ ζωή στήν Ἐκκλησία εἶναι τελείως «ἄλλη» ζωή, εἶναι ζωή μέσα στή Θεία Χάρη



Μέσα στήν Ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος βιώνει τόν Παράδεισο, τόν Θεῖο Ἔρωτα, τήν Θεία τρέλλα καί γίνεται «κατά Χάριν ἄκτιστος»[1]. Ἐκεῖνος, πού εἰσέρχεται στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, μοιάζει μέ τό σίδηρο, πού μπαίνει στήν φωτιά. Σιγά-σιγά γίνεται καί αὐτός φῶς καί φωτιά. «Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ἡμῶν ἐστίν»[2], μᾶς εἶπε ὁ Κύριος. Ὅποιος Τήν ἀναζητεῖ, θά Τήν βρεῖ καί θά Τήν βιώσει προσωπικά. Θά εἰσέλθει στόν Χριστό καί ὁ Χριστός θά ἔλθει μέσα του. Γίνεται τότε ὁ πιστός κατά Χάριν Χριστός, ἀφοῦ μετέχει στίς θεῖες ἐνέργειες τοῦ Χριστοῦ. Αὐτές οἱ ἐνέργειες εἶναι Φῶς καί Φωτιά πνευματική, ἡ ὁποία καθαρίζει καί φωτίζει. «Συμβαίνει», δίδασκε ὁ Γέροντας Πορφύριος «ὅπως μ’ἕνα κομμάτι σίδηρο, πού τοποθετημένο μές στή φωτιά γίνεται φωτιά καί φῶς, (ἐνῶ) ἔξω ἀπ’τή φωτιά, πάλι σίδηρος σκοτεινός, σκοτάδι»[3].

Μπορεῖ ἄραγε ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι συνέχεια φῶς;
  Μπορεῖ, θά μᾶς πεῖ ὁ Ἁγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Ἀρκεῖ νά προσθέτει συνεχῶς φλόγα στή φλόγα[4], φωτιά στή πνευματική φωτιά πού ἄναψε τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα του.

Ἡ παραμονή μέσα στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι μία παθητική κατάσταση ἀλλά μία ἄκρως ἐνεργητική βιοτή. Ἡ προσπάθεια πρέπει νά εἶναι συνεχής καί ἡ πορεία ἀνοδική. «Ὁ γέρων Πορφύριος, ἔλεγε μαζί μέ ὅλους τούς ἁγίους, ὅτι ὁ πιστός πρέπει νά εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία. Αὐτό σημαίνει ἑνωμένος μέ τόν Χριστό καί μέ ὅλους τοῦ Χριστοῦ ... Ἀλλά αὐτό, τό νά εἶναι κανείς μέσα στήν Ἐκκλησία, δέν εἶναι κάτι τυπικό, ὅπως ἡ ἐγγραφή κάποιου ὡς μέλους ἑνός συλλόγου ἤ ἡ τέλεση ...τοῦ Βαπτίσματος. Διότι δέν ἀρκεῖ νά μπεῖ κανείς στήν Ἐκκλησία μιά φορά (μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα). Αὐτό πρέπει νά σημαίνει ἡ διαθήκη του (Ἐπιστολή τοῦ πατρός Πορφυρίου πρός τά πνευματικά του παιδιά)[5], στήν ὁποία εὔχεται νά μποῦμε στήν «ἐπίγειο ἄκτιστη Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ»»[6].

Εἰσερχόμενοι στήν «ἐπίγεια ἄκτιστη Ἐκκλησία»[7] μπαίνουμε σέ μιά ἄλλη «διάσταση», ἤ μᾶλλον εἰσερχόμαστε ἐκεῖ, πού δέν ὑπάρχει καμμία χωροχρονική διάσταση, ἀλλά «τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός»[8]. Εἰσορμοῦμε στό ἀδιάστατον, στό ἄναρχον, στό ἀτελεύτητον, στό αἰώνιον, στό ἀΐδιον, στό ἀπερινόητον μυστήριον τοῦ Θεοῦ. Μετέχουμε στήν ζωή τοῦ Θεοῦ· ἐκεῖ, ὅπου δέν ὑπάρχει θάνατος, φθορά, χρόνος, χῶρος, διάβολος, ἀσθένεια, πόνος, λύπη ἤ στεναγμός. Μπαίνουμε στήν «περιοχή» τῆς νίκης καί τοῦ Νικητῆ, στήν «χώρα» τοῦ Ἀχωρήτου, στόν τρόπο τοῦ «εἶναι σύν καί ἐν Αὐτῷ». Εἰσερχόμεθα στήν διαμονή «ἐν Αὐτῷ», τῷ Δημιουργῷ καί Προνοητῇ τῶν ἁπάντων, ὁδηγούμεθα «εἰς τό εἶναι» μετά τοῦ στοργικοῦ Πατέρα καί Ἀδελφοῦ, τοῦ ἀείποτε προτρέποντος ἡμᾶς εἰς τό ἀενάως κατατρυφᾶν Αὐτοῦ: «Κατατρύφησον τοῦ Κυρίου καί δώσει τά αἰτήματα τῆς καρδίας σου»[9].

Οἱ ἐνέργειες τῆς Θείας Χάριτος στήν Ἐκκλησία δέν ἐξηγοῦνται πλήρως. Ἡ ζωή μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι μία ζωή «ἐν Χάριτι». Ὁ θεῖος φόβος δέν λειτουργεῖ καταπιεστικά στήν ψυχή τοῦ πιστοῦ, ἀλλά θεραπευτικά, ἀφοῦ ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή καί γνήσια μετάνοια. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἀρχικά, καί στή συνέχεια ὅλη ἡ πρωτοχριστιανική κοινότητα, εἶχαν αὐτό τό βίωμα τῆς ἀγαλλιάσεως. Ὅπως δίδασκε ὁ Γέροντας: «ἀγαπιόντουσαν, χαιρόταν ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ὁ ἕνας μέ τόν ἄλλον εἶχαν ἑνωθεῖ»[10]. Αὐτή ἡ ζηλευτή ἑνότητα, ἀποτέλεσμα τῆς ἐσωτερικῆς πλήρωσης μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἦταν τό ἠχηρότερο ἱεραποστολικό κήρυγμα διότι, ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας, «ἀκτινοβολεῖ αὐτό τό βίωμα καί τό ζοῦνε κι’ ἄλλοι»[11]. Ἡ Θεία Χάρη, ἡ Θεία Ἐνέργεια εἶναι ἡ ζωή ἡ ἀληθινή, ὁ Παράδεισος ἐπί γῆς· αὐτή μᾶς ζεῖ, μᾶς τρέφει, μᾶς χαροποιεῖ, μᾶς γεμίζει, εἶναι τό πᾶν, γίνεται τό πᾶν γιά τόν πιστό.

Τά ἀνωτέρω φανερώνονται στή ζωή ὅλων τῶν Ἁγίων, ὅπως εἶναι καταγραμμένη στά Συναξάρια τους. Ὁ Γέροντας βίωνε συχνότατα (ἄν ὄχι ἀδιάλειπτα) στό κελλάκι του στά Καυσοκαλύβια (Ἱερόν Κελλίον: Ἅγιος Γεώργιος) αὐτήν τήν παραδείσια κατάσταση, ψάλλοντας καί προσευχόμενος μέ τά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας. «Μοῦ ἄρεσαν», ἔλεγε, «αὐτά πού ἔχουν Θεῖο Ἔρωτα. Ἦταν μοιρολόϊ, ἐρωτικό τραγούδι»[12]. Στούς ἀνθρώπους φαινόταν σάν νά ἔχει χάσει τά λογικά του[13], ἀλλά ὁ ἴδιος ζοῦσε τήν μακαριότητα τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος γίνεται «τοῖς πᾶσι τά πάντα»[14]. Δάκρυα χαρᾶς πλημμύριζαν τά μάτια του. Τρεφόταν μέ  τήν Θεία Χάρη. «Ἦταν ἡ ζωή μου αὐτή. Ζοῦσα μέ τήν Χάρι τοῦ Κυρίου, ὄχι μέ τήν δική μου δύναμη»[15], ἔλεγε.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης.

[1] Βίος καί Λόγοι, Ζ΄, σελ. 194.
[2] Πρβλ. Λουκ. 17, 21.
[3] Βίος καί Λόγοι, Ζ΄, σελ. 201.
[4] Πρβλ. Ἁγ. Ἰωάννου Σιναΐτου, Κλῖμαξ, Λόγος Α’, στ. 48, ἔκδ. Ἱ.Μ. Παρακλήτου, ἔκδ. 9η, Ὠρωπός 2002, σελ. 48- 49.
[5] Ἱερομονάχου Πορφυρίου, Ἐπιστολή Γέροντος Πορφυρίου πρός τά πνευματικά του παιδιά, Ἐν Καυσοκαλυβίοις τῇ 4/17 Ἰουνίου 1991, στό: Αἰκατερίνας μοναχῆς, Ὁ ὅσιος Γέρων Πορφύριος, Ἡ ἀγαπῶσα καρδία, Ἐκδόσεις Ἐφραιμιάς, Κονταριώτισσα Κατερίνης, σελ. 355-357.                  
[6] Θαυμαστά γεγονότα, σελ. 28-29.
[7] Ἱερομονάχου Πορφυρίου, Ἐπιστολή Γέροντος Πορφυρίου πρός τά πνευματικά του παιδιά, Ἐν Καυσοκαλυβίοις τῇ 4/17 Ἰουνίου 1991, στό Αἰκατερίνας μοναχῆς, Ὁ ὅσιος Γέρων Πορφύριος, Ἡ ἀγαπῶσα καρδία, Ἐκδόσεις Ἐφραιμιάς, Κονταριώτισσα Κατερίνης, σελ. 355-357.
[8] Κολ. 3, 11.
[9] Ψαλμ. 36,4.
[10] Βίος καί Λόγοι, Ζ΄, σελ. 205.
[11] Ὅ.π. σελ. 205.
[12] Ὅ.π. σελ. 74.
[13] Πρβλ. Βίος καί Λόγοι, Ζ΄, σελ. 65 - 66.
[14] Ἐφ. 1, 23.
[15] Βίος καί Λόγοι, Ζ΄,σελ. 75.

 Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο: «Τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας κατά τόν Γέροντα Πορφύριο» (Σάββα Ἱερομονάχου).

Οἱ προϋποθέσεις μιᾶς σωστῆς προσευχῆς (Γέρων Πορφύριος)



Οἱ προϋποθέσεις μιᾶς σωστῆς προσευχῆς εἶναι: 
 - ἡ προσευχή προετοιμασίας γιά τήν προσευχή, 
 - τό νά παρακαλέσουμε τόν Κύριο νά μᾶς δώσει δάκρυα, 
 - τό θυμίαμα, 
 - τό κερί, 
 - ἡ ἡσυχία, 
 - ἡ ἀμεριμνία, 

 - ἡ μελέτη, 
 - ἡ ἀποκοπή ἀπό ὅλους καί ὅλα, 
 - τό καντηλάκι,  
 - ἡ χαρά, 
 - ἡ ἀπόλυτη ἐξάρτηση ἀπό τόν Θεό, 
 - τό ἀπόλυτα ἄφημα στόν Κύριο. 

 (Ὅσιος Γέροντας Πορφύριος) 

Π. Πορφύριος: " Σοῦ εὔχομαι νά "σκιρτᾶς" ἀπό χαρά, κοιτάζοντας πίσω σου τό χάος ἀπό τό ὁποῖο μᾶς πέρασε ὁ Ἀναστάς Κύριος"


Ἀντί ἄλλης Πασχάλιας εὐχῆς θά σᾶς μεταφέρω τά χαρμόσυνα ἀναστάσιμα βιώματα τοῦ μακαριστοῦ γέροντα Πορφύριου, ὅπως τά ἔζησα μία Τρίτη της Διακαινησίμου στό κελάκι του. Πῆγα νά τον δω σάν γιατρός. Μετά τήν καρδιολογική ἐξέταση καί τό συνηθισμένο καρδιογράφημα, μέ παρακάλεσε νά μήν φύγω. Κάθισα στό σκαμνάκι κοντά στό κρεβάτι του. Ἔλαμπε ἀπό χαρά τό πρόσωπό του.
Μέ ρώτησε:
-Ξέρεις τό τροπάριο πού λέει "Θανάτου ἐορτάζομεν νέκρωσιν...";
-Ναί γέροντα, τό ξέρω.
-Πές το.
Ἄρχισα γρήγορα-γρήγορα. "Θανάτου ἐορτάζομεν νέκρωσιν, Ἅδου τήν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτής, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχήν καί σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τόν αἴτιο, τόν μόνον εὐλογητόν τῶν πατέρων Θεόν καί ὑπερένδοξον".
-Τό κατάλαβες;
-Ἀσφαλῶς τό κατάλαβα. Νόμισα πώς μέ ρωτάει γιά τήν ἑρμηνεία του. Ἔκανε μία ἀπότομη κίνηση τοῦ χεριοῦ του καί μοῦ εἶπε:
-Τίποτε δέν κατάλαβες βρέ Γιωργάκη! Ἐσύ τό εἶπες σάν βιαστικός ψάλτης... Ἄκου τί φοβερά πράγματα λέει αὐτό τό τροπάριο. Ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάστασή Του δέν μᾶς πέρασε ἀπέναντι ἀπό ἕνα ποτάμι, ἀπό ἕνα ρῆγμα γής, ἀπό μία διώρυγα, ἀπό μία λίμνη ἤ ἀπό τήν Ἐρυθρά θάλασσα. Μᾶς πέρασε ἀπέναντι ἀπό ἕνα χάος, ἀπό μία ἄβυσσο, πού ἦταν ἀδύνατο νά τήν περάσει ὁ ἄνθρωπος μόνος. Αἰῶνες περίμενε αὐτό τό πέρασμα, αὐτό τό Πάσχα. Ὁ Χριστός μᾶς πέρασε ἀπό....

τόν θάνατο, στή Ζωή. Γι' αὐτό σήμερα "Θανάτου ἐορτάζομεν νέκρωσιν, ἅδου τήν καθαίρεσιν". Χάθηκε ὁ θάνατος. Τό κατάλαβες; Σήμερα γιορτάζουμε τήν "ἀπαρχή" τῆς "ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου" ζωῆς κοντά Του.
Μίλαγε μέ ἐνθουσιασμό καί βεβαιότητα. Συγκινήθηκε. Σιώπησε λίγο καί συνέχισε πιό δυνατά:
-Τώρα δέν ὑπάρχει χάος, θάνατος καί νέκρωση, Ἅδης. Τώρα ὅλα χαρά, χάρις καί Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας.
Ἀναστήθηκε μαζί Του ἡ ἀνθρώπινη φύση. Τώρα μποροῦμε καί μεῖς νά ἀναστηθοῦμε, νά ζήσουμε αἰώνια κοντά Του... Τί εὐτυχία ἡ Ἀνάσταση! "Καί σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τόν αἴτιον". Ἔχεις δεῖ τά κατσικάκια τώρα τήν ἄνοιξη νά χοροπηδοῦν πάνω στό γρασίδι, νά τρῶνε λίγο ἀπό τή μάνα τους καί νά χοροπηδοῦν ξανά; Αὐτό εἶναι τό σκίρτημα, τό χοροπήδημα.
Ἔτσι ἔπρεπε κι ἐμεῖς νά χοροπηδοῦμε ἀπό χαρά ἀνείπωτη γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καί τήν δική μας. Διέκοψε πάλι τό λόγο του. Ἀνέπνεα μία εὐφρόσυνη ἀτμόσφαιρα.
-"Μπορῶ νά σού δώσω μία συμβουλή;" συνέχισε. "Σέ κάθε θλίψη σου, σέ κάθε ἀποτυχία σου νά συγκεντρώνεσαι μισό λεφτό στόν ἑαυτό σου καί νά λές ἀργά-ἀργά αὐτό τό τροπάριο. Θά βλέπεις ὅτι τό μεγαλύτερο πράγμα στή ζωή σου -καί στή ζωή τοῦ κόσμου ὅλου- ἔγινε. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἡ σωτηρία μας. Καί θά συνειδητοποιεῖς ὅτι ἡ ἀναποδιά πού σου συμβαίνει εἶναι πολύ μικρή γιά νά χαλάσει τή διάθεσή σου".
Μοῦ' σφίξε τό χέρι λέγοντας:
-Σού εὔχομαι νά "σκιρτᾶς" ἀπό χαρά, κοιτάζοντας πίσω σου τό χάος ἀπό τό ὁποῖο μᾶς πέρασε ὁ Ἀναστάς Κύριος, "ὁ μόνος εὐλογητός τῶν Πατέρων"... Ψάλε τώρα καί τό "Χριστός Ἀνέστη".
Ὑστερόγραφο δικό μου: "ἀληθῶς Ἀνέστη"!!!
(Γεώργιος Παπαζάχος, καθηγητής Ἰατρικῆς, ἀναδημοσίευση ἀπό τό περιοδικό "Σύναξη - Πάσχα 1994)
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2013/05/blog-post_5555.html

Ἡ μελαγχολία, ἡ ταπείνωση καί ὁ ἐξομολόγος (πατήρ Πορφύριος )


img_271res.jpg
 Κάποια βραδιά  είχαμε συγκεντρωθεί μια ομάδα μαζί με έναν Αγιορείτη.
Νύχτωσε. Ο καιρός ήταν ανταριασμένος και απειλητικός. Όμως, κοντά στο Γέροντα Πορφύριο   και για όσους ακόμη δεν ήταν μαθημένοι στη σκοτεινή νύχτα της φύσης, δεν ταραζότανε η γαλήνη.
Ο Γέροντας μιλούσε για τη διαφορά της ταπεινοφροσύνης από το πλέγμα της κατωτερότητας.
Ο ταπεινός, έλεγε, δεν είναι μια προσωπικότητα διαλυμένη. Έχει συνείδηση της κατάστασής του, αλλά δεν έχει χάσει το κέντρο της προσωπικότητάς του. Ξέρει την αμαρτωλότητά του, την μικρότητά του και δέχεται τις παρατηρήσεις του πνευματικού του ,των αδελφών του.

Λυπάται, αλλά δεν απελπίζεται. Θλίβεται, αλλά δεν εξουθενώνεται και δεν οργίζεται. Ο  κυριευμένος από το πλέγμα της κατωτερότητας, εξωτερικά και στην αρχή, μοιάζει με τον ταπεινό.
Αν όμως, λίγο τον θίξεις ή και τον συμβουλεύσεις, τότε το αρρωστημένο εγώ εξανίσταται, ταράζεται, χάνει κι αυτή τη λίγη ειρήνη που έχει. Το ίδιο, έλεγε, συμβαίνει και με τον παθολογικά μελαγχολικό σε σχέση με το μετανοούντα αμαρτωλό. «Ο μελαγχολικός περιστρέφεται κι ασχολείται με τον εαυτό του και μόνο.
Ο αμαρτωλός ,που μετανοεί κι εξομολογείται, βγαίνει από τον εαυτό του. Αυτό το μεγάλο έχει η πίστη μας: τον εξομολόγο, τον πνευματικό. Έτσι  και το πεις στο Γέροντα, κι έλαβες τη συγχώρηση, μη γυρνάς πίσω».
Αυτό το τόνιζε πολύ . Να μην ξαναγυρνά κανείς στα προηγούμενα, αλλά να προχωρά. Πόσους αιχμαλωτισμένους στη μαύρη χώρα της απελπισίας δεν είχε σώσει την έσχατη ώρα τραβώντας τους με τη δύναμη της παρρησίας του στο Θεό!
http://1myblog.pblogs.gr/2008/08/h-melagholia-h-tapeinwsh-kai-o-exomologos-pathr-porfyrios.html

Ψυχή - προσευχή (π. Πορφύριος)



porphy_flowers_bl.jpg

 Όταν η ψυχή είναι ταραγμένη, θολώνει το λογικό και δε βλέπει καθαρά. Μόνο, όταν η ψυχή είναι ήρεμη, φωτίζει το λογικό, για να βλέπει καθαρά την αιτία κάθε πράγματος.

Η ψυχή είναι πολύ βαθιά και μόνο ο Θεός τη γνωρίζει. Γιατί να κυνηγάμε τα σκοτάδια;

Να, θα ανάψουμε το φως και τα σκοτάδια θα φύγουν μόνα τους. Θα αφήσουμε να κατοικήσει σ' όλη την ψυχή μας ο Χριστός και τα δαιμόνια θα φύγουν μόνα τους.

Όταν έρθει μέσα μας ο Χριστός, τότε ζούμε μόνο το καλό, την αγάπη για όλο τον κόσμο. Το κακό, η αμαρτία, το μίσος εξαφανίζονται μόνα τους, δεν μπορούν, δεν έχουν θέση, να μείνουν.

Να μην ενδιαφέρεσαι αν σε αγαπούν, αλλά αν εσύ αγαπάς το Χριστό και τους ανθρώπους. Μόνο  έτσι  γεμίζει η ψυχή.


Στην ψυχή, που όλος ο χώρος της είναι κατειλημμένος από το Χριστό, δεν μπορεί να μπει και να κατοικήσει ο διάβολος, όσο κι αν προσπαθήσει, διότι δεν χωράει, δεν υπάρχει κενή θέση γι' αυτόν.

Ο σκοπός μας δεν είναι να καταδικάζουμε το κακό, αλλά να το διορθώνουμε. Με την καταδίκη ο άνθρωπος μπορεί να χαθεί, με την κατανόηση και βοήθεια θα σωθεί

Το κακό αρχίζει από τις κακές σκέψεις. ΄Oταν πικραίνεσαι και αγανακτείς, έστω μόνο με τη σκέψη, χαλάς την πνευματική ατμόσφαιρα.

Εμποδίζεις το Άγιο Πνεύμα να ενεργήσει και επιτρέπεις στο διάβολο να μεγαλώσει το κακό.

Εσύ πάντοτε να προσεύχεσαι, να αγαπάς και να συγχωρείς, διώχνοντας από μέσα σου κάθε κακό λογισμό.
http://1myblog.pblogs.gr/2008/08/psyhh-prosefhh-p-porfyrios.html

Τό πνεῦμα τό ὀρθόδοξον εἶναι τό ἀληθές.Πρώτη συνομιλία



ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ


Το Πνεύμα το Ορθόδοξον είναι το αληθές

  • Πρώτη συνομιλία
- Γέροντας: Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων. Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι' ου τα πάντα εγένετο. Τον δι' ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών, και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου, και παθόντα και ταφέντα. Και αναστάντα τη τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς. Και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός. Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος.

Αυτόνε πιστεύομε. Λοιπόν, μέσα στην θρησκεία, λέει, ότι αυτός είναι ο ιδρυτής της Ορθοδόξου πίστεως και ότι όλες οι θρησκείες δεν είναι όσο είναι αυτή η θρησκεία. Μία θρησκεία μόνον είναι: Η Ορθόδοξος Χριστιανική θρησκεία και το πνεύμα αυτό το ορθόδοξον είναι το αληθές. Τα άλλα πνεύματα, είναι πνεύματα πλάνης και οι διδασκαλίες είναι μπερδεμένες.
 

Εδώ ο Θεός της Ορθοδόξου πίστεως είναι Θεός, που αν τον πούμε και αγάπη, όπως το λέει η Γραφή, πάλι το ίδιο είναι. Ο Θεός λέγεται αγάπη. Και όποιος έχει αγάπη είναι του Θεού. Ο Θεός λοιπόν πολλοί λένε «είναι αγάπη ο Θεός, καημένε, έτσι είναι ο Θεός». Μα είναι αγάπη ο Θεός. Αλλά ο Θεός δεν είναι μόνον αγάπη, είναι και δικαιοσύνη. Είναι και δίκαιος, δεν μπορεί ένανε κλέπτη, λωποδύτη, που ζει εις βάρος των άλλων, να τόνε θέσει σε μια κατάσταση.
Θα μου πεις μα, εφ' όσον είναι αγάπη; Όμως έτσι είναι η θρησκεία μας. Και έτσι πρέπει να είναι, για να ομολογήσουμε τις ιδιότητες του Θείου, πώς είναι. Αυτές είναι οι ιδιότητες του Θείου. Αλλά όμως δεν το ξεύρουμε: Ο Θεός μπορεί να τους βάλει όλους στον παράδεισο. Και όλων των θρησκειών να τους βάλει όλους. Αυτό όμως τα χαρτιά μας δεν το γράφουνε. Αλλά ούτε και πρέπει εμείς να το πιστεύουμε. Έστω αν ο Θεός όλους μπορεί να τους πάρει ως παιδιά του. Με ακούεις;
- Συνομιλητής: Μάλιστα, Γέροντα, μάλιστα.

Ἀνοίγεις τά χέρια σου στό Χριστό




 
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ
Ανοίγεις τα χέρια σου στο Χριστό
(Ένας τρόπος πνευματικής ζωής)
 
Συντομογραφίες:
Γ.Π.: Γέροντας Πορφύριος
Ε. : Επισκέπτης
Υ. : Υποτακτικός


- Γ.Π.: Η ζωή η πνευματική διέπεται από τρόπους. Καλά τα λέω; Ε, τάδε;
- Υ.: Όχι ακριβώς, αλλά θέλει τρόπους.
- Γ.Π.: Δηλαδή χρειάζονται τρόποι. Δηλαδή να! Σου έρχεται αυτό, ας πούμε (δηλ. ένας πειρασμός), τι πρέπει να κάνεις; Θα καθίσεις να σε βουτήξει, να σε σφίξει;
Χρειάζεται ένας τρόπος. Αλλά αυτόν τον τρόπο δεν μπορεί να τον έχω και εγώ και εσύ κι' ο άλλος, κι' ο άλλος. Είναι πάρα πολλοί τρόποι και κάθε ένας ευχαριστείται η κατορθώνει να κάνει ένα τρόπο, για να διώχνει το αντίθετο, τας ενοχλήσεις του αντιθέτου πνεύματος.
Μέσα σε όλους τους τρόπους είναι και ένας τρόπος που λέγεται περιφρόνησις. Δηλαδή βλέπεις ότι έρχεται κάποιος, δηλαδή ο εχθρός, ο αντίθετος, το αντίθετο πνεύμα, έρχεται να σε βουτήξει κι εσύ κάνεις έτσι... Δεν το κοιτάζεις, δεν τρομοκρατείσαι, δεν σφίγγεσαι, δεν κάνεις έτσι να το βγάνεις από μέσα σου, αλλά κάνεις... ανοίγεις. Κάνεις έτσι... δηλαδή, πώς να πούμε; ενώ έρχεται το αντίθετο, εσύ ανοίγεις τας αγκάλας σου, ανοίγεις τα χέρια σου στο Χριστό.
Ε! πως, ας πούμε, το παιδάκι, που βλέπει κάποιο θηρίο, κάποιο σκύλο, κάποιο άγριο να έρχεται: ουά μπαμπά! και τρέχει και αγκαλιάζει το μπαμπά του, και όταν τον πλησιάζει δεν φοβείται. Ε! λοιπόν αυτό είναι ένας τρόπος. Αλλά αυτός ο τρόπος που φαίνεται τόσο εύκολος (θέλει προσοχή). Δηλαδή αισθάνεσαι ότι έρχεται να σε καταλάβει, ε, λες τι πρέπει να γίνει; Μου είπε ο γέροντας να τον περιφρονώ τον λογισμό αυτόν. Ε.... πας να τον περιφρονήσεις. Όταν το καταλάβει εκείνος, αμέσως σε βουτάει, σε σφίγγει, σε καθηλώνει και... κάνεις εκείνο που θέλει αυτός, όχι αυτό που θέλεις εσύ... Με καταλάβατε; Τότε; «Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος». Τι πρέπει να κάνω; Το μυστικό είναι πώς μπορούμε, (να είμαστε όμως, πρέπει να είμαστε κι άξιοι), πώς μπορούμε, με τη θεία χάρη, να κάνουμε αυτό το άνοιγμα, οπότε και «εζήτησα αυτόν και ουχ ευρέθη ο τόπος αυτού». Μωρέ αυτό, τάδε, άμα τ' ακούσεις καμμιά φορά να το ιδούμε που είναι, να δούμε και την εξήγησή του. Α, δεν μπορείς να το βρεις;
- Υ.: Μπορώ.
- Γ.Π: Άντε βρες το.


(Στο σημείο αυτό ο κρατών το μαγνητόφωνο απομακρύνεται για να βρει το χωρίο που ζήτησε ο Γέροντας και η ηχογράφησις διακόπτεται. Όταν επανήλθε ο Γέροντας μιλούσε για την μοναχική άσκηση. Έλεγε:)

- Γ.Π: Για να σταθείς εδώ, πρέπει να υπάρχει αγρυπνία, σωματική εργασία. Το ξέρετε; Αυτό (δεν κατορθώνεται όταν) δεν υπάρχει πολλή εργασία. Αυτά δεν έχει... (δεν πετυχαίνονται χωρίς ενθουσιασμό). Οπότε άμα γύρεις λίγο προς τα πίσω, κατά πίσω, γκούπ, κοιμάσαι κιόλας, πάν' και τα ψαλτήρια, πάν' και οι κανόνες.
- Ε.: Ε, πάει και η λειτουργία
- Γ.Π: Πάει κι η λειτουργία. Και είναι μια μεγάλη παγίδα του σατανά για τους ανθρώπους που λατρεύουν το Θεό. Τους φέρνει σε μια τέτοια κατάσταση και τα χάνουν όλα και το λένε: «δεν μπορώ στην εκκλησία, αποκοιμώμαι, δεν μπορώ». Είναι ένα είδος χαυνότητος, που ο άνθρωπος πράγματι τα χάνει. Αλλά είναι πειρασμική ενέργεια, παιδιά. Μεγάλη πειρασμική ενέργεια! Λοιπόν...
Και ο λογισμός ο αντίθετος, όταν δεις το αντίθετο πνεύμα να έρχεται να σε εμποδίσει από την πνευματική αυτή εργασία, που κάνεις, ε... πρέπει να στρέψεις, όπως είπαμε, έτσι...
- Ε.: Άνοιγμα
- Γ.Π: Ε! Ν' ανοίξεις, ν' ανοίξεις.
Αυτό είναι που λέμε η φόρμα. Αν δεν κατορθώσεις, αν δεν κατορθώσεις αμέσως να γίνει αυτό το πράγμα... σε βούτηξε. Και εφόσον θα προσπαθείς να το διώξεις, αυτό θα σ' έχει συλλάβει έτσι... και θα σ' έχει εκεί. Εδώ θα πάς. Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! Το’ χετε ακούσει αυτό, ε; Βοηθήστε με όμως. Το ηύρες, τάδε;
- Υ.: Μάλιστα «Είδον αυτόν υπερυψούμενον υπέρ τας κέδρους του λιβάνου»
- Γ.Π.: Τι είναι αυτό πάλαι...;
- Υ.: Γέροντα, εδώ λέει : «Και έτι ολίγον κι ου μη υπάρξει ο αμαρτωλός. Και ζητήσεις τον τόπον αυτού και ου μη ευρείς». Αυτό εννοείτε;
- Γ.Π.: Δεν... δεν... και εζήτησε αυτόν και ουχ ευρέθη ο τόπος αυτού. Τα μπερδεύω κιόλας. Μου ήρθε αυτό, το είπα. Εν πάση περιπτώσει και αυτό πάει λίγο. Ενώ έχω διάφορα. Πώς το λέει... για πέστο...
- Υ.: Και έτι ολίγον και ου μη υπάρξει ο αμαρτωλός. Και ζητήσεις τον τόπον αυτού και ου μη ευρείς. Δεν θάναι αυτό.
- Γ.Π.: Αυτό. Δεν πάει αυτό;
- Ε.: Μπορεί... κι αυτό;
- Γ.Π.: Ναι αλλά εγώ το ήξερα έτσι πιο ζωηρά.
- Υ.: Είναι σε άλλο μέρος αυτό;
- Γ.Π.: Ε, βρες το. Και εζήτησα αυτόν και ουχ ευρέθη ο τόπος αυτού. (Ψαλμ. 36,36)
- Υ.: Υπερυψώθη υπέρ τας κέδρους του Λιβάνου, λέει αυτό.

- Γ.Π.: Και εζήτησα αυτόν και ουχ, βρε παιδιά μου. Και εζήτησα αυτόν και ουχ ευρέθη ο τόπος. Εν πάση περιπτώσει είναι ένα μυστικό. Δηλαδή αισθάνεσαι ότι θα έρθει αυτό και κάνεις έτσι... αμέσως. Πρέπει να προλάβεις να κάνεις έτσι. Να! Να σάς πω ένα δικό μου. Μιά μέρα, (έχω εδώ ένανε ο οποιος δεν μου κάνει υπακοή καθόλου) λοιπόν και μια μέρα του λέω: Άκουσε, παιδί μου, να κάνεις αυτό. Λέει: Όχι, δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Του λέω: Σε παρακαλώ, κάντο προς χάριν μου. (Ήτανε κάποια ανάγκη να μου κάνει, καταλάβατε;) Και εκεί λοιπόν που του έλεγα, αυτός, μου λέει: Αυτό δεν το επιτρέπει η επιστήμη, δεν είναι έτσι που το λέεις, δεν μπορώ εγώ να το κάνω. Η επιστήμη το λέει έτσι. Του λέω: ρε παιδί μου, την επιστήμη θα κοιτάξουμε τώρα; Κάνε μια υπακοή σε μένα. «-Όχι, δεν μπορώ.» Εκείνη τη στιγμή λοιπόν πάει ενικήθηκα και μου ήρθε ν' αγανακτήσω. Αλλά εκεί, εκεί που πήγε να με κάνει έτσι για να αγανακτήσω, έκανα έτσι: «Θεέ μου, συγχώρεσέ με και δός φώτιση στον άνθρωπό σου, στην ψυχή που την κατέχει ο πειρασμός. Άρχισα να προσεύχομαι και να συγκινούμαι! Δηλαδή το μυστικό είναι... εκεί που ήταν να ξεσπάσει έτσι, το πρόλαβα και δεν οργίστηκα. Είναι δική μου αυτή, η... αυτή θέλω να πω, η πείρα. Πώς να το πω... κακό είναι που το λέω;
- Ε.: Ο τρόπος.
- Γ.Π.: Ο τρόπος. Κακό είναι που το λέω; τι είναι αυτά που λέει. Δεν είναι σωστά. Σωστά είναι, για δεν είναι σωστά; Μπορεί να το πει κανείς ότι πήγα να πάθω αυτό και με τη χάρη τού Κυρίου το γλύτωσα και τόκανα έτσι; Το μετέτρεψα με τη χάρη τού Θεού; Είναι αμαρτία;
- Υ.: Εφόσον είναι προς διδασκαλίαν, Γέροντα, και προς σωτηρίαν γιατί να είναι αμαρτία; Εκ της πείρας δεν ωμιλούν οι πατέρες;
- Γ.Π.: Εγώ να σάς πω, ασχολούμενος με την υπακοή έχω στερηθεί από διαβάσματα. Μόνο μέσ' στην Εκκλησία. Εκείνα. Δεν έχω διαβάσει. Τους συναξαριστάς του Δουκάκη μου είχανε πάρει και διάβαζα εκεί οι Γέροντες μου. Αλλά θέλω να σας πω ότι, έ, δεν ήξερα πατέρες, ότι ο Άγιος Χρυσόστομος έχει τόσα συγγράμματα, ο Άγιος Βασίλειος, ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, με ακούτε;
- Ε.: Μάλιστα

- Γ.Π.: Και τώρα έμαθα ότι έχουν βγει τα συγγράμματα κι ότι υπάρχουν. Τότε που; στα ασκητήρια των Καυσοκαλυβίων τι είχαμε; Είχαμε αυτά τα... τους βίους των Αγίων, τους Συναξαριστάς του Δουκάκη, κάτι, ε, τέτοια πράγματα, ερμηνείες ας πούμε.
Και ιδίως εκεί είχαμε τον Ευεργετινό, το Λαυσαϊκό, τα Γεροντικά και κάτι τέτοια. Λοιπόν και τώρα να μη μου φύγει αυτό που θέλω να πω. Μου 'φυγε.
- Υ.: Είπατε ότι τώρα μάθατε ότι οι πατέρες εξεδόθησαν.
- Γ.Π.: Α! ναι. Λοιπόν και τώρα εγώ είμαι και τυφλός. Και ούτε και μπορώ να διαβάσω. Λοιπόν και από τη λαχτάρα που είχα, παράγγειλα έτσι κι ένας καλός χριστιανός μάλλον εκεί μου έφερε τους πατέρας. Κι' έφτιαξα μια βιβλιοθήκη και τους βάλαμε εκεί πέρα. Τα συγγράμματα των πατέρων, Χρυσοστόμου, Βασιλείου, Γρηγορίου Θεολόγου, Γρηγορίου, ξεύρω κι' εγώ, εκεί είναι. Πόσα είναι, ρε τάδε...
- Υ.: Καμμιά εκατοστή τόμοι που έχουν εκδοθεί τώρα.

- Γ.Π.: Ε, λοιπόν ακούτε. Και τα έβαλα εκεί και χαίρομαι έτσι να λέω ότι έχω εδώ τους πατέρας και ικανοποιούμαι ψυχικά χωρίς να ξέρω τι λένε. Κεκρυμμένοι θησαυροί. Αλλά, ε, έβαλα όμως και να μου διαβάσουνε, και παίρνει ένα βιβλίο του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, τώρα τα Χριστούγεννα, των Θεοφανείων, λοιπόν, και μου διαβάσανε (δεν αντέχω και πολύ στο διάβασμα ν’ ακούω, το μυαλό μου κουράζεται, διότι δεν στέλνει η καρδιά μου αίμα επάνω να... πάρει δύναμη το μυαλό. Πως να σας το πω: οξυγόνο, πως το λένε). Και θέλω να σας πω, παιδιά, ένα πολύ σπουδαίο. Τους έβαλα και μου διαβάσανε κι εκεί σε ένα σημείο έλεγε ότι... «Θα με ακούσετε», έλεγε μέσα ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, «θα με ακούσετε, αδελφοί μου, εγώ σας μιλάω με το πνεύμα του Θεού αυτή τη στιγμή. Το πνεύμα του Θεού με φωτίζει και θα σας πω αυτά που θα σας πω τώρα». Λοιπόν κι όταν το άκουσα: Πω, πω! λέω, πως τα λέει! Με τι εγωισμό! Και όταν λοιπόν άνοιξα λίγο έτσι και συνέχισα και παρακάτω είπε κάτι άλλο, τότε αισθάνθηκα τι μεγάλη ταπείνωση που είχε ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, πολύ μεγάλη ταπείνωση! Διαβάστε, παιδιά, πάρτε το βιβλίο του κι ιδέστε που λέει αυτό το πράγμα και θα ιδείτε τι ταπείνωση που έχει αυτός. Και όμως στην έκφρασή του παρουσιάζεται με ένα εγωισμό τάχα, που δεν είναι καθόλου εγωισμός. Είναι μια απλότητα και μια μεγάλη ταπείνωση κι αγιωσύνη που έχει και τα λέει με τόσο, έτσι, απλό τρόπο. Και μου έκανε μεγάλη εντύπωση αυτό το πράγμα. Τάδε, τόχεις διαβάσει;
- Υ.: Όχι, Γέροντα
- Γ.Π.: Βέβαια, στον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο. Τώρα τις καλές μέρες ήτανε ή στα Θεοφάνεια ή στο Πάσχα, δεν θυμάμαι. Τόχετε ακούσει;
- Ε.: Όχι.
- Γ.Π.: Ναι αλλά κείνο το μυστήριο, κείνο μου 'κανε εντύπωση. Τώρα που τα λέμε εδώ το θυμήθηκα. Αυτά που ανοίξαμε, ναι, θέλουνε πολλή συζήτηση. Άλλη φορά. Θα έρθω επάνω. Τώρα το καλοκαίρι είναι καλά, αλλά το χειμώνα εκεί πέρα πρέπει να έχω σόμπα.
- Ε.: Ο,τι θέλετε, Γέροντα.

- Γ.Π.: Λοιπόν έτσι χάρηκα πολύ που ήρθατε κι αισθάνθηκα έτσι τού μοναστηριού σας τη χάρη και την αγάπη σας και τας ταπεινάς μου ευχάς στον γέροντα, ευχαριστώ πάρα πολύ και πηγαίνετε, έτσι, στην ευλογία τού Θεού και στο διακόνημά σας, να προλάβετε οι άνθρωποι να προσκυνήσουν, να πάρουν δύναμη από τον Τίμιο Σταυρό. Η χάρις τού Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, η αήττητος και ακατάλυτος και θεία δύναμις τού Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού μη εγκαταλείπης ημάς τους αμαρτωλούς. Και άμα κι' αυτό που σας είπα, αν θέλετε να το φυλάξετε. Μεγάλη υπόθεσις είναι. Δηλαδή να τρέχετε στην ακολουθία και ν' ακούτε τα μεγαλεία που είναι μέσα στους κανόνας των μεγάλων Ποιητών, που έχουν φτιάξει τους κανόνας των Αγίων, των μαρτύρων, των οσίων, των προφητών. Ακούστε τους κανόνας να δείτε τι ωραία πράγματα που λέγουν. Πού να φτάσει η Κλίμακα κι όλα τάλλα πατερικά! Εκεί μέσα είναι θησαυροί βάθους και σοφίας και γνώσεως Θεού. Το παραδέχεσθε;
- Ε.: Ναι, Γέροντα, ναι.
- Γ.Π.: Ε, πάρτε διαβάστε κανόνες, έτσι μόνοι σας. Πάρτε εκεί κανόνες και διαβάστε να δείτε τι ωραία πράγματα! Ε, να! Πού αλλού, εσείς, η ψυχή σας, θα ευφρανθεί; Μέσα σ' αυτά τα μεγαλεία τού Θεού. Κι όταν τα διαβάζετε, σιγά - σιγά θα έρθει η χάρις κι όταν έρθει η χάρις, τότε σαν τον απόστολο Παύλο που έλεγε ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος, αλλά όταν ήρθε η χάρις, πάνε όλα Πρωτύτερα ήτανε... δεν μπορούσε να κάνει το καλό, ήτανε ανίκανη η ψυχή του να κάνει το καλό. Πήγαινε να κάνει το καλό κι όμως έκανε το κακό. Ουχ ο θέλω καλό, τούτο ποιώ. Το θυμόσαστε; Ε, άλλα μετά όμως, έτσι όπως πήγαινε σιγά-σιγά ήρθε η χάρις, δεν ξέρω, θα πω μια λέξη: ενέσκηψε. Καλά το λέω, τάδε;
- Υ.: Καλά το λέτε.

- Γ.Π.: Ενέσκηψε η χάρις τού Θεού μέσα στις ψυχές των, μέσα στην ψυχή του. Του ενέσκηψε η Χάρις, ο Χριστός. Και τότε άρχισε να φωνάζει με ενθουσιασμό: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζει δε εν εμοί Χριστός. Εμοί δε το ζειν Χριστός». Πάει. Εμπήκε μέσα στην επίγεια εκκλησία, την άκτιστη επίγεια εκκλησία πλέον και δεν υπήρχε γι' αυτόν ούτε θάνατος ούτε τίποτα. Είχε ενωθεί με τον Χριστό και τότε εφώναζε με μεγάλη χαρά γι' αυτό το πράγμα που του έδωσε ο Θεός. Το φώναζε, όπου κι αν πήγαινε, το φώναζε: «Παιδιά, θα σάς πω. Πρωτύτερα εταλάνιζα τον εαυτό μου, δεν μπορούσα, ήθελα να κάνω το καλό κι όμως έκανα το κακό. Ήμουν ανίκανος να πράξω το καλό, δεν μπορούσα. Τώρα όμως, παιδιά μου, το αντίθετο έγινε. Είμαι ανίκανος, κατέστην ανίκανος να κάνω το κακό. Δεν μπορώ να το κάνω. Δεν μπορώ να κάνω το κακό τώρα. Ανίκανος. Πρωτύτερα να κάνω το καλό, ανίκανος τώρα να κάνω το κακό. Δεν μπορώ». Και πώς μπορούμε να το πούμε; Εμ, δεν πάει. Αντεστράφησαν οι όροι. Να, τότε ανίκανος να κάνει το καλό, τώρα με το Χριστό που ήρθε μέσα του κι έγινε ένθεος η ψυχή του πλέον, δεν μπορούσε. Δεν είναι να του πεις πάρε ένα δισεκατομμύριο άνθρωπε, υπόγραψε ότι αν είναι. Ναι, δεν πιάνει, δεν πάει, δεν μπορεί να το κάνει. Με καταλαβαίνετε; Δεν μπορεί να το σκεφτεί. Δεν, δεν μπορεί. Δεν μπορεί να το βαστήξει μέσα του αυτό το αντίθετο. Με καταλάβατε; Ε, δεν μπορούσε. Δηλ. θέλω να πούμε, που λέμε: δύσκολα. Δεν είναι δύσκολα, παιδιά, αυτά που λέει το ευαγγέλιο κι αυτά που θέλει ο Χριστός. Είναι όλα, όχι δύσκολα, ευκολώτατα όλα, όλα. «Ο γάρ ζυγός μου χρηστός». Πώς το λέει ένα άλλο; Λέει: Και αι εντολαί αυτού...
- Ε.: «βαρείαι ουκ εισίν».
- Γ.Π.: Τι, έτσι τα λένε αυτοί; Παραμύθια είναι; Ε, ε... δεν είναι βαρειά. Είναι όλα εύκολα, κι όλα χαρούμενα κι όλα... τι, δεν, δεν είδες κει πέρα που είπα εκείνο «Επιποθεί και εκλείπει η ψυχή μου εις τας αυλάς του Κυρίου». Λιώνει η ψυχή μου στην αγάπη σου Χριστέ μου. Κι ακούς εκεί πέρα κάτι λέξεις, ότι: Τιτρώσκομαι, τιτρώσκομαι της σης αγάπης εγώ. Δεν ξέρω αν τα λέω και καλά όμως. Γιατί δυστυχώς δε, δε... εκεί πέρα έμαθα και διαβάζω εγώ, στο Άγιο Όρος. Δεν ήξερα να διαβάσω. Ήξερα και συλλάβιζα μόνο, όταν πήγα. Είχα πάει πολύ μικρός.

- Ε.: Πόσο χρονών, Γέροντα;
- Γ.Π.: Ε, δώδεκα με δεκατρίο χρονού.
- Ε.: Και φύγατε πόσο χρονών;
- Γ.Π.: Ε, έφυγα έπειτα, να, είκοσι χρόνου. Αρρώστησα κι έφυγα απ’ αλλοιώς δεν έφευγα. Μάζευα σαλιγκάρια και άστα από εκεί την έπαθα. Τι ήθελα να πω... Αυτά ήτανε, παιδιά μου. Αυτό είναι να με αξιώσει ο Θεός να έρθω να μπω εκεί μέσα, να αισθανθώ έτσι αυτό το μεγαλείο. Όταν μπαίνετε μέσα ν' ανοίγει η ψυχούλα σας έτσι στην αγάπη του Θεού. Δεν μπορείτε εκεί πέρα.
- Υ.: Γέροντα, μήπως κουραστείτε, μιλάτε μια ώρα...
- Γ.Π.: Ναι, θέλω να πω ότι εκεί δεν μπορείς, άμα μπεις μέσα κι έχεις επίγνωση κι έχεις αγάπη Θεού, δεν μπορείς. Εκεί άλλος γίνεσαι. Είναι έτσι. Σε καθηλώνουν εκεί. Ο αγιασμός σε καθηλώνει. Τόσες ψυχές αγιασμένες που προσηύχοντο κατά καιρούς. Στο καλό. Ναι, αλλά τι θα κάνετε εκεί πάνω στη θεία Μεταμόρφωση άμα πάτε; Ανοίχτε τα χεράκια σας και πέστε: να με συγχωρέσει ο Κύριος κι εμένα τον ταπεινό, εκεί μέσα που είναι τόσο αγιασμένος ο τόπος. Καλά δεν το λέω; Είναι πολύ αγιασμένο το Μοναστήρι σας. Όλα τα Μοναστήρια είναι αγιασμένα, αλλά δεν ξέρω, αυτό το αισθάνομαι πολύ. Έχει... Μιά φορά παλαιά ήτανε άνθρωπος καλός εκεί, που είχε μαζέψει ψυχές εκλεκτές, οι οποίες έχουνε πάει κει πάνω τώρα, στο κοιμητήρι. Αυτό είναι το μεγαλείο του Μοναστηριού.
- Ε.: Το όνομά του Γέροντα;
- Γ. Π.: Ε, δεν ξέρω να σου πω τώρα. Τι να το μάθετε; Έχετε ακούσει πώς ήτο κάποιος εκεί;
- Ε.: Γι' αυτό ρωτάω.
- Ε.: Δεν έχουμε ακούσει.
- Γ.Π.: Δηλαδή έτσι, πως να πούμε, διαπρεπής άνθρωπος στην πνευματικότητα;
- Ε.: Ηγούμενος;
- Γ.Π.: Εμ, εκεί γέροντας ήταν, δεν ξέρω εγώ. Άντε στο καλό τώρα.
- Ε.: Λοιπόν την ευχή σας, ευχαριστούμε πάρα πολύ.
- Γ.Π.: Δεν μπορώ τώρα, συγχωράτε με.
 http://www.oodegr.com/oode/biblia/pneyma_orthodoxo1/pnevma_orthodoxo1.htm