Πέμπτη 23 Αυγούστου 2018

Γεγονότα καὶ Σχόλια: Περί ἐκκλησιασμοῦ νομοθετικές ἀσάφειες - Ὁ ἐκκλησιασμός ἄσκηση μύησης Περί ἐκκλησιασμοῦ νομοθετικές ἀσάφειες



Στόν φετινό ἑορτασμό τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν παρουσιάστηκαν κάποιες ἀντικρουόμενες ἀπόψεις σχετικά μέ τόν ἐκκλησιασμό τῶν μαθητῶν τῆς Δευτεροβάθμιας Ἐκπαίδευσης κατά τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς, χωρίς ὅμως νά ὑπάρχη οὐσιαστικός λόγος, γιατί οἱ νομοθετικές ἀσάφειες δέν εἶναι σημερινό φαινόμενο.

Ὅπως εἶναι γνωστόν, σέ ὅσους γνωρίζουν τά ἰσχύοντα στήν ἐκπαίδευση, ἡ 30ή Ἰανουαρίου γιά τά Γυμνάσια καί τά Λύκεια εἶναι καθιερωμένη ἀργία ἤδη ἀπό τό 1979, μέ τό Π.Δ. 104 (ΦΕΚ 23 Α, 7-2-1979).  Δέν ἦταν ὅμως ἀργία γιά τά σχολεῖα Πρωτοβάθμιας Ἐκπαίδευσης, γιά τά ὁποῖα τό Π.Δ. 79 (ΦΕΚ 109 Α, 1-8-2017) στήν παράγραφο 1 τοῦ ἄρθρου 3 δέν περιλαμβάνει στίς ἀργίες τήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἰεραρχῶν, ἐνῷ στήν παράγραφο 2δ τοῦ ἴδιου ἄρθρου ὁρίζει: «[…] 2. Ἑορταστικές ἐκδηλώσεις στά νηπιαγωγεῖα καί τά δημοτικά σχολεῖα πραγματοποιοῦνται: α) [...] δ) στίς 30 Ἰανουαρίου, ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Σέ περίπτωση πού ἡ 30ή Ἰανουαρίου εἶναι Σάββατο ἤ Κυριακή, οἱ ἑορταστικές ἐκδηλώσεις λαμβάνουν χώρα τήν προηγούμενη Παρασκευή».

Φέτος, λίγο πρίν ἀπό τήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, τό Ὑπουργεῖο Παιδείας προχώρησε στήν «ἐναρμόνιση Πρωτοβάθμιας καί Δευτεροβάθμιας Ἐκπαίδευσης ὡς πρός τό πλαίσιο ἀπόδοσης τιμῆς γιά τήν ἡμέρα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν», καθιερώνοντάς την ὡς ἀργία καί γιά τήν Πρωτοβάθμια Ἐκπαίδευση, μέ τήν προώθηση σχετικῆς νομοθετικῆς ρύθμισης, χωρίς ὅμως νά καταργήσῃ τήν σχετική διάταξη τοῦ Π.Δ. 79/2017, οὐσιαστικά χωρίς νά καταργήσῃ τόν ἐκκλησιασμό τῶν Δημοτικῶν Σχολείων, ὁ ὁποῖος ἦταν μέσα στό πλαίσιο τῶν ἐκδηλώσεων ἀπόδοσης τιμῆς στούς Τρεῖς Ἱεράρχες.

Ὁ ἐκκλησιασμός τῶν μαθητῶν δέν καταργεῖται ἀπό τό Ὑπουργεῖο. Οὔτε ὅμως ἐπιβάλλεται ὡς ὑποχρεωτικός. Ἀπόκειται στήν διάκριση καί εὐαισθησία τῶν συλλόγων τῶν διδασκόντων, στούς ὁποίους ὁρίζεται μέ ἐγκύκλιο τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας καί ἡ ὀργάνωση τήν παραμονή τῆς ἑορτῆς «δραστηριοτήτων πού σχετίζονται μέ τή συμβολή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στά Γράμματα».

Στήν περιφέρεια τῆς Ναυπάκτου, μέσα στό πλαίσιο τῆς ἐκπαιδευτικῆς νομοθεσίας, πραγματοποιήθηκαν καί ἐκδηλώσεις τήν παραμονή τῆς ἑορτῆς, ἀλλά καί ἐκκλησιασμός ἀντιπροσωπειῶν τῶν μαθητῶν τῶν σχολείων μέ τίς σημαῖες τους καί καθηγητές τους, στόν ὁποῖο μάλιστα τήν πανηγυρική ὁμιλία ἐκφώνησε, ὅπως κάθε χρόνο, ἐκπαιδευτικός.
Ὁ ἐκκλησιασμός ἄσκηση μύησης

Ἡ σχετική παραθεώρηση ὅμως (ὄχι ἀπαγόρευση) τοῦ ἐκκλησιασμοῦ γιά τούς μαθητές Πρωτοβάθμιας καί Δευτεροβάθμιας Ἐκπαίδευσης, κατά τήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἄν καί δέν εἶχε καμμιά ἀρνητική ἐπίπτωση γιά τά σχολεῖα τῆς Ναυπάκτου, ἐν τούτοις δείχνει μιά παραθεώρηση ὄχι μόνον τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρείας, ἀλλά καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνογραφίας, στήν ὁποία εἶναι ζωντανός ὁ λόγος τῶν Τριῶν Ἰεραρχῶν. Εἶναι γνωστόν ὅτι ἡ Θ. Λειτουργία, πού τελεῖται στήν ἑορτή τους, εἶναι ἔργο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου καί ὅτι ὁρισμένοι ἀπό τούς πλέον γνωστούς ἐκκλησιαστικούς ὕμνους ἔχουν συντεθῆ ἀπό ἀκέραιες προτάσεις παρμένες ἀπό λόγους αὐτῶν τῶν ἁγίων Πατέρων, τῶν ὁποίων ἡ θεολογία διαποτίζει ὅλη τήν λογική λατρεία τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁπότε, ὁ ἐκκλησιασμός τῶν μαθητῶν (ἐννοεῖται τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν) εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος ἑορτασμοῦ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὡς προστατῶν τῆς παιδείας, γιατί (γιά τούς κατάλληλα προετοιμασμένους μαθητές) ἀποτελεῖ τήν ἀπαιτητικότερη ἄσκηση μύησης στήν θεανθρώπινη παιδεία, τήν ὁποία διακόνησαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες μέ τό ἔργο τους.

π.Θ.Α.Β.

Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος: Ὁ ὅρος «Ἐκκλησίες» ὡς «τεχνικὸς ὅρος»



Μεταφρασμένο στὰ Ἀγγλικά: The term ‘Churches’ as a ‘technical term’  Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος: Ὁ ὅρος «Ἐκκλησίες» ὡς «τεχνικὸς ὅρος»

Τώρα τελευταῖα κατά κόρον ἔχει ὑποστηριχθῆ ἀπό μερικούς ὅτι ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι «Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική» καί αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅμως μποροῦμε νά χρησιμοποιήσουμε τόν ὅρο «Ἐκκλησίες» καί γιά τούς ἑτεροδόξους καί στήν περίπτωση αὐτή πρόκειται γιά «τεχνικό ὅρο (terminus technicus)».

Ἡ ἄποψη αὐτή προκαλεῖ ἰδιαίτερη ἐντύπωση, γιατί δέν γράφεται μόνον σέ κείμενα, ἀλλά ὑποστηρίζεται καί ἀπό Ἐπισκόπους καί μάλιστα σέ Συνοδικά Ὄργανα, γιά νά ὑποστηριχθῆ ἡ ἀπόφαση τῆς «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» τῆς Κρήτης ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποδέχεται τήν ἱστορικήν ὀνομασίαν τῶν  μή εὑρισκομένων ἐν κοινωνίᾳ μετ’ αὐτῆς ἄλλων ἑτεροδόξων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν».

Φυσικά ἔχω διαφορετική ἄποψη, τήν ὁποία θά ἤθελα νά διατυπώσω στό κείμενο αὐτό.
1. Τι σημαίνει «τεχνικός όρος»  

«Τεχνικός ὅρος» (terminus technicus), σύμφωνα μέ τό Λεξικό τοῦ Γ. Μπαμπινιώτη, εἶναι «ὅρος τόν ὁποῖον χρησιμοποιεῖ μιά τέχνη, μιά ἐπιστήμη ἤ μιά ἐπαγγελματική εἰδικότητα».

Ἄν ἀνατρέξουμε στήν Πύλη γιά τήν Ἑλληνική Γλώσσα καί στήν ἀναφορά στίς εἰδικές γλῶσσες θά συμπεράνουμε ὅτι τεχνικός ὅρος (terminus technicus) εἶναι ὁ ὅρος πού χρησιμοποιεῖται στό πλαίσιο μιᾶς τεχνικῆς γλώσσας, τῶν ἐπιστημόνων κάθε εἰδικότητας, ὅταν ἐξετάζουν ζητήματα τῆς εἰδικότητάς τους. Τεχνικός ὅρος, δηλαδή, εἶναι ὁ ὅρος πού χρησιμοποιεῖται γιά νά περιγραφοῦν ἀντικείμενα ἢ ἔννοιες πού εἴτε δέν ἔχουν ὄνομα στήν τρέχουσα χρήση εἴτε καλύπτουν τήν ἀνάγκη νά περιγράψουν μέ ἕναν ὅρο πιό συγκεκριμένο, ἀποκλείοντας κάθε ἀμφισημία, ἀντικείμενα τά ὁποῖα ἡ κανονική γλώσσα (τό κοινό λεξιλόγιο) ἤδη περιγράφει. Μέ ἄλλα λόγια τεχνικός ὅρος μπορεῖ νά εἶναι μιά νέα δημιουργημένη λέξη ἢ μιά λέξη ὑπαρκτή στό κοινό λεξιλόγιο μέ πιό συγκεκριμένη σημασία, λίγο ἢ πολύ διαφορετική ἀπό τήν σημασία πού ἔχει στό κοινό λεξιλόγιο.

Στήν συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή, στό κείμενο τῆς Μεγάλης Συνόδου, ἡ ἔκφραση «τεχνικός ὅρος» σημαίνει ὅτι δέν ἀναγνωρίζεται ὅτι αὐτές οἱ «Χριστιανικές κοινότητες καί ὁμολογίες» εἶναι Ἐκκλησία, ἀλλά χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη Ἐκκλησία γιά τίς Χριστιανικές αὐτές ὁμάδες συμβατικά, χάριν συνεννοήσεως μεταξύ μας.

Μέ βάση τόν ὁρισμό τοῦ τεχνικοῦ ὅρου στόν ὁποῖο καταλήξαμε βασιζόμενοι σέ ὑλικό πού ἀντλήσαμε ἀπό τήν Πύλη γιά τήν Ἑλληνική Γλώσσα,θά μπορούσαμε νά ἐπισημάνουμε τά ἀκόλουθα σχετικά μέ τήν χρήση τοῦ ὅρου Ἐκκλησία ὡς τεχνικοῦ ὅρου:

Οἱ τεχνικοί ὅροι ἀποτελοῦν προϊόν συμφωνίας μεταξύ τῶν ἐπιστημόνων, ἡ σημασία τους προσδιορίζεται μέ ἀπόλυτη ἀκρίβεια καί σαφήνεια καί χρησιμοποιοῦνται ἀπό τούς εἰδικούς κάθε τομέα γιά λόγους συνεννόησης προκειμένου νά ἀποφευχθῆ ἡ ἀμφισημία. Ἀπό τήν στιγμή ὅμως πού τό περιεχόμενο μιᾶς λέξης τίθεται ἐν ἀμφιβόλῳ καί ἐγείρει συζητήσεις, εἶναι προφανές ὅτι ἡ χρήση της δέν προσδιορίζεται μέ ἀκρίβεια καί δέν ἀποτελεῖ προϊόν συμφωνίας, αὐτοκαταργεῖται  ὡς τεχνικός ὅρος.

Οἱ τεχνικοί ὅροι ἐξάλλου καταχωρίζονται σέ εἰδικά λεξικά ὁρολογίας καί καθιερώνονται. Ἑπομένως δέν χρησιμοποιοῦνται εὐκαιριακά καί συμβατικά χάριν συνεννοήσεως γιά νά ἐξυπηρετήσουν μιά συγκεκριμένη περίσταση. Στήν περίπτωση δηλαδή τῆς Μεγάλης Συνόδου, ἡ χρήση τῆς λέξης Ἐκκλησία καί γιά τίς ἑτερόδοξες ὁμολογίες προτείνεται γιά νά ἐξυπηρετήση μιά σύμβαση καί μιά ἀνάγκη ἐπικοινωνίας μέ τήν ἐπίγνωση ὅτι, στήν συγκεκριμένη περίπτωση, καταχρηστικά, χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη μέ διαφορετική σημασία ἀπό αὐτή στήν ὁποία εἶχε συμφωνηθῆ ἀρχικά. Στήν προκειμένη περίπτωση ὅμως δέν ἔχουμε νά κάνουμε μέ τεχνικό ὅρο, ἀλλά μέ ἐπιλογή μιᾶς ἀπό τίς σημασίες τῆς λέξης.

Παρέμβαση Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου γιὰ τὶς Νέες Χῶρες, ἀπὸ τὸ orthodoxia.info Ἀπὸ τὸ ἄρθρο «Οι δεσμεύσεις του Πατριάρχη και η παρέμβαση του Ναυπάκτου για τις Νέες Χώρες»



τοῦ δημοσιογράφου Ἀνδρέα Λουδάρου στὴν ἰστοσελίδα (http://orthodoxia.info)

Παρέμβαση Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου γιὰ τὶς Νέες Χῶρες, ἀπὸ τὸ orthodoxia.info'Iδιαίτερα ενδιαφέρουσα και καθοριστική για την συζήτηση γύρω από το θέμα των σχέσεων Εκκλησίας της Ελλάδος και Οικουμενικού Πατριαρχείου, ήταν η παρέμβαση του μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ιερόθεου, που όπως αποκαλύπτει το orthodoxia.info έθεσε εμμέσως πλην σαφώς το θέμα του εκπροσώπου του Πατριαρχείου στην Αθήνα.

Αναλυτικότερα, η παρέμβαση του μητροπολίτη Ναυπάκτου έχει ως εξής:

Παρέμβαση Ναυπάκτου

«Ήθελα να στηρίξω την άποψη του Μακαριωτάτου, ότι δεν επρόκειτο για μια καχυποψία της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά για το ότι σε διάφορες εκκλησιαστικές περιοχές μπορεί να δημιουργηθούν, όπως το είπε, αποσχιστικές και αυτόνομες τάσεις από κάποιους φιλοπρωτεύοντες Κληρικούς. Επομένως αυτό δεν αναφερόταν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκι έχει πεί ότι συνδέεται πολύ στενά η ιστορία με την θεολογία, και πολλές φορές αναμειγνύεται και η θεολογία με την πολιτική. Υπάρχουν εξωγενείς παράγοντες οι οποίοι επιδιώκουν να δημιουργήσουν προβλήματα στις σχέσεις κάθε Εκκλησίας με άλλες Εκκλησίες. Γι’ αυτό ετέθη αυτό το θέμα.

Γνωρίζουμε, όμως, την δική Σας αγάπη και τον σεβασμό που έχετε και προς την Εκκλησία μας. Αλλά γνωρίζετε και Σείς την αγάπη και τον σεβασμό τον οποίον έχουμε απέναντί Σας και ξέρετε ότι πολλοί από μας, και εγώ, σε περιόδους δύσκολες στηρίξαμε το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Εμείς θεωρούμε στην Εκκλησία της Ελλάδος μεγάλη ευλογία από τον Θεό ότι είμαστε, όπως μας αποκαλείτε, αδελφή Εκκλησία, αλλά ταυτόχρονα είμαστε και πρωτότοκη θυγατέρα, θυγατέρα της Πρωτοθρόνου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Και έχουμε αυτήν την ποικιλότροπη επικοινωνία.

Μεγαλώσαμε σε μια ιδιαίτερη σχολή, τουλάχιστον εγώ, στην σχολή του Μητροπολίτου Ιωαννίνων Θεοκλήτου, ο οποίος θεωρούσε ευλογία ότι στην Εκκλησία της Ελλάδος έχουμε το αρχαίο συνοδικό σύστημα, πάντοτε σε συνεργασία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Θυμάμαι το 1999 που είχατε έλθη, Παναγιώτατε, στην Αθήνα, είχατε πεί εντός της Ιεραρχίας ακριβώς αυτό που είπατε τώρα, ότι δεν ζητούμε τίποτε, δεν παραχωρούμε τίποτε, δεν θέλουμε καμμία τροποποίηση και αλλαγή.

Οἱ ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας κατά τήν πρόσφατη Συνεδρίασή της Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου



Ὅπως εἶναι γνωστόν πρόσφατα (24 καί 25 Μαΐου) συνῆλθε ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ἔλαβε ἀποφάσεις σχετικά μέ τά κείμενα τά ὁποῖα θά ὑπογραφοῦν ὕστερα ἀπό ἐνδεχόμενες διορθώσεις καί προσθῆκες ἀπό τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στήν Κρήτη τόν Ἰούνιο τρέχοντος ἔτους.

Οἱ ἀποφάσεις πού ἔλαβε ἡ Ἱεραρχία ἦταν ὁμόφωνες, ἐκτός ἀπό μία περίπτωση πού Ἱεράρχης ζήτησε νά γραφῆ στά Πρακτικά ἡ διαφορετική ἄποψή του, καί χωρίς ψηφοφορία, ἐκτός ἀπό τήν πρόταση πού σχετίζεται μέ τό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, γιά τήν ὁποία ἔγινε ψηφοφορία. Βέβαια, ἔγινε εὐρυτάτη συζήτηση, ἀκούσθηκαν διαφορετικές ἀπόψεις, ἀλλά τελικά ἀπ' ὅ,τι θυμᾶμαι δέν ζητήθηκε νά γραφοῦν στά Πρακτικά διαφορετικές ἀπόψεις, ἐκτός ἀπό αὐτήν πού προανέφερα.

Γιά τίς ἀποφάσεις αὐτές, ἰδιαιτέρως γιά μία πού ἀναφέρεται στούς Ρωμαιοκαθολικούς, ὑπῆρξαν ἀπό τούς σχολιαστές τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀποφάσεων ποικίλες ἀντιδράσεις, θετικές ἤ ἀρνητικές. Ἄλλοι ἐπικρότησαν αὐτήν τήν ἀπόφαση καί ἄλλη τήν ἀποδοκίμασαν. Μάλιστα σέ κάποια δημοσιεύματα ἔγινε λόγος γιά συζητήσεις μεταξύ «συντηρητικῶν καί προοδευτικῶν» Ἱεραρχῶν, πού ἀπαιτεῖται μεγάλη συζήτηση γιά νά διευκρινιστοῦν οἱ ὅροι «συντηρητικός» καί «προοδευτικός» σέ δογματικά καί ὀρθόδοξα θέματα καί νά χαρακτηρισθοῦν συγκεκριμένοι Ἱεράρχες.

Θά ἤθελα νά κάνω ἕναν σχολιασμό γιά τήν καλύτερη ἐνημέρωση καί πληροφόρηση τῶν ἀνθρώπων πού παρακολουθοῦν τά ἐκκλησιαστικά θέματα.

1. Κατά τόν Κανονισμό, τήν πρώτη ἡμέρα τῆς Συνεδριάσεως κάθε Ἱεραρχίας καταρτίζεται Ἐπιτροπή ἐπί τοῦ Τύπου γιά τήν ἐνημέρωση τῶν δημοσιογράφων. Στήν παροῦσα Ἱεραρχία στήν Ἐπιτροπή αὐτή συγκαταλεγόταν ὁ γράφων καί οἱ Σεβ. Μητροπολίτες Σύρου Δωρόθεος καί Πατρῶν Χρυσόστομος.

Μετά τίς Συνεδριάσεις τῆς Ἱεραρχίας γίνεται ἐνημέρωση, πράγμα πού ἔγινε καί στίς δύο ἡμέρες τῆς Συνεδριάσεως τῆς Ἱεραρχίας. Ἰδιαιτέρως τήν δεύτερη ἡμέρα 25 Μαΐου, πού ἐλήφθησαν οἱ ἀποφάσεις, ἐνημέρωσα τούς παρόντες δημοσιογράφους καί εἶχαν τήν δυνατότητα νά ὑποβάλουν τίς ὁποιεσδήποτε ἐρωτήσεις καί νά λάβουν ἀπαντήσεις. Ὅσοι δημοσιογράφοι ἦταν παρόντες νομίζω  ἔθεσαν τά ἐρωτήματά τους καί ἐνημερώθηκαν.

Ἐπίσης, μερικοί πού δέν μπόρεσαν νά παραστοῦν στήν ἐνημέρωση, μοῦ τηλεφώνησαν καί ἔλαβαν σωστή πληροφόρηση, ὁπότε ἀπέφυγαν νά δημοσιεύσουν πληροφορίες ἐπιλεκτικές καί ὑποκειμενικές.

2. Στήν Συνεδρίαση τῆς Ἱεραρχίας ἔγινε εὐρύτατη συζήτηση ἐπάνω στήν ἀπόφαση καί πρόταση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, πού ἀνέγνωσε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἠλείας κ. Γερμανός.

Πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμος πολύ καιρό πρίν εἶχε στείλει ἔγγραφο σέ ὅλους τούς Ἀρχιερεῖς νά διατυπώσουν τίς ἀπόψεις τους πάνω στά κείμενα τά ὁποῖα τούς δόθηκαν, καί δεκαέξι (16) ἀπό αὐτούς ἀνταποκρίθηκαν. Τίς προτάσεις τῶν Ἀρχιερέων ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος τίς προώθησε στήν Ἱεραρχία γιά νά λάβη τήν τελική ἀπόφαση ὡς κυρίαρχο ὄργανο.

Τὰ οὐσιαστικὰ προβλήματα μὲ τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο ( Παρέμβαση στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας, Μάϊος 2016 ) Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου


Τὸ κείμενο μεταφρασμένο στὰ Ρουμανικά:
Problemele esențiale cu privire la Sfântul și Marele Sinod - Intervenția din Sfântul Sinod al Bisericii Greciei, 25 mai 2016

Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος πού πρόκειται νά συνέλθη τόν Ἰούνιο τοῦ 2016 στήν Κρήτη ἦταν «προσδοκία» πολλῶν, πού τήν ὁραματίσθηκαν, ἑτοιμάσθηκαν, κουράστηκαν, καί τώρα ὁδηγεῖται πρός τήν σύγκλησή της.

Τά ἐρωτήματα τά ὁποῖα τίθενται εἶναι ἐάν ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος εἶναι αὐτή πού περίμεναν ὅσοι τήν ὁραματίσθηκαν. Γράφονται καί λέγονται πολλά γιά τό θέμα αὐτό, ἄλλοι ἐκφράζουν τήν χαρά τους, γιατί ἐπιτέλους ἦλθε αὐτή ἡ ποθητή ὥρα, ἄλλοι ἐκφράζουν ἔντονο προβληματισμό, ἔντονο δισταγμό καί ἄλλοι αἰσθάνονται πλήρη ἀπογοήτευση. Στήν μικρή αὐτή τοποθέτηση θά περιορισθῶ σέ μερικές ἐπισημάνσεις.
1. Σύνοδος Προκαθημένων

Ἡ μέλλουσα νά συνέλθη Σύνοδος ἔχει χαρακτηρισθῆ ὡς Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, στήν πραγματικότητα ὅμως θά εἶναι Σύνοδος τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Τήν ἄποψη αὐτήν τήν στηρίζω στό ὅτι ὅλες οἱ κρίσιμες ἀποφάσεις ἐλήφθησαν ἀπό τούς Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.

Στίς 6-9 Μαρτίου τοῦ 2014 στήν Κωνσταντινούπολη οἱ Προκαθήμενοι ἔλαβαν τήν ἀπόφαση νά συγκληθῆ ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τόν Ἰούνιο  τοῦ ἔτους 2016 καί καθόρισαν τήν θεματολογία της.

Στίς 27-28 Ἰανουαρίου 2016 οἱ Προκαθήμενοι στό Σαμπεζύ τῆς Γενεύης ἐψήφισαν τόν Κανονισμό λειτουργίας (ἐκτός τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας) καί τά ἑτοιμασθέντα κείμενα ἀπό τίς Ἐπιτροπές, πλήν ἑνός θέματος τό ὁποῖο δέν ὑπεγράφη ἀπό δύο Πατριαρχεῖα (Ἀντιοχείας καί Γεωργίας).

Πρό τῆς ἐνάρξεως τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου οἱ Προκαθήμενοι θά ὑπογράψουν τό μήνυμα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τό ὁποῖο θά καταρτισθῆ ἀπό ἕναν ἐκπρόσωπο ἀπό ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες.

Τό πρόγραμμα τῶν ἐργασιῶν τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου θά καταρτισθῆ ἀπό τούς Προκαθημένους.

Τέλος δέ τά κείμενα στήν τελική τους μορφή θά ψηφισθοῦν καί θά ὑπογραφοῦν ἀπό τούς Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.

Ἑπομένως, ὅπως φαίνεται ἀπό τά ἀνωτέρω ἡ Σύνοδος αὐτή εἶναι κυρίως Σύνοδος τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Καί αὐτό εἶναι συμβατικό, γιατί ἕως τώρα ἦταν ἐλλιπής ἤ ἀνύπαρκτη ἡ παρουσία τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Ἰωάννου, ἀμφισβητεῖται δέ πρός τό παρόν ἡ παρουσία του κατά τίς ἐργασίες τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου. Ἑπομένως, οὔτε ὅλων τῶν Προκαθημένων εἶναι Σύνοδος.

Θεωρητικά, βέβαια, ὑποτίθεται ὅτι οἱ Προκαθήμενοι ἐξέφρασαν ἤ ἐκφράζουν τίς ἀποφάσεις τῶν περί αὐτῶν Συνόδων. Αὐτό εἶναι θεωρητικό. Καίτοι τό σύστημα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι συνοδικό, ἐν τούτοις ὅμως σέ πολλά θέματα δέν λαμβάνονται ἀποφάσεις ἀπό τίς Συνόδους.

Δέν γνωρίζω ἐπαρκῶς τί γίνεται στίς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἀλλά γνωρίζω ἐκ τοῦ σύνεγγυς τί γίνεται στήν δική μας Ἐκκλησία. Γιά τήν ἀπόφαση συγκλήσεως τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου πού ἐλήφθη τόν Μάρτιο τοῦ 2014, γιά τά κείμενα πού ὑπεγράφησαν τόν Ἰανουάριο τοῦ 2016 δέν ἐζητήθη ἡ ἄποψη τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δέν συζητήθηκαν κατά τίς συνεδριάσεις της. Γιά τά ὑπόλοιπα, ὅπως γιά τό μήνυμα τό ὁποῖο θά ἐκδώση ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος, δέν γνωρίζω ἄν θά ὑπάρξη ἡ συγκατάθεση καί ἡ ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας μας.

Κύριο ἄρθρο: Ἡ ὄντως Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου



Τὸ κείμενο στὰ Ἀγγλικά: The truly Holy and Great Council of the Orthodox Church

Ὅσο προχωροῦμε πρός τήν σύγκληση τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόσο καί γράφονται διάφορα κείμενα, αὐξάνεται τό ἐνδιαφέρον τῶν Χριστιανῶν γιά τά ὅσα πρόκειται νά γίνουν σέ αὐτήν καί κυρίως γιά ὅσα θά ἀποφασισθοῦν.

Προσπαθῶ νά δῶ τά θέματα αὐτά μέ ψυχραιμία, νηφαλιότητα καί κυρίως μέσα ἀπό τήν καθολική πείρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἤδη ἔχω συντάξει καί δημοσιοποιήσει διάφορα κείμενα καί πρόκειται νά διατυπώσω τίς ἀπόψεις μου προφορικῶς καί γραπτῶς, κατά τήν Συνεδρίαση τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία πρόκειται νά συνέλθη κατά τόν Μάϊο γιά νά λάβη σαφεῖς ἀποφάσεις ὡς πρός τήν στάση πού θά τηρήση ἡ Ἐκκλησία μας στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο, πού θά συνέλθη στήν Κρήτη τόν Ἰούνιο.

Ἐμεῖς, οἱ Ἐπίσκοποι, ὅπως καί οἱ Κληρικοί παντός βαθμοῦ, μοναχοί, θεολόγοι καί γενικά Χριστιανοί, μποροῦμε καί πρέπει νά καταθέτουμε τίς σκέψεις μας στά Συνοδικά ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας καί νά ἐνημερώνουμε τούς Χριστιανούς.

Δυστυχῶς ὅλη αὐτή ἡ συζήτηση γίνεται καθυστερημένα, γιατί ἔπρεπε νά γίνη πρίν ὑπογραφοῦν τά κείμενα αὐτά κατά τήν Σύνοδο τῶν Προκαθημένων στό Σαμπεζύ τῆς Γενεύης τόν παρελθόντα Ἰανουάριο. Εὐθύνονται δέ ὅλοι ἐκεῖνοι πού κρατοῦσαν τά κείμενα αὐτά «ὑπό τό μόδιον» καί δέν δίνονταν στήν δημοσιότητα γιά εὐρύτερη συζήτηση οὔτε κἄν στούς Μητροπολίτες τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας γιά νά λάβουν γνώση.

Αὐτή εἶναι μιά λυπηρά ἱστορία πού δέν περιποιεῖ τιμή σέ ἐκείνους πού τήν σχεδίασαν ἤ τήν ἐφάρμοσαν.

Ἐπιφυλασσόμενος νά ἐκφράσω τίς ἀπόψεις μου κατά τήν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, θά καταγράψω ἐδῶ μερικά σημεῖα πού μποροῦν νά ὠφελήσουν ὅσους ἔχουν καλή διάθεση.

1. Ἡ βάση τοῦ ὀρθοδόξου ἐκκλησιαστικοῦ πολιτεύματος εἶναι συνοδική, πού σημαίνει γίνεται συζήτηση, ἀνταλλάσσονται ἀπόψεις καί ἐξάγονται τά συμπεράσματα. «Ἔδοξε γὰρ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν», ὅπως ἀπεφάνθη ἡ Ἀποστολική Σύνοδος στά Ἱεροσόλυμα, κατά τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (Πράξ. ιε, 28).

Τό συνοδικό, ὅμως, πολίτευμα δέν λειτουργεῖ οὔτε ἐκφράζεται μόνον μεταξύ τοῦ Σώματος τῶν Ἐπισκόπων, ἀλλά καί σέ ὅλα τά ἄλλα ἐπίπεδα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, καί γενικά στίς συζητήσεις μεταξύ Κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν, ὅσων τελικά τό ἐπιθυμοῦν. Ἔτσι, ἀποφεύγεται ἡ Κληρικοκρατία καί ἡ λαϊκοκρατία. Τό ἐκκλησιαστικό πολίτευμα σέ ὅλα τά ἐπίπεδα λειτουργίας του εἶναι συνοδικῶς ἱεραρχικό καί ἱεραρχικῶς συνοδικό.

Ἑπομένως, δέν πρέπει νά ἐνοχλοῦν οἱ ἀπόψεις-θέσεις πού διατυπώνονται ἀπό Κληρικούς, μοναχούς, θεολόγους, λαϊκούς, ὡσάν αὐτές οἱ ἀπόψεις νά κλονίζουν τόν Συνοδικό θεσμό. Μιά τέτοια ἄποψη εἶναι ἐκτροπή ἀπό τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα, ἐκφράζει δέ παπική ἀντίληψη.

Στό σημεῖο αὐτό θά παρατεθῆ ἕνα χαρακτηριστικό κείμενο τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι:
«Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μιά συνέλευσις, πού οὐδέποτε διακόπτεται. Μέ ἄλλους λόγους, ἡ ὑπερτάτη αὐθεντία –καί ἡ ἱκανότης πρός διάκρισιν τῆς ἀληθείας εἰς τήν πίστιν– εἶναι ἐμπιστευμένη εἰς τήν Ἐκκλησίαν, πού εἶναι πράγματι "Θεῖος θεσμός" κατά τήν ὀρθήν καί στενήν ἔννοιαν τῆς λέξεως, ἐνῶ οὐδεμία Σύνοδος ἤ "Συνοδικός θεσμός" εἶναι de jure Divino, παρά μόνον ὅταν ἀποτελῆ ἀληθῆ εἰκόνα ἤ φανέρωσιν τῆς ἰδίας τῆς Ἐκκλησίας. Εἰς τό σημεῖον αὐτό φαινόμεθα νά ἔχωμεν ἐμπλακῆ εἰς φαῦλον κύκλον. Ἴσως αὐτό εἶναι ἀληθές, ἐάν ἐπιμένωμεν δι' ἐπισήμους ἐγγυήσεις εἰς τά δογματικά ζητήματα. Ἀλλά προφανῶς τοιαῦται "ἐγγυήσεις" δέν ὑφίστανται οὔτε εἶναι δυνατόν νά προσαχθοῦν καί μάλιστα προκαταβολικῶς. Ὡρισμέναι "Σύνοδοι" εἰς τήν πραγματικότητα ὑπῆρξαν ἀποτυχίαι, τίποτε περισσότερον ἀπό conciliabula, πού βεβαίως διέπραξαν λάθη. Δι' αὐτόν δέ τόν λόγον μεταγενεστέρως ἀπεκηρύχθησαν. Πολύ διδακτική ἐπί τοῦ προκειμένου εἶναι ἡ περίπτωσις τῶν Συνόδων τοῦ τετάρτου αἰῶνος. Αἱ ἀποφάσεις τῶν Συνόδων ἐγένοντο δεκταί ἤ ἀπερρίπτοντο ἀπό τάς Ἐκκλησίας ὄχι διά λόγους τυπικούς ἤ "κανονικούς", ἡ δέ ἐτυμηγορία τῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρξεν ἄκρως ἐκλεκτική. Ἡ Σύνοδος δέν εὑρίσκεται ὑπεράνω τῆς Ἐκκλησίας, αὐτή ἦταν ἡ ἄποψις τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας».

Ἡ θεολογία τῆς περιχώρησης μικρή παρουσίαση τοῦ βιβλίου τοῦ Καθηγητοῦ Βασιλείου Τσίγκου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου



Πρόσφατα ἐκδόθηκε ἕνα σημαντικό πολυσέλιδο (πάνω ἀπό 400 σελίδες) βιβλίο ἀπό τόν Καθηγητή τῆς Δογματικῆς στό Ποιμαντικό Τμῆμα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης Βασίλειο Τσίγκο, μέ τόν τίτλο «Περιχώρησις» καί ὑπότιτλο «Θεολογικό περιεχόμενο τοῦ ὅρου καί οἱ ἐφαρμογές του κατά τή Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» (ἐκδ. Ostracon, Θεσσαλονίκη 2015).

Καθηγητοῦ Β. Τσίγκου: Ἡ θεολογία τῆς περιχώρησης Ὁ Καθηγητής Βασίλειος Τσίγκος μᾶς ἔδωσε καί στό παρελθόν κατάλληλα δείγματα ἀφ’ ἑνός μέν τῆς ἀρίστης καταρτίσεώς του σέ πατερικά κείμενα καί ἀρίστης γνώσεως τῆς αὐθεντικῆς Δογματικῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀφ’ ἑτέρου δέ τῆς ἀκαμάτου φιλοπονίας του, ἀφοῦ ὡς ἐργατική μέλισσα περιέρχεται στόν ἀνθώνα τῶν κειμένων τῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων καί Πατέρων, ἀπό ὅπου παραλαμβάνει τό πολύτιμο νέκταρ καί στήν συνέχεια παράγει τό ἐκλεκτό ὀρθόδοξο μέλι πού παρατίθεται στά βιβλία του. Αὐτό εἶναι διάχυτο καί στό παρόν βιβλίο.

Τό βιβλίο πού παρουσιάζεται μέ αὐτό τό κείμενο ἀρχίζει μέ τά εἰσαγωγικά καί στήν συνέχεια χωρίζεται σέ τρία κεφάλαια, ἤτοι στό πρῶτο μέ τίτλο «Ἡ περιχώρηση τῶν ὑποστάσεων τῆς Ἁγίας Τριάδος», ὅπου ἑρμηνεύεται ὁ ὅρος περιχώρηση στήν Τριαδολογία∙ στό δεύτερο κεφάλαιο μέ τίτλο «Τό Χριστολογικό περιεχόμενο τοῦ ὅρου περιχώρησις», ὅπου ἀναπτύσσεται ἡ ἕνωση τῶν δύο φύσεων στό Χριστό∙ καί στό τρίτο κεφάλαιο μέ τίτλο «Ἀνθρωπολογικές ἐφαρμογές καί προεκτάσεις τῆς περιχώρησης καί ἡ σημασία τους», ὅπου γίνονται οἱ σχετικές ἀναλύσεις τοῦ ὅρου αὐτοῦ στό ἀνθρωπολογικό θέμα. Μετά τά βασικά τρία αὐτά κεφάλαια ὑπάρχει τό «ἐπίμετρο» μέ τίτλο «Ἡ πρόσληψη τοῦ ὅρου περιχώρησις στή σύγχρονη θεολογική σκέψη», στό ὁποῖο γίνεται παρουσίαση πῶς οἱ σύγχρονοι θεολόγοι, κυρίως ἑτερόδοξοι, χρησιμοποιοῦν καί παρερμηνεύουν τόν ὅρο περιχώρηση, ἀφοῦ μέ αὐτόν τόν ὅρο ἐξετάζουν κοινωνικά καί κοινωνιολογικά θέματα. Στό τέλος τοῦ βιβλίου παρατίθενται τά συμπεράσματα, ἡ βιβλιογραφία καί οἱ πίνακες ἁγιογραφικῶν χωρίων, ὀνομάτων καί ὅρων καί θεμάτων.

Τό βιβλίο εἶναι πολύ σημαντικό καί ἄρτια δομημένο καί δίνεται ἡ δυνατότητα νά ἀποφευχθῆ ὁ σύγχρονος ἀντορθόδοξος ὅρος «κοινωνία προσώπων» στήν Ἁγία Τριάδα καί στούς ἀνθρώπους, καί νά φανῆ ἡ ἀξία τοῦ ὅρου περιχώρηση.

Ἡ ἐξέταση δέ τοῦ ὅρου περιχώρηση πραγματοποιεῖται «σέ τρία ἀλληλοσυνδεόμενα καί ἐν μέρει ἀλληλοπεριχωρούμενα πλαίσια: Στό Τριαδολογικό, πού ἀναφέρεται στή περιχώρηση τῶν ὑποστάσεων τῆς Ἁγίας Τριάδος, στό Χριστολογικό, πού ἀφορᾶ στή περιχώρηση τῶν φύσεων στήν μία ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου, καί στό ἀνθρωπολογικό, δηλαδή στίς ἀκολουθίες καί προεκτάσεις τῆς περιχώρησης γιά ὁλόκληρη τήν Δημιουργία, μέ κέντρο τόν ἄνθρωπο καί τήν προοπτική τῆς κατά χάριν θεώσεώς του ἐντός τῆς Ἐκκλησίας».

Ἐπειδή πολλές φορές σέ κείμενά μου ἀμφισβήτησα καί κατέκρινα τόν σύγχρονο περσοναλισμό μέ τίς κακόδοξες ἑρμηνεῖες καί προεκτάσεις του, καί ὁμιλοῦσα κυρίως γιά τήν ἀλληλοπεριχώρηση καί ἀλληλοενοίκηση τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, καθώς ἐπίσης γιά τήν θέωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν μέθεξη τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό χάρηκα ἰδιαιτέρως διαβάζοντας αὐτό τό βιβλίο.

Στήν συνέχεια θά κάνω μερικές ἐπισημάνσεις πρός χάριν τῶν ἀναγνωστῶν, γιά νά ἐνημερωθοῦν ὡς πρός τό περιεχόμενο τοῦ βιβλίου, καί γιά νά καταλάβουν τήν μεγάλη ἀξία του.
1. Ὁ ὅρος καί ἡ θεολογική ἔννοια τῆς περιχώρησης

Εἰσήγηση στὴν Ἱεραρχία: «Ἡ θεολογική κρίση καί οἱ ἐπιπτώσεις της στήν καθημερινότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς» Ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος





Εἰσήγηση 

Ἐνώπιον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τήν 8ην Ὀκτωβρίου 2015, μέ θέμα: 

«Ἡ θεολογική κρίση καί οἱ ἐπιπτώσεις της στήν καθημερινότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς»


Μακαριώτατε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι Ἱεράρχαι,
Εὐχαριστῶ τόν Μακαριώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο καί τά Μέλη τῆς προλαβούσης Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀφ’ ἑνός μέν γιατί ἐπέλεξαν αὐτό τό θέμα γιά τίς Συνεδριάσεις τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀφ’ ἑτέρου δέ γιατί τό ἀνέθεσαν στήν ἐλαχιστότητά μου.
Ὁμολογουμένως, εἶναι ἕνα σοβαρό θέμα πού ἔχει δύο ἑνότητες, ἡ μία εἶναι ἡ «θεολογική κρίση» καί ἡ ἄλλη εἶναι «οἱ ἐπιπτώσεις στήν καθημερινή ζωή τῆς Ἐκκλησίας». Τό θέμα, ὅπως φαίνεται ἐκ πρώτης ὄψεως, εἶναι θεωρητικό, ἀλλά ἔχει καί πρακτικές συνέπειες, ἄλλωστε συνδέεται στενά ἡ θεωρία μέ τήν πράξη, καί δέν μποροῦν νά χωρισθοῦν μεταξύ τους.
Τά τελευταῖα χρόνια γίνεται, συνεχῶς, λόγος γιά οἰκονομική κρίση, καί αὐτό ἔχει ἀπορροφήσει ὅλη τήν σκέψη καί τήν δραστηριότητά μας, ἀγνοώντας ὅτι ἡ κρίση εἶναι βαθύτερη, εἶναι γεωπολιτική, πολιτιστική καί στό βάθος θεολογική. Ὁ Μάξ Βέμπερ ἔχει ἀποδείξει ὅτι ἡ καπιταλιστική νοοτροπία προῆλθε ἀπό τήν προτεσταντική ἠθική, καί στούς τόπους πού ἐπικράτησε αὐτή ἀναπτύχθηκαν τά ἐργοστάσια, οἱ Τράπεζες, τό τραπεζικό σύστημα. Αὐτό, ὅμως, δέν θά εἶναι τό θέμα τῆς εἰσηγήσεώς μου, ἀλλά θά περιορισθῆ στήν κρίση τῆς θεολογίας στήν Ἐκκλησία καί τίς συνέπειες πού δημιουργοῦνται ἀπό αὐτήν τήν κρίση.
Ἐξ ἀρχῆς θά ἤθελα νά τονίσω ὅτι θά εἶμαι, ὅσο μπορῶ, σύντομος καί περιεκτικός, ἄλλωστε μιά εἰσήγηση ἐνώπιον τῆς Ἱεραρχίας δέν μπορεῖ νά καλύψη ὅλο τό θέμα, ἀλλά σᾶς ἐνημερώνω ὅτι ἔχω τελειώσει ἕνα ὀγκῶδες βιβλίο 600 σελίδων μέ τό θέμα αὐτό, στό ὁποῖο ἐκθέτω καί τήν σχετική βιβλιογραφία.
Στήν συνέχεια, θά τονισθοῦν τρία κεντρικά σημεῖα. Τό πρῶτον «ἡ θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», τό δεύτερον «ἡ ἀλλοίωση τῆς θεολογίας» καί τό τρίτον «οἱ ἐπιπτώσεις τῆς θεολογικῆς κρίσεως στήν καθημερινότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς». Ζητῶ τήν ἐπιείκειά σας.

1. Ἡ θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας

Θεολογία, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, εἶναι ὁ λόγος περί τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι, ἐπειδή ὅλοι ὁμιλοῦν γιά τόν Θεό, ὅπως οἱ φιλόσοφοι, οἱ δεϊστές, οἱ ἀγνωστικιστές, οἱ ἄθεοι, ὅταν εἶναι ἀντίθεοι καί πολεμοῦν τόν Θεό, γι’ αὐτό καί ὑπάρχει διαφορά θεολογιῶν. Δέν εἶναι ἀρκετό νά ὁμιλῆ κανείς γιά θεολογία, ἀλλά θά πρέπει νά προσδιορίζη τό ἐννοιολογικό της περιεχόμενο.
Οἱ Πρωτόπλαστοι πρίν τήν πτώση εἶχαν προσωπικό, ἄμεσο διάλογο μέ τόν Θεό, ἀλλά μετά τήν πτώση διακόπηκε αὐτός ὁ διάλογος, καί οἱ ἀπόγονοι τῶν Πρωτοπλάστων δημιούργησαν μιά δική τους θεολογία, κατ’ ἀρχάς θεοποίησαν τήν σκέψη τους, τίς ἔννοιες μέ τίς φαντασίες, στήν συνέχεια θεοποίησαν τά ὑλικά ἀντικείμενα καί ἀργότερα τίς ἰδέες. Ἔτσι, δημιουργήθηκε ἡ εἰδωλολατρεία καί ἡ κλασσική μεταφυσική.
Ὁ Θεός μέ τήν ἐμφάνισή Του στούς Πατριάρχες, τούς Δικαίους καί τούς Προφῆτες στήν Παλαιά Διαθήκη προσέφερε τήν ἀληθινή γνώση Του, τούς ἔδειχνε τήν διαφορά μεταξύ κτιστῶν καί ἀκτίστων, τούς ἔδωσε τόν Νόμο Του ὥστε νά διακρίνουν ὅτι ἄλλος εἶναι ὁ Θεός τῆς ἀποκαλύψεως καί ἄλλο ὁ θεός τῆς φιλοσοφίας, τοῦ μυστικισμοῦ, τῆς μαγείας καί τῆς δεισιδαιμονίας. Ἰσχύει αὐτό πού γράφεται στήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Πολυμερῶς καί πολυτρόπως πάλαι ὁ Θεός λαλήσας τοῖς πατράσιν ἐν τοῖς προφήταις, ἐπ᾿ ἐσχάτου τῶν ἡμερῶν τούτων ἐλάλησεν ἡμῖν ἐν υἱῷ» (Ἑβρ. α΄, 1).
Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ, ἡ φανέρωσή Του στούς Ἀποστόλους, ἡ φανέρωση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στόν Ἰορδάνη Ποταμό, στό ὄρος Θαβώρ, ἡ Ἀνάσταση καί ἡ Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ, ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στό Ὑπερῶον τῆς Πεντηκοστῆς, προσέφερε τήν πραγματική θεολογία. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς θά γράψη ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ «Θεός ὤν προαιώνιος δι’ ἡμᾶς καί θεολόγος ἐγεγόνει». Κατ’ ἐπέκταση, θεολόγοι εἶναι ὅσοι γνώρισαν τόν Θεό μέσα στήν δόξα Του, ἤτοι οἱ Προφῆτες, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες, οἱ ἅγιοι. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἀπό τήν ἀρχή τοῦ διαλόγου του μέ τούς Εὐνομιανούς χρειάσθηκε νά καθορίση τό ποιοί εἶναι οἱ θεολόγοι στήν Ἐκκλησία. Εἶπε ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά θεολογήση ἀσφαλῶς, γιατί τό νά ὁμιλῆ κανείς γιά τόν Θεό δέν εἶναι εὐθυνόν πράγμα «καί τῶν χαμαί ἐρχομένων». Αὐτό εἶναι ἔργο τῶν «ἐξητασμένων καί διαβεβηκότων ἐν θεωρίᾳ καί πρό τούτων καί ψυχήν καί σῶμα κεκαθαρμένων ἤ καθαιρομένων τό μετριώτατον».
Ἔτσι, ὁ κατ’ ἐξοχήν θεολόγος εἶναι ὁ Χριστός καί ἔπειτα οἱ φίλοι Του, σέ ὅσους φανερώθηκε ὁ Θεός, δηλαδή οἱ Προφῆτες, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες, καί στήν συνέχεια ὅσοι δέχονται τήν ἐμπειρία αὐτῶν τῶν πεπειραμένων. Τό προοίμιο στόν «ἁγιορειτικόν Τόμον», πού συνέταξε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, δείχνει καθαρά ποιοί εἶναι οἱ χαρισματικοί-ἐμπειρικοί θεολόγοι καί ποιοί εἶναι οἱ μαθητές τῶν ἐμπειρικῶν αὐτῶν θεολόγων.
Δέν θά ἤθελα νά ἐπεκταθῶ περισσότερο στό θέμα αὐτό, ἁπλῶς νά ὑπενθυμίσω αὐτό πού ὁμολογοῦμε ὅλοι στό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας:
«Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφρόνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν· ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τό ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστός ὡς ἐβράβευσεν· οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστόν τόν ἀληθινόν Θεόν ἡμῶν». Καί στήν συνέχεια ὁμολογοῦμε: «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τήν Οἰκουμένην ἐστήριξεν».
Αὐτά εἶναι γνωστά σέ ὅλους μας, ἁπλῶς νά ὑπενθυμίσω μέ σεβασμό καί φιλαδελφία ὅτι αὐτή ἡ ὀρθόδοξη θεολογία δέν καταγράφηκε μόνον στά Πρακτικά τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί στά ὁμολογιακά κείμενα τῶν Πατέρων, ἀλλά περιλήφθηκε στήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καί στήν εἰκονογραφία της. Ὑπάρχει βαθύτατη σχέση μεταξύ lex credendi (νόμος πίστεως) καί lex orandi (νόμος προσευχῆς).
Γιά παράδειγμα, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἔγραψε τό περίφημο βιβλίο του πού τό ὀνόμασε Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως –καί μοῦ κάνει ἐντύπωση ὅτι χρησιμοποίησε τήν λέξη ἀκριβής, γιατί ἡ ὀρθόδοξη θεολογία ἔχει ἀκρίβεια καί ὄχι λέξεις καί ἔννοιες στό «περίπου»– στό ὁποῖο βιβλίο συμπεριέλαβε ὅλη τήν θεολογία τῶν ὀκτώ πρώτων αἰώνων, οὐσιαστικά τήν θεολογία τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀλλά καί ὁ ἴδιος συνέθεσε τά περίφημα τροπάρια τῆς Ὀκτωήχου, κυρίως τά Θεοτοκία τῶν ἤχων, καί τούς κανόνες στίς Δεσποτικές καί Θεομητορικές ἑορτές, στά ὁποῖα πέρασε ὅλη τήν θεολογία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ἔτσι, ὑπάρχει στενή σχέση μεταξύ δόγματος καί λατρείας, θεολογίας καί προσευχῆς, ἱστορίας καί θεολογίας.
Αὐτό σημαίνει ὅτι, ὅταν θέλη κανείς νά ἐξακριβώση τήν θεολογία ἑνός θέματος, πέρα ἀπό τά Πρακτικά τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, πρέπει νά διαβάση τούς ὕμνους, τά τροπάρια, ἀλλά καί τίς εὐχές τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία, διά τῶν Πατέρων της, ἔβαλε ὅλη τήν θεολογία γιά τό τί εἶναι Χριστιανός στά Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος, γιά τό τί εἶναι ὁ γάμος, στίς εὐχές τοῦ Μυστηρίου τοῦ γάμου, γιά τό τί εἶναι ἡ θεία Εὐχαριστία, στίς εὐχές τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἔτσι, ὑπάρχει βαθύτατη σχέση μεταξύ τῶν Πρακτικῶν τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τοῦ Εὐχολογίου καί τῆς ὑμνογραφίας.
Βεβαίως, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή συνάντησαν ἕνα μεγάλο ρεῦμα στήν ἐποχή τους, τόν ἑλληνισμό μέ τήν φιλοσοφία του, καί ἔπρεπε νά τό ἀντιμετωπίσουν δημιουργικά, γι’ αὐτό προσέλαβαν ὅρους ἀπό τήν φιλοσοφία τῆς ἐποχῆς τους, τόσο τήν ἀριστοτελική ὅσο καί τήν νεοπλατωνική φιλοσοφία, ἀλλά αὐτό ἔγινε μόνον στήν ὁρολογία, χωρίς νά ἀποδομῆται ὁ ἀποκαλυπτικός λόγος. Ἔτσι, ἐνῶ ὁ Προτεστάντης Χάρνακ ἔκανε λόγο γιά ἀλλοίωση τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀπό τήν πρόσληψη τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας, ὁ λεγόμενος «ἐξελληνισμός τοῦ Χριστιανισμοῦ», ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ ὑποστήριξε τό ἀντίθετο, ὅτι ἰσχύει ὁ «ἐκχριστιανισμός τοῦ Ἑλληνισμοῦ». Ἔτσι, ὑπάρχει ταυτότητα ἐμπειριῶν καί θεολογίας μεταξύ Προφητῶν, Ἀποστόλων καί Πατέρων, ἀλλά ἡ διαφορά εἶναι μόνον στά ρήματα, τά νοήματα, καί ὄχι στήν ἴδια τήν ἐμπειρία. Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό σημεῖο.
Αὐτά εἶναι εἰσαγωγικά γιά νά προχωρήσω στά περαιτέρω.

2. Ἡ ἀλλοίωση τῆς θεολογίας

Τό θέμα τῆς ἀλλοίωσης τῆς θεολογίας εἶναι μεγάλο καί μπορεῖ κανείς νά τό μελετήση ἀπό διάφορες πλευρές. Θά προτιμήσω νά ἀρχίσω ἀπό τό πῶς βλέπουμε τήν ἀλλοίωση στήν δεύτερη χιλιετία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, στήν σχέση μεταξύ τοῦ lex credendi καί τοῦ lex orandi. Στήν πρώτη χιλιετία, ὕστερα ἀπό πολλούς ἀγῶνες, ὑπῆρχε κατά βάση μιά ἰσορροπημένη σχέση μεταξύ τῆς δογματικῆς θεολογίας καί τῶν εὐχῶν τοῦ Εὐχολογίου.
Ὁ Andrew Sopko ἔχει ὑποστηρίξει ὅτι στήν ἀρχαία παράδοση ὑπῆρχε στενή σχέση μεταξύ τοῦ δόγματος καί τῆς προσευχῆς, ὅπως φαίνεται στά Πρακτικά τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τήν Ἁγία Γραφή, τά Μυστήρια καί τήν λατρεία. Μέ τήν πάροδο τῶν χρόνων δημιουργήθηκε μιά διχοτομία μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο παραγόντων. Αὐτό φαίνεται καθαρά στό ὅτι παραμένει σταθερή ἡ γλώσσα τῆς λατρείας, μέ τήν ὁρολογία της, τόν σκοπό της, τόν προσδιορισμό της, ἀλλά κατά καιρούς διαφοροποιεῖται ἡ δογματική ὁρολογία μερικῶν θεολόγων. Αὐτό φαίνεται στό ὅτι τά ὀρθόδοξα δογματικά ἐγχειρίδια ἔχουν ἐπηρεασθῆ ἀπό ἄλλες παραδόσεις, κυρίως σχολαστικές, ἐνῶ ἡ λατρεία ἦταν ἡ ἴδια. Χαρακτηριστικές εἶναι οἱ δυτικές ἐπιδράσεις στό θεολογικό ἔργο τοῦ Εὐγενίου Βουλγάρεως (Γεώργιος Παναγόπουλος).
Ἔτσι, οἱ φοιτητές μάθαιναν μία ἄλλη δογματική στίς Σχολές, ἡ ὁποία ἦταν διαφορετική ἀπό τήν θεολογία τῆς λατρείας. Αὐτό μπορεῖ κανείς νά τό διαπιστώση στήν κατάσταση στήν ὁποία βρέθηκε ὁ ἅγιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι, ὁ ὁποῖος σπούδαζε στήν Ἐκκλησιαστική Σχολή τοῦ Κιέβου, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀφήση τήν Σχολή του, νά ἀκολουθήση τόν μοναχισμό, νά γνωρίση τόν ἡσυχασμό στό Ἅγιον Ὄρος καί νά μεταφέρη ὅλη αὐτήν τήν παράδοση στήν Μολδαβία, καί νά ἀλλάξη ὅλο τό ἀντορθόδοξο κλίμα πού ἐπικρατοῦσε τότε στήν Ρωσία καί τίς γύρω περιοχές.
Γιά νά γίνω πιό συγκεκριμένος καί γιά νά φανοῦν τά διάφορα θεολογικά ρεύματα πού ἀναπτύχθηκαν κατά τήν δεύτερη χιλιετία, γιά νά φανῆ ἡ διαφορά μεταξύ τοῦ lex credendi καί τοῦ lex orandi, θά ἤθελα νά κάνω μιά σύντομη ἐπισκόπηση τῆς σχολαστικῆς, τῆς βιβλικῆς καί τῆς ρωσικῆς θεολογίας.
Κατά τήν πρώτη χιλιετία ἔγιναν πολλοί ἀγῶνες γιά τήν καταγραφή τῆς ἀποκαλυπτικῆς παραδόσεως σέ ὅρους τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, χωρίς νά χαθῆ αὐτή ἡ παράδοση. Ἔτσι, κατοχυρώθηκε ἡ ὀρθόδοξη παράδοση ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί διαφοροποιήθηκαν ἄλλες παραδόσεις πού ὑπάρχουν μέχρι σήμερα, ἤτοι οἱ Προχαλκηδόνιοι (μονοφυσίτες-νεστοριανοί), οἱ μονοθελῆτες. Ἡ διαφορά μεταξύ τῶν παραδόσεων αὐτῶν εἶναι ὅτι ἡ πατερική παράδοση στηριζόταν στήν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καί τῶν Πατέρων, πού τήν «ἐπένδυαν» μέ ὅρους σύγχρονους, καί ἡ θεολογία τῶν ἄλλων ὁμάδων στηριζόταν στήν φιλοσοφία.
Ἡ μεγάλη, ὅμως, ἀλλοίωση ἔγινε στόν δυτικό χῶρο, ἀπό τό τέλος τῆς πρώτης χιλιετίας καί τίς ἀρχές, ἀλλά καί τήν συνέχεια τῆς δεύτερης χιλιετίας.

Δευτέρα 20 Αυγούστου 2018

Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών Η εγκυκλοπαίδεια του Ορθόδοξου Ησυχασμού


 Όταν το 1981 η Ελλάς έγινε επίσημο μέλος της τότε ΕΟΚ (Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα), μία γαλλική εφημερίδα χαιρέτισε το γεγονός με τίτλο που ίσως ξάφνιασε τότε πολλούς συμπατριώτες μας και σίγουρα σήμερα θα περιήγαγε πολλούς από εμάς σε αμηχανία: Η Ευρώπη υποδέχεται τη χώρα της «Φιλοκαλίας».
  

Ποια είναι όμως η «Φιλοκαλία», που έπεισε Γάλλους δημοσιογράφους να την συνδέσουν με την Ελλάδα ωσάν να πρόκειται για επίτευγμα μοναδικό συγκρίσιμο μόνον με τις πολιτισμικές κορυφώσεις του κλασικού Ελληνισμού; 

Η Φιλοκαλία αντιπροσωπεύει μια μοναδική εγκυκλοπαίδεια του ορθόδοξου φιλοκαλικού ήθους, όπου αποθησαυρίζεται η υπερδισχιλιετής εμπειρική και εν ταυτώ χαρισματική μέθοδος διά της οποίας μυσταγωγείται η θεραπευτική αποκατάσταση του ανθρώπου στο αρχέγονο κάλλος εντός του σώματος του Χριστού. Η Φιλοκαλία εμπερικλείει τον εκλεκτότερο τρυγητό του «πολιτισμού της θεώσεως», τον οποίο χαριτώθηκε από τον Τριαδικό Θεό να καλλιεργήσει το Βυζάντιο – Ρωμανία στη συνέχεια της προφητικής παράδοσης του αρχαίου Ισραήλ.  Πιο συγκεκριμένα, το έργο αποτελεί μια συλλογή ασκητικών νηπτικών κειμένων, προερχομένων από μία περίοδο περίπου χιλίων ετών (4ος -15ος αιώνας), στα οποία περιγράφεται εμπειρικά η ασκητική μέθοδος καθάρσεως και φωτισμού του νου, καθώς και απόκτησης των θεοποιών αρετών, με κέντρο τον μανικό έρωτα προς τον Θεό, όπως ιδίως εκφράζεται διά της περίφημης αδιαλείπτως αυτενεργούσας στην καρδιά προσευχής.

Εκδότες-συμπιλητές των κειμένων αυτών υπήρξαν δύο «πατριάρχες» του ρεύματος της νεοησυχαστικής αναγέννησης που συγκλόνισε την Ορθόδοξη Εκκλησία από το δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα και εντεύθεν και έμελε να πολιτογραφηθεί στην ιστορία ως κολλυβαδικό κίνημα. Πρόκειται για τους αγίους Νικόδημο Αγιορείτη και Μακάριο πρώην Κορίνθου. Το έργο εκδόθηκε στη Βενετία το 1782 σε πέντε τόμους και είχε τον τίτλο:

 Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικῶν συνερανισθεῖσα παρὰ τῶν ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων, ἐν ᾗ διὰ τῆς κατὰ τὴν πρᾶξιν καὶ θεωρίαν ἠθικῆς φιλοσοφίας ὁ νοῦς καθαίρεται, φωτίζεται, τελειοῦται.

  Η όλη εργασία διήρκεσε από το 1774-1778. Την σχετική πρωτοβουλία θα πρέπει να είχε ο άγιος Μακάριος, ο οποίος ταξίδευσε στο Άγιον Όρος προς αναζήτηση πατερικών κειμένων στις βιβλιοθήκες των αθωνικών Μοναστηρίων. Καρπός της αναζήτησης αυτής υπήρξε μεταξύ άλλων και η ανακάλυψη δύο πολύτιμων χειρογράφων (κώδ. 605 και 262 της ιεράς Μονής Βατοπεδίου) τα οποία, ανάμεσα σε άλλα, περιέχουν και νηπτικά συγγράμματα. Τα κείμενα αυτά απετέλεσαν τον πυρήνα της μετέπειτα Φιλοκαλίας. Όσον αφορά τώρα την επιμέλεια της έκδοσης, ήταν ο άγιος Νικόδημος αυτός που συνέταξε το προοίμιο της εκδόσεως, καθώς και τους σύντομους βίους των συγγραφέων αγίων που εκπροσωπούνται στη συλλογή. Ο άγιος Νικόδημος ακόμη εξασφάλισε και την χρηματοδότηση του έργου από τον Ιωάννη Μαυρογορδάτο, τον οποίο συνάντησε για το σκοπό αυτό στη Σμύρνη.  Η συλλογή αυτή έμελε να γνωρίσει μεγάλη διάδοση και να συμβάλει τα μέγιστα στην ησυχαστική αναγέννηση όχι μόνον του ελληνικού αλλά και του σλαβικού ορθόδοξου κόσμου χάρη στην μετάφρασή της στη σλαβωνική από τον όσιο Παϊσιο Βελιτσκόφσκι, ο οποίος εξάλλου είχε ξεκινήσει ήδη από το 1747 την αναζήτηση παλαιών συγγραμμάτων στις αθωνικές Μονές.
 Σλαβωνική Φιλοκαλία

 Ο άγιος Παΐσιος Βελιτσκόφκι θα μεταφράσει στην σλαβωνική το μαγαλύτερο μέρος από την ΦιλοκαλίαДобротолюбие», «Ντομπροτολιούμπιε»). Το έργο θα εκδώσει στη Ρωσία μετά από σχετική άδεια της συνόδου της ρωσικής Εκκλησίας στις αρχές του 1793 (ένας τόμος σε τρία μέρη) ο ηγούμενος της Μονής Βαλαάμ (Valamo) Ναζαρίας. Από την Φιλοκαλία του Παϊσίου Βελιτσκόφσκι, η οποία αποτελεί μετάφραση της συλλογής που εξέδωσαν οι άγιοι Νικόδημος και Μακάριος, πρέπει να διακρίνουμε την λεγόμενη ρωσική Φιλοκαλία, που επιμελήθηκε και εξέδωσε μεταξύ των ετών 1876-1890 στη Ρωσία ο Θεοφάνης ο Έγκλειστος (1815-1894).

Μεταφράσεις

Η Φιλοκαλία έχει μεταφραστεί ολόκληρη ή εν μέρει σε πολλές σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες (στη ρουμανική έχει μεταφραστεί από τον αείμνηστο π. Δ. Στανιλοάε) αλλά και στην νέα ελληνική από τον εφέτη Αντ. Γαλίτη, πατέρα του Ομότ. Καθηγητή της Καινής Διαθήκης στο ΕΚΠΑ Γ. Α. Γαλίτη. Επιπλέον η ησυχαστική μέθοδος προσευχής, που περιγράφει, έχει εμπνεύσει εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, ακόμα και μη ορθοδόξους. Είναι ασφαλώς εντυπωσιακό και θετικό το γεγονός ότι ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος ανακαλύπτει με έκπληξη την ορθόδοξη ησυχαστική ευσέβεια και στρέφεται προς αυτή, έστω εκ των ενόντων, ως προς πηγή ικανή να αρδεύσει το «ερημωμένο» είναι του. Όμως δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η άσκηση της νοεράς προσευχής, όπως και το σύνολο των πρακτικών που συγκροτούν την θεραπευτική μέθοδο της ορθόδοξης εκκλησιαστικής Παραδόσεως χάνουν κάθε σωτηριολογικό νόημα, όταν αποσυνδεθούν από τη φυσική μήτρα τους: το εν Αγίω Πνεύματι οικοδομούμενο στην ορθή πίστη σώμα του Χριστού, το οποίο «σημαίνεται» στην ευχαριστιακή σύναξη.   

   Σύντομη βιβλιογραφία:

π. Θεοκλήτου Διονυσιάτη, Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, Αθήνα (διάφορες χρονολογίες). Κ. Κ. Παπουλίδη, Το κίνημα τῶν Κολλυβάδων, Ἀθῆναι 1991. Κλήμεντος Ζέντεργολμ, Βίος και συγγράμματα Νικοδήμου του Αγιορείτου, μτφρ. από τη ρωσική: Ιερομόναχος Διόδωρος Λαριόνωφ (Άνθη Ευσεβείας 11), Αθήνα 2009, 29-36· Elia Cittorio, «Nikodemo Agiorita», στο: C. G. Conticello / V. Conticello (επιμ.), La Théologie Byzantine et sa tradition II, (XIIIeXIXe s.), Turnhout 2002, 905-978, εδώ 919-921. Vassa Contouma, "La Philocalie de Saints neptiques: un bilan", στο Annuaire EPHE, Science religieuses, 119 (2011-2012) 191- 205. Αντ.-Αιμ. Ταχιάου, Ο Παΐσιος Βελιτσκόφσκι (1722-1794) και η ασκητικοφιλολογική σχολή του, Θεσσαλονίκη 1964, 108-119 και Του Ιδίου, Ο Όσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι (1722-1794), Θεσσαλονίκη 2009, 55-57.

Την ασκητική μέθοδο της Φιλοκαλίας με το θεολογικό της υπόβαθρο αναλύει στη μελέτη του σταθμό για τα θεολογικά μας γράμματα ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέος, Ὀρθόδοξη ψυχοθεραπεία, Λεβαδεία (διάφορες χρονολογίες).

Οι Κολλυβάδες του Άθωνα και η ελληνική φιλοκαλία



 
† Γέροντας Πλακίδας Ντεσέιγ,
Καθηγούμενος Ι.Μ. Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου στη Γαλλία
Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης (1453), οι ανθρωπιστές του Βυζαντίου, που αντιπροσώπευαν την αντίθεση προς το παλαμικό ρεύμα, μετανάστευσαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους στη Δύση, όπου πήραν ενεργό μέρος στην Αναγέννηση. Κάτω από την τουρκική κυριαρχία, οι ορθόδοξοι χριστιανοί συσπειρώθηκαν γύρω από την Εκκλησία τους, που είχε αρχίσει να αναζωογονείται κατά τους τελευταίους αιώνες της αυτοκρατορίας με την ανανέωση του ησυχασμού.
Περιορισμένοι στις συνθήκες των δήμων, ταπεινωμένοι, καταπονημένοι από φόρους, υποταγμένοι στις άδικες φορολογήσεις και καταδιώξεις των Οθωμανών υπαλλήλων, εξασθενημένοι από πολλούς εξισλαμισμούς, βρέθηκαν ξαφνικά βυθισμένοι σε μεγάλη κοινωνική και πολιτιστική αθλιότητα.
Μερικά ελληνικά σχολεία μπόρεσαν να επιβιώσουν μέσα στις μεγάλες πόλεις· αλλά στην ύπαιθρο μόνο τα κρυφά σχολειά, που συχνά λειτουργούσαν τη νύχτα στις ενορίες και στα μοναστήρια, παρείχαν μια στοιχειώδη μόρφωση. Ο ίδιος ο κλήρος υπέφερε συχνά από τη μεγάλη άγνοια και δεν μπορούσε να ασκήσει το λειτούργημα του κηρύγματος.
Αυτή την εποχή, η Δύση γνώριζε μία κατάσταση τελείως διαφορετική. Η ελευθερία, που απολάμβαναν τα ευρωπαϊκά έθνη, ευνοούσε μια πλατιά ανάπτυξη του πολιτισμού κάτω από όλες τις μορφές. Η ανανέωση της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας μετά τη σύνοδο του Τριδέντου (Trento, 1545-1563), είχε επιτρέψει μια αξιοσημείωτη άνθιση της πνευματικής ζωής. Ωστόσο, από το 16ο αιώνα, πεποιθήσεις ορθολογιστικές, θεϊστικές η άθεες είχαν εξαπλωθεί σ’ ένα μέρος της αστικής τάξης και της αριστοκρατίας. Αυτό το ρεύμα της σκέψης απλώθηκε και παρουσιάστηκε σε όλη του τη δόξα το 18ο αιώνα με τη φιλοσοφία του Διαφωτισμού. Οι ιδέες διαδόθηκαν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της εποχής, κυρίως από τους Γάλλους φιλοσόφους με επικεφαλής το Βολταίρο, και κέρδισαν την ανώτερη διανόηση της Ευρώπης.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο ακριβώς απλώνεται, τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Ρωσία και τη Ρουμανία, η μεγάλη πνευματική ανανέωση της Ορθοδοξίας. Η δημοσίευση της Φιλοκαλίας κατέχει σ’ αυτήν μια κεντρική θέση. Ευνοημένη σε κάποιο βαθμό από τη διανοητική ανάπτυξη του Διαφωτισμού, παρουσιάστηκε την ίδια στιγμή στις ορθόδοξες χώρες σαν ένα αντίδοτο στο μαχόμενο αντιχριστιανισμό του.

Ἅγ. Νικόδημος Ἁγιορείτης: «Περί συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως»

Ἅγ. Νικόδημος Ἁγιορείτης: «Περί συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως»

Μητροπολίτης Πράγας Χριστοφόρος
Το Μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας κατά τον άγ. Νικόδημο
Το όνομα του αγίου Νικοδήμου Αγιορείτη συνδέεται στενά με το ησυχαστικό κίνημα των Κολυβάδων στα τέλη του 18ου αιώνα. Οι αντιπρόσωποι αυτού του κινήματος επέμεναν στην αναγέννηση της Πατερικής κατανόησης της Ορθόδοξης θεολογίας και πνευματικότητας. Και μάλιστα, σε στενή σχέση πάντα με τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Ο άγιος Νικόδημος είναι ένας από τους πιο διακεκριμένους αντιπροσώπους του κινήματος χάρη στο συγγραφικό του ταλέντο και στις εγκυκλοπαιδικές του ικανότητες να παραπέμπει με απόλυτη ακρίβεια σε έργα των Πατέρων. Προτρεπόμενος από τους πνευματικούς του αδελφούς ο Νικόδημος επιμελώς συντάσσει φιλοκαλικές συλλογές, επεξεργάζεται παλαιότερα πνευματικά κείμενα και τα μεταφράζει σε νεοελληνικό ιδίωμα.
Ένα από τα πιο γνωστά βιβλία του αγίου Νικοδήμου είναι το «Περί συνεχούς Θείας Μεταλήψεως». Η υπόθεση της «συνεχούς Θείας Μεταλήψεως» είναι από τα πιο καυτά θέματα του κινήματος των Κολυβάδων Πατέρων. Ένα τεράστιο μέρος από τους πιστούς στο 18ο αιώνα κοινωνούσαν μόνο μία φορά το χρόνο, οι μοναχοί του Αγίου Όρους μία φορά σε 40 ημέρες. Οι Κολυβάδες συνειδητοποίησαν ότι αυτή η πρακτική ισοδυναμεί με μία πνευματική απόσταση από την Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Έτσι, ήταν προετοιμασμένοι ακόμη και για συγκρούσεις με την εκκλησιαστική ιεραρχία, για να συμβάλουν στην επιστροφή της πατερικής και αρχαίας πρακτικής της «συνεχούς μεταλήψεως».
Το βιβλίο «Περί συνεχούς Θείας Μεταλήψεως» εκδόθηκε πρώτη φορά στη Βενετία, ως ανώνυμο, το 1783, με την οικονομική υποστήρηξη του Ιταλού Αντωνίου Bartolli. Το βιβλίο φέρει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του αγίου Νικοδήμου, αλλά αυτός εργάστηκε μαζί με τον επίσκοπο Κορίνθου άγιο Μακάριο Νοταρά. Το 19ο και 20όαιώνα το ίδιο βιβλίο εκδόθηκε ακόμα μερικές φορές αλλά υπό το όνομα του αγίου Νικοδήμου. Οι τελευταίες εκδόσεις είναι στο Βόλο, το 1971, και την Αθήνα, το 1991. Με τη βοήθεια του εκδοτικού οίκου «Μυριόβιβλος» εκδόθηκε στη νεοελληνική γλώσσα το 2004 και το 2006.
Βασικά θέματα του βιβλίου
Α΄. Η πρώτη ενασχόληση του αγίου Νικοδήμου είναι η εξήγηση της Κυριακής προσευχής «Πάτερ ημών» η οποία φανερά φέρει ευχαριστιακό χαρακτήρα. Το «Πάτερ ημών» χωρίζεται σε τρία μέρη: α΄) δοξολογία του Θεού, β΄) ευχαρίστηση στο Θεό για τα αγαθά του, γ΄) προσευχές για την άφεση των αμαρτιών μας και άλλες παρακλήσεις, στο σύνολο επτά.
Εξηγώντας την Κυριακή Προσευχή, εφιστά μεγάλη προσοχή στη παράκληση για τον άρτον τον επισούσιον: «τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν». Ευδήλως, κατανοεί την προσευχή ως προετοιμασία για τη θεία Ευχαριστία. Σ' αυτήν την περίπτωση, βασίζεται σε μία παραδεκτή από όλους κατανόηση αυτής της παράκλησης. Εμείς παρακαλούμε το Θεό για την τροφή μας, η οποία υποστηρίζει το σώμα μας και όχι για κάποια περίσσεια τροφίμων και τη συνδεδεμένη μ' αυτήν κοσμική ευπορία. Ο άγιος Νικόδημος θυμίσει στους αναγνώστες τα λόγια: «μην μαζεύετε πλούτη εδώ στη γη»

Αγιότητα και Διαφωτισμός Του Αθανασίου Ι. Καλαμάτα



Θεωρούμε απαραίτητη μια διαφορετική αξιολόγηση των ιδεών του Νεοελληνικού Διαφωτισμού μακριά από ιδεολογικούς εγκλωβισμούς, όπως μέχρι σήμερα μας έχει συνηθίσει μια πλευρά της ιστοριογραφίας, η οποία μολονότι προσέφερε τα μέγιστα στην ερευνητική θεώρησή του, δεν κατάφερε να αποτιμήσει ορθά την άλλη όψη του.
Ουδεμία αμφισβήτηση επιδέχεται το γεγονός, ότι ο ρόλος της Εκκλησίας υπήρξε πάντα μαρτυρία και μαρτύριο. Εξ’ ού και η τιμή στους αγίους, τιμή που συνιστά το ορθόδοξο ήθος της. Αξίζει εδώ, να υπενθυμίσουμε την άποψη του π. Δ. Στανιλοάε, ότι η αγιότητα είναι «η ελευθερία από την αμφιβολία που περιορίζει τον άνθρωπο στον εαυτό του και ο άγιος είναι η επανόρθωση του παραμορφωμένου, από το ζωώδες, ανθρώπινου είναι, η ανθρώπινη φύση στην τελειότητά της εν Χριστώ» [1].

Η Εκκλησία στη μακρά διάρκεια της ιστορίας της, στηριγμένη στην εμπειρία των αγίων, διέσωσε την πνευματική υπόσταση και την ιστορική μαρτυρία της, χωρίς να υποτάσσεται σε καμιά θρησκευτικότητα. Γι’ αυτό στάθηκε ασυμβίβαστη, όχι μόνο σε κάθε μορφή θρησκευτικότητας, αλλά και στην εκκοσμίκευση. Αυτή η ασυμβατότητα, την έκαμε πολλές φορές να κρατά μια κριτική στάση απέναντι στα κυρίαρχα ιδεολογικά ρεύματα, τα οποία πάντοτε προσπαθούσαν να μεταβάλλουν την ασκητική σοφία της, σ’ ένα ουδετεροποιημένο αντικείμενο και να την περιορίσουν μόνο στην περιοχή της γνώσεως. Φέρνουμε ως παράδειγμα την ησυχαστική παράδοση του 14ου αιώνα και την αναγέννηση αυτής με την κολλυβαδική του 18ου αιώνα.

Και στις δύο περιπτώσεις, είναι σαφές ότι συγκρούσθηκαν δύο σαφώς αντιτιθέμενοι κόσμοι, η υπερβατική Ανατολή με την ενδοκοσμική Δύση, με αποτέλεσμα χάρη στην πρώτη να διαφυλαχθούν απαραχάρακτες οι οντολογικές προϋποθέσεις, που πάντοτε καθιστούσαν την Εκκλησία αληθινή κιβωτό σωτηρίας. Αυτό το χαρακτηριστικό την  έκαμε να θέσει στο περιθώριο κάθε εξωτερικό σχήμα και η ίδια με βάση την ευχαριστιακή της ζωή, σε καιρούς ιδιαίτερα χαλεπούς, όπως λόγου χάριν κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας να είναι «καινός τρόπος», πραγματώνοντας έτσι τη σωτηρία των υπόδουλων Ελλήνων από λογής – λογής παραχαράξεις της πίστης. Τούτο επαληθεύεται από το ότι πολλοί λόγιοι διδάσκαλοι του Γένους, κληρικοί οι περισσότεροι, προσπάθησαν να αναχαιτίσουν το ρεύμα κάθε αιρετικής απόκλισης και αλλαξοπιστίας ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων με ειδικές συγγραφές, που σκοπό είχαν να καταδείξουν τη διατήρηση της ελληνορθόδοξης παράδοσης.

“Ορθοδοξία η μόνη οδός και σωτηρία”. Του Θεοφιλ. Επισκόπου Κνωσού κ. Μακαρίου. (2001)


Ορθοδοξία η μόνη οδός και σωτηρία.
Βρισκόμαστε ήδη στην περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Περίοδος αύξησης του πνευματικού αγώνα των πιστών.
Ήδη με την είσοδο του Τριωδίου, η Εκκλησία άρχισε να προετοιμάζει για την υποδοχή της, με κατάληξη βέβαια την μεγάλη Εορτή της Ανάστασης.
Σας ευχαριστώ πολύ που μέσα στην περίοδο αυτή, με καλέσατε για αυτήν την ομιλία. Εύχομαι να αποτελέσει αφορμή προσεγγίσεως στην Ορθοδοξία, την οδό και σωτηρία όλων μας.
Θα ήθελα κατ΄ αρχήν να χαιρετήσω τον κάθε ένα ξεχωριστά, αλλά επειδή επιθυμώ να δώσω περισσότερο χρόνο στην ανάλυση του θέματος και να αποφύγω τα κοινότυπα, ζητώ συγγνώμην που δεν θα αναφερθώ ξεχωριστά στον κάθε ένα από εσάς, και θα αρκεσθώ μονάχα να χαιρετίσω όλους μαζί, δια του λειτουργικού χαιρετισμού “και πάντων και πασών” μνήσθητι Κύριε.
Ευθύς αμέσως έρχομαι στο θέμα μας. Κυριακή της Ορθοδοξίας. Πρώτη Κυριακή των Νηστειών. Ορθοδοξία η μόνη οδός και σωτηρία.
Τι θα είχαμε να πούμε με αφορμή την εορτή αυτή της Εκκλησίας;
Ασφαλώς πολλά και για να μη κουράσω με αναφορές που είναι γνωστές σ΄ εσάς, με γεγονότα της ιστορίας για την εορτή αυτή, που επίσης είναι γνωστά σε εσάς, θα προτιμήσω να σας καταθέσω ένα μικρό προβληματισμό, που να ακουμπά και να ξεκινά από το σήμερα, σε σχέση με την Ορθοδοξία, την μοναδική οδό και τρόπο αληθούς ζωής και επουρανίου σωτηρίας.
Αυτό δε, το κάνω, δηλαδή να ξεκινήσω από γεγονότα της σήμερον, όχι γιατί με αναπαύει η διάθεση που παρουσιάζεται λανθασμένα κατά την ταπεινή μου άποψη, από πολλούς σήμερα, στους καιρούς μας, να εκσυγχρονίσουμε την εκκλησιαστική ζωή, όπως λέγεται, ως να λένε δηλαδή ότι η αλήθεια πάλιωσε και πρέπει να της δώσουμε μια ένεση για να ζήσει στο σήμερα, αλλά γιατί θέλω να σας καταθέσω μια ταπεινή άποψη, εξ΄ αιτίας της εορτής της Κυριακής της Ορθοδοξίας, να σας μεταδώσω ένα προβληματισμό σε σχέση με τον καιρούς μας, για ποιο λόγο είναι η μόνη οδός σωτηρίας, που στην συνέχεια αν και εφ΄ όσον το επιθυμείτε, να αποτελέσει αιτία διαλόγου και ανταλλαγής απόψεων.
Το πρώτο λοιπόν που πρέπει να εντοπίσουμε είναι αν είναι γνωστή η Ορθοδοξία. Γιατί η Ορθοδοξία δεν κατανοείται ως θα έπρεπε από πολλούς και μάλιστα στην γωνιά αυτής της παγκοσμίου επικράτειας, που έζησε και τράφηκε από αυτή, ως η μόνη οδός σωτηρίας;
Μόνη οδός σωτηρίας; Δεν είναι απόλυτο; Δεν είναι φανατικό και μισαλλόδοξο; Όχι αδελφοί και τέκνα εν Κυρίω.
Είναι μια αλήθεια αυτό, η μόνη οδός και σωτηρία, που ελπίζω να καταφανεί στην συνέχεια, χωρίς βεβαίως να αμνηστεύω τα αρκετά κακώς κείμενα ή να εξαγνίζω τα εξ ανθρωπίνης αδυναμίας κατά καιρούς γενόμενα.
 Πολύ ωραία λέει κάποιος σύγχρονος:  “Η Ορθοδοξία δεν έχει κανένα στραβό, έχει όμως πολλούς στραβούς”.
Μπορώ να σας παρουσιάσω τα στραβά, ξεκινώντας από την άγνοια και άλλα πολλά, των κατά καιρούς κρατούντων από την εποχή της αναστυλώσεως των Ιερών Εικόνων που εορτάζουμε σήμερα, μέχρι σήμερα και την εχθές.
Μπορώ να στραφώ εναντίον όλων εκείνων που είτε ηθελημένα, είτε εκ συστήματος ενεργούν κατά της πίστεως.
Ας αρχίσουμε όμως ευχαριστιακά και αξιοχρέως από την μνημόνευση, σήμερα, στην γιορτή της πίστης, των ονομάτων των Αγίων Αυτοκρατόρων, Πατριαρχών, Αρχιερέων, Κληρικών, όλων των βαθμίδων, ασκητών, εγκρατευτών, ευσεβών λαϊκών, μαρτύρων, ομολογητών που στήριξαν την Ορθοδοξία και τέλος -τέλος, μνημονεύω με μια λέξη, της Αγίας ημών Πίστεως, της Ορθοδοξίας, της εορτής της Πίστεως μας, που λαμπρώς προβάλει η Εκκλησία σήμερα.
Τι έκαναν αυτοί οι προ ημών;  Εβάδισαν αυτή την μοναδική οδό και έφεραν, είτε δια μαρτυρίων φρικτών, είτε δια εναρέτου ζωής, είτε δια φυγής εις τας ερήμους, είτε δια διδασκαλίας, το τέλος της πίστεως, ως βίωμα.
“Επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι”, διαβάζουμε σήμερα στις Εκκλησίες. Επόμεθα αυτών; Είμαστε σ΄ αυτή την οδό;

«Φιλοκαλική Αναγέννηση». Επίδραση στην Ορθόδοξη Ευρώπη


Το κίνημα των Κολυβάδων διετάραξε επί ένα περίπου αιώνα (1754-1845) τη ζωή στην κοινότητα του Αγίου όρους και παράλληλα επανενεργοποίησε ένα σημαντικό ιδεολογικό και πολιτισμικό ρεύμα, του οποίου οι επιδράσεις ξεπερνούν τα όρια του Ελληνικού χώρου και φθάνουν στη Ρωσία, μέσω μιας διαφορετικής «αναγέννησης», την οποία φαίνεται να αγνοούν ή να παρασιωπούν οι ιστορικοί μας, της «Φιλοκαλλικής Αναγέννησης». 

Πράγματι η επίδραση των Κολυβάδων στην διαμόρφωση της ιδεολογίας του σλαβόφιλου και αντιδυτικού πνεύματος, σε όλο τον ορθόδοξο χώρο και κατεξοχήν στη Ρωσία, αποσιωπάται συστηματικά  και παραμένει άγνωστη…

Η έκδοση το 1782 από τον Μακάριο Νοταρά και τον Νικόδημο Αγιορείτη της Φιλοκαλίας, μια συλλογής κειμένων των Πατέρων της εκκλησίας, που έως τότε κείτονταν ξεχασμένοι σε παλιά χειρόγραφα στο Άγιο Όρος και αλλού, υπήρξε τουλάχιστον ισάξιας σημασίας με την έκδοση των αρχαίων ελληνικών κειμένων από τον Κοραή και τον Δούκα.



(1) Εγκαινίαζε μια πνευματική παράδοση που στη νεώτερη Ελλάδα επανεύρισκε το νήμα του ριζικού αντιδυτικισμού, εκεί που το είχε αφήσει ο Γρηγόριος ο Παλαμάς και έτσι θεμελίωνε μια παράδοση που περνώντας από τον Παπουλάκο και τον Παπαδιαμάντη, θα φθάνει μέχρι τη σύγχρονη Νέο-ορθοδοξία. 
(2) Έριχνε πνευματικές γέφυρες προς τον ορθόδοξο κόσμο των Βαλκανίων και της Ρωσίας, που σε μεγάλο βαθμό είχαν διακοπεί μετά  την Άλωση, φθάνοντας μέχρι τον Ντοστογιέφσκυ, τον Μπερντιάγιεφ και τη σύγχρονη ρώσικη σχολή.

Δεν είναι προφανώς τυχαίο πως η πνευματική αναγέννηση του ελληνισμού είναι σφαιρική και  καθολική, δεν κατευθύνεται μόνο προς την παιδεία του Διαφωτισμού, προς την επιστροφή στους Αρχαίους Έλληνες, αλλά επεκτείνεται και στην «επιστροφή» στους Πατέρες της Εκκλησίας και την πνευματική παράδοση του Βυζαντίου.

Αυτό το πνευματικό γεγονός, που παρασιωπήθηκε συστηματικά, απορρίπτει την κοινωνία και τις ιδεολογικές αρχές του αναπτυσσόμενου δυτικού κόσμου και κηρύττει την επιστροφή σε έναν κόσμο που θα διαπνέεται από τις παλιές αξίες του Βυζαντίου και του ορθόδοξου μοναχισμού. Αυτό το πνευματικό ρεύμα δεν θα περιοριστεί, όπως μπορούμε να πιστέψουμε με μια πρώτη ανάγνωση, στο κίνημα του Παπουλάκου, ή το θρησκευτικό-πολιτικό κίνημα του Απόστολου Μακράκη. 

Θα προσελκύσει ή θα επηρεάσει προσωπικότητες όπως ο Κολοκοτρώνης –που φυλακίστηκε για συνομωσία–, ο Νικηταράς –που υπήρξε μέλος της «Φιλορθόδοξης Εταιρείας» και διώχθηκε ως συνωμότης– και ο Μακρυγιάννης, και θα έχει ως πνευματικό του τέκνο τους δύο σημαντικότερους νέο-έλληνες πεζογράφους, τον… Μακρυγιάννη και τον Παπαδιαμάντη.

Και όμως ένα τέτοιο ρεύμα, το μοναδικό που στη νεοελληνική ιστορική διαδρομή που θα επιδράσει καθοριστικά και εκτός Ελλάδας, και μάλιστα σε ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο, θα παραμένει άγνωστο και θα αποσιωπάται. Γιατί δεν διαθέτουμε, ιδιαίτερα στους τομείς των κοινωνικών επιστημών, μια διανόηση που να μελετάει τα ελληνικά φαινόμενα. Η διανόηση στις κοινωνικές επιστήμες μεταφέρει, αναπαράγει, αλλά σπανίως παράγει.

Στην περίοδο που πραγματευόμαστε η επίδραση των Κολλυβάδων και του κινήματος τους θα είναι αποφασιστική. Ο κυριότερος αγωγός του θα είναι ο Παΐσιος Βελιτσκόφσκι, Ουκρανός μοναχός, που έμεινε για πάνω από εικοσιπέντε χρόνια στο Άγιο Όρος, από το 1746 έως το 1763, και αφού έμαθε τα ελληνικά ήρθε σε επαφή με τα κείμενα των Πατέρων και των ησυχαστών. 

Στη συνέχεια μαζί με εξηντατέσσερεις μοναχούς μολδοσλαβικής καταγωγής επέστρεψαν στη Ρουμανία όπου, με την βοήθεια του ηγεμόνα Κωνσταντίνου Μουρούζη, ανέδειξαν την μονή Νεάμτσου σε κέντρο του ορθόδοξου μοναχισμού, η οποία διέθετε σχολή ελληνικής γλώσσας και ανέλαβε την μετάφραση τόσο της Φιλοκαλίας στα σλαβονικά όσο και πολλών άλλων κειμένων. 

Η μονή Νεάμτσου επέβαλε παράλληλα και μια μορφή μοναστικού κοινοβίου, με βάση τα πρότυπα του Αγίου Όρους, όπου ίσχυε η απόλυτη κοινοκτημοσύνη, η νοερά προσευχή και η από κοινού μελέτη των έργων των πατερικών κειμένων. Στον αρχόμενο 19o αιώνα η ρωσική μονή Όπτινα, μια από τις τουλάχιστον 103 ρωσικές μονές που ακολουθούσαν τη σχολή του Παϊσίου, στελεχωμένη με μαθητές του, μεταβλήθηκε στο κέντρο της εισαγωγής στη Ρωσία της Φιλοκαλίας και των κειμένων της ελληνικής ορθόδοξης παράδοσης.

Η μονή της Όπτινα αποτέλεσε και την έδρα ορισμένων από τους μεγαλύτερους στάρτσκι της ρωσικής παράδοσης τον 19o αιώνα, όπως του Μακάριου και του Αμβρόσιου. Όταν ο φιλόσοφος Ιβάν Βασίλιεβιτς Κιρεγέφσκι (1806-1856), που είχε χρηματίσει μαθητής του Σέλλινγκ και του Σλεϊερμάχερ στη Γερμανία, έλθει σε επαφή με τον «στάρετς» Μακάριο της Όπτινα θα πραγματοποιηθεί η μετάβαση από το πεδίο της θρησκείας στη φιλοσοφία. Ο Κιρεγέφσκι μαζί με τον φίλο του και ομοϊδεάτη Xομιακώφ θα θεωρηθούν οι ιδρυτές του ρεύματος των σλαβοφίλων. 

Το κύριο έργο του Κιρεγέφσκι και του Μακάριου θα είναι η έκδοση των σλαβονικών μεταφράσεων του Βελιτσκόφσκι των κειμένων των Ελλήνων πατέρων καθώς και νέων στα ρωσικά,. Ανάμεσα στα άλλα έργα που εξέδωσαν ήταν και εκείνο του Αρχιεπισκόπου Νικηφόρου Θεοτόκη, Τέσσαρες κατηχητικοί λόγοι προς μοναχήν, το οποίο εξεδόθη σε δύο εκδόσεις το 1848 και το 1849, στη μετάφραση του Βελιτσκόφσκι....

...Δυστυχώς δεν μπορούμε εδώ να επεκταθούμε περισσότερο πάνω στην επίδραση, άμεση και έμμεση, τόσο του εθνικο-απελευθερωτικού και διαφωτιστικού ρεύματος και των Κολυβάδων στην Ανατολική Ευρώπη, αλλά ελπίζουμε ότι υπογραμμίσαμε τουλάχιστον μια αγνοημένη παράμετρο ιδιαίτερα σημαντική για την ελληνική πνευματική ζωή· ίσως επρόκειτο για την τελευταία φορά που η ελληνική οικουμένη θα επιδράσει τόσο ουσιαστικά στον γεωπολιτικό και πολιτισμικό της περίγυρο.

Απόσπασμα από το ανέκδοτο (τότε) βιβλίο του συγγραφέα: Η Ελληνική Αναγέννηση, 1700-1922, Μέρος Α΄ Ο φωτισμός και η παλιγγενεσία (1700-1821)

του Γιώργου Καραμπελιά
ΠΗΓΗ: antifono.gr

ΑΓΙΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ Ο Αιγαίος Επίσκοπος



Ο Μακάριος γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1731 και ήταν γιος του Γεωργίου και της Αναστασίας Νοταρά. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στην πατρίδα του.
Από πολύ νωρίς αγάπησε την μοναχική ζωή και φεύγει κρυφά από τους γονείς του για το Μέγα Σπήλαιο. Ο πατέρας του όμως τον ανακάλυψε και τον οδήγησε πίσω στο σπίτι. Μη θέλοντας να δυσαρεστήσει τους γονείς του, οι οποίοι τον αγαπούσαν πολύ, δεν έφυγε από κοντά τους , αλλά ζούσε μέσα στο σπίτι του ως ασκητής.
Όταν κάποιο καιρό η Κόρινθος είχε έλλειψη δασκάλου, ανέλαβε αυτός δωρεάν την διδασκαλία των νέων. Ως δάσκαλος διέπρεψε και αγαπήθηκε για την σεμνότητα της ζωής του από τους Κορίνθιους. Μετά τον θάνατο του επισκόπου τους Παρθενίου, πρότειναν στον Πατριάρχη Σαμουήλ τον Μακάριο -λαϊκό τότε - για διάδοχό του.
Το 1764, με σύμφωνη γνώμη κλήρου και λαού της Κορίνθου, ψηφίζεται αρχιεπίσκοπος Κορίνθου. Στον θρόνο του παραμένει μόνο πέντε χρόνια. Το 1768, με την κήρυξη του Ρωσσοτουρκικού πολέμου, ο Μακάριος καταφεύγει με την οικογένειά του στην Ζάκυνθο και από εκεί στην Ύδρα, όπου ησυχάζει σε κάποια μονή.
Όταν ηρέμησαν τα πράγματα, η Σύνοδος της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως εκλέγει νέο επίσκοπο Κορίνθου. Τον απομακρύνουν αυθαίρετα και αντικανονικά. Από τότε και για τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του , ζούσε φέροντας γενναία τον Σταυρό της άδικης εκδίωξής του. Όπως αναφέρει ο βιογράφος του, ο Αθανάσιος Πάριος: «αφοσιώθηκε με όλη του την επιμέλεια να ωφελεί και να σώζει τους απανταχού χριστιανούς, με την άδεια των κατά τόπους αρχιερέων, όχι μόνο το Ελληνικό αλλά και γενικότερο το χριστιανικό γένος».
Ο Μακάριος ονομάστηκε επίσκοπος και ιεραπόστολος του Αιγαίου – και όχι άδικα. Ταξίδευσε -όσο κανείς- στα νησιά και στα λιμάνια του Αιγαίου, στην Χίο, στην Ύδρα, στο Άγιο Όρος, στην Πάτμο, στην Ικαρία, στη Σμύρνη και αλλού. Ήταν απλός ταξιδιώτης, δεν φορούσε τα διακριτικά του επισκόπου, δεν είχε συνοδεία. Ταξίδευσε στο Αιγαίο ακαταπόνητα, χωρίς να σταματήσει, από την ηλικία των 40 ετών έως την ηλικία των 70 ετών, όταν η επανάσταση των υπόδουλων Ελλήνων προετοιμαζόταν με κάθε μυστικότητα.
Βρισκόμαστε στον δέκατο όγδοο αιώνα. Τα μηνύματα του Γαλλικού Διαφωτισμού έχουν φτάσει και στην Ελλάδα, τα πρώτα σχολεία έχουν ανοίξει με την βοήθεια πλούσιων Ελλήνων του Εξωτερικού, οι Έλληνες ναυτικοί, έχοντας την διακίνηση του εμπορίου στα χέρια τους, έχουν πλουτίσει και ετοιμάζονται να μετατρέψουν τα εμπορικά πλοία τους σε πολεμικά.
Είναι όμως και η εποχή κατά την οποία οι σκλαβωμένοι Έλληνες έρχονται σε επαφή με την γνώση. Τα νέα επιτεύγματα στους κλάδους της Επιστήμης διδάσκονται στην Ελλάδα. Μαζί με αυτήν την αναγέννηση των γραμμάτων, οι Έλληνες γνωρίζουν και κάποια άλλη αναγέννηση, που σημειώνεται στον χώρο των θρησκευτικών γραμμάτων. Πολλοί φωτισμένοι και άξιοι κληρικοί και μοναχοί της Εκκλησίας μας σπουδάζουν, μελετούν και διδάσκουν τα έργα των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας. Βρισκόμαστε, λοιπόν, στην εποχή της αναγέννησης των Πατερικών σπουδών και των χριστιανικών γραμμάτων. Σε όλο τον υπόδουλο ελληνικό χώρο διδάσκουν εμπνευσμένοι κληρικοί και μοναχοί, λειτουργούν εκκλησιαστικές σχολές και παρατηρούνται εκδόσεις Πατερικών κειμένων.
Μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα, το 1770 στην Ύδρα συναντιέται ο Μακάριος με τον νεαρό τότε Νικόδημο από την Νάξο, τον μετέπειτα Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη. Οι δύο άνδρες γίνονται αμέσως φίλοι, παρά την μεγάλη διαφορά ηλικίας τους. Τους συνδέει η αγάπη για το Γένος και την Ορθοδοξία. Στην φιλική αυτή συντροφιά έπειτα από χρόνια θα προστεθεί και ο Αθανάσιος ο Πάριος. Και οι τρεις αποτελούν τους ηγέτες του κινήματος των Κολλυβάδων και θεωρούνται οι πρωτεργάτες της πνευματικής αναγέννησης των Πατερικών και χριστιανικών γραμμάτων. Πολλά έργα, όπως η ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ, αποτελούν προϊόν της συνεργασίας τους.
Ο Άγιος Μακάριος φιλοξενήθηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Ύδρα, στην ιερά μονή της Παναγίας της Φανερωμένης. Ο ίδιος είχε ξεχωρίσει και επιλέξει για ασκητήριό του ένα απομακρυσμένο σπήλαιο στην Ζούρβα. Αναφέρεται ότι παρόμοια τέτοια ασκητήρια διατηρούσε και σε άλλα νησιά του Αιγαίου.
Η Ύδρα είναι σφραγισμένη από την παρουσία και το έργο του. Σήμερα στο νησί θα συναντήσει ο επισκέπτης ναούς που έχουν εγκαινιαστεί από τον Άγιο, αντιμήνσια που φέρουν την υπογραφή του, διδαχές και συμβουλές που έχουν διασωθεί προφορικά από γενιά σε γενιά. Επίσης μέσα στην πόλη της Ύδρας ο επισκέπτης θα περπατήσει στην πλατεία που φέρει το όνομα του Αγίου, γιατί, σύμφωνα με την παράδοση , εκεί ο Άγιος δίδασκε.
Η μνήμη του Αγίου εορτάζεται στις 17 Απριλίου.
 

Κολλυβαδικό κίνημα – Κολλυβάδες Όσιοι Πατέρες (Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας)


Το κίνημα των Κολλυβάδων υπήρξε ένα ανακαινιστικό κίνημα στους κόλπους της Εκκλησίας, που σαν Αερμώνια αύρα έπνευσε, για να την ξυπνήσει από τον πνευματικό λήθαργο στον οποίο αυτή είχε περιέλθει αφ’ ενός μεν από χαλάρωση της προσηλώσεώς της στην Ορθόδοξη παράδοση αφ’ ετέρου δε από τις δυνάμεις του σκότους, οι οποίες με το δήθεν διαφωτισμό και την προοδευτικότητα που απαγγέλονταν ισοπέδωναν, όσα δεν μπόρεσαν να ισοπεδώσουν οι βάρβαροι κατακτητές στα τετρακόσια χρόνια της δουλείας. Το κίνημα αυτό στόχευε στην επαναφορά στο προσκήνιο της γνήσιας Ορθόδοξης πνευματικής ζωής και οδήγησε στη φιλοκαλική αναγέννηση μέσα από διαμόρφωση γνήσιων ρευμάτων Ορθοδόξων ιδεών, αυτών που πρόβαλλαν την ιδιαιτερότητα του πατρώου δόγματος της «καθ’ ημάς Ανατολής» και μάλιστα σε μια παγκόσμια αγέλη προβολής ατόμων και όχι προσώπων. Ξέσπασε το δεύτερο μισό του δεκάτου ογδόου αιώνος στον Άθωνα και αιτία είχε τη διαμάχη για την τέλεση των μνημοσύνων τα Σάββατα ή τις Κυριακές.
Οι πρωτεργάτες του πίστευαν ότι η αναγέννηση της Εκκλησίας και του έθνους θα μπορούσε να γίνει μόνο μέσα από την αναβίωση της μυστικής και νηπτικής θεολογίας των πατέρων. Να θυμηθούμε ότι νήψη είναι η κατάσταση εκείνη της πνευματικής νηφαλιότητος, δηλαδή της ενάργειας και της εγρηγόρσεως, κατά την οποία ο άνθρωπος έχει συνείδηση όχι μόνο του ορατού κόσμου, αλλά ιδιαίτερα του αόρατου, του βαθύτερου εσωτερικού του κόσμου. Η ονομασία «Κολλυβάδες» είναι σκωπτική και δόθηκε από τους αντιφρονούντες, αυτούς που έδειχναν ζήλο ανεπίγνωστο, αυτούς που ήθελαν να αποκόψουν τους Ορθοδόξους της εποχής τους από την ιερή ασκητική παράδοση της Εκκλησίας μας. Η λόγια τάξη των μοναχών, αυτών που έδειχναν ζήλο με επίγνωση, αφού στη φιλοσοφική τους παλέττα έβαζαν τα χρώματα του περιορισμού των αναγκών του ανθρώπου και της αναζητήσεως μιας βαθύτερης εσωτερικής ησυχίας, υποστήριζε την τέλεση των μνημοσύνων τα Σάββατα, ημέρα ειδικά αφιερωμένη από την Εκκλησία μας για τους κεκοιμημένους. Η θεόκινητη αυτή χορεία υποστήριζε επίσης τη συχνή θεία Κοινωνία και την επαναφορά της Εκκλησίας μας στην ησυχαστική ζωή.Έτσι οι Κολλυβάδες Πατέρες έδιναν έμφαση στη διδασκαλία του ησυχασμού και πρότειναν θέσεις του Αγίου Συμεών, του Νέου Θεολόγου, του 11ου αιώνος και του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, του Μεγάλου αυτού Πατρός και διδασκάλου του 14ου αιώνος, που παρεξηγήθηκε, πολεμήθηκε και διώχθηκε για χάρη της αληθείας.