Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2020

Και όμως! Η Ρωμανία ζει Γράφει ο π. Γεώργιος Μεταλληνός


Τὸν 4ο αἰ. μ.Χ. ἐμφανίζεται ἕνα ὁλότελα νέο κρατικὸ μέγεθος στὴν Ἱστορία καὶ μαζί του γεννιέται ἕνας νέος κόσμος. Εἶναι ἡ αὐτοκρατορία τῆς Ν.Ρώμης ἢ ὅπως ὀνομάζεται ἤδη ἀπὸ τὸν 4ο αἰ. ἡ Ρωμανία.
Στὰ ὅρια τῆς ἀνανεώσεως τῆς αὐτοκρατορίας ὁΜέγας Κωνσταντῖνος μεταφέρει τὴν πρωτεύουσα (τὴν Παλαιὰ Ρώμη, ἑλληνικὴ πόλη καὶ αὐτή) στὴν Ἀνατολή. Γι᾽ αὐτὸ ἡ Νέα Ρώμη θὰ ὀνομασθεῖ πρὸς τιμή του καὶ Κωνσταντινούπολη. Ἡ Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία μεταστοιχειώνεται σὲ «ἐπώνυμον τοῦ Χριστοῦ Πολιτείαν». Διαμορφώνεται συνάμα μία νέα συνείδηση καὶ νέα πολιτειακὴ ἰδεολογία. Εἶναι ἡ νέα αὐτοκρατορικὴ ἰδέα γιὰ τὴν προοδευτικὴ ἐνσωμάτωση ὅλων τῶν Λαῶν τῆς Οἰκουμένης στὴν χριστιανικὴ Πίστη. Τὰ στηρίγματα τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης εἶναι: ἡ ρωμαϊκὴ Οἰκουμένη καὶ νέα πολιτειακὴ ἰδεολογία, ὁΧριστιανισμὸς ὡς πατερικὴ Ὀρθοδοξία καὶ ἡ Ἑλληνικότητα (γλώσσα, πολιτισμός, παιδεία). Αὐτὸ ἐκφράζει τὸ γνωστὸ τροπάριο τῆς Ἁγίας Κασσιανῆς: «Ὑπὸ μίαν βασιλείαν ἐγκόσμιον αἱ πόλεις γεγένηνται, καὶ εἰς μίαν δεσποτείαν θεότητος τὰ ἔθνη ἐπίστευσαν».
Ἡ χριστιανικὴ πίστη εἶναι τὸ συνδετικὸ στοιχεῖο ὅλης τῆς αὐτοκρατορίας καὶ αὐτὸ ἀλλοιώνει ἡ αἵρεση, ποὺ δὲν εἶχε μόνο θεολογικό, ἀλλὰ καὶ πολιτικὸ χαρακτήρα.
Κύριο στοιχεῖο τῆς αὐτοκρατορίας εἶναι ἡ ἁρμονικὴ ἱεράρχηση τῆς ἐθνικότητας (συνείδηση τῆς καταγωγῆς) στὴν ὑπερεθνικότητα. Τὸ φυλετικὸ στοιχεῖο δὲν ἔθιγε τὴν ἑνότητα στὸ ἕνα ἐκκλησιαστικὸ σῶμα. Ἀληθινοὶ ἡγέτες, ἄλλωστε, ἦσαν οἱ Ἅγιοι καὶ τὸ ὑπέρτατο ἰδανικὸ δὲν ἦταν ἡ πολιτικὴ δύναμη ἢ ἡ κοσμικὴ σοφία, ἀλλὰ ἡ ἁγιότητα, ὡς θέωση. Γι᾽ αὐτὸ ἡ μελέτη τοῦ «Βυζαντίου»/Ρωμανίας χωρὶς γνώση τῆς θεολογίας εἶναι ἀδύνατη.
Καρδιὰ τῆς αὐτοκρατορίας ἦταν ἡ ἑλληνικότητα (γλώσσα, παιδεία, πολιτισμός). Ἀπὸ τὸν Ἰουστινιανὸ (6ος αἰ.) μέχρι τὸν Ἡράκλειο (7ος αἰ.) ἐξελληνίζεται καὶ ἡ κρατικὴ διοίκηση (Νεαρές). Ἡ Λατινικὴ γλώσσα ὑποχωρεῖ (στὴν Ἀνατολή) καὶ στὴ διγλωσσία τῆς αὐτοκρατορίας (Λατινικὰ καὶ Ἑλληνικά) τὸ βάρος πέφτει στὰ ἑλληνικά. Ἡ ὑπερεθνικὴ ἕνωση μέσα στὴν Ὀρθοδοξία ὁδηγεῖ στὸ οἰκουμενικὸ ἔθνος (“ἔθνος ἅγιον”, Α´ Πέτρ. 2, 9). τὸ «Γένος τῶν Ρωμαίων», τῶν Ὀρθοδόξων πολιτῶν τῆς αὐτοκρατορίας, μία χριστιανικὴ κοινοπολιτεία μὲ ἀπόλυτο κέντρο τὴν Ἁγία Τράπεζα τῆς Ἁγια – Σοφιᾶς. Εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ συγ–γένεια ἢ παγ–γένεια τῶν Πολιτῶν τῆς Ν. Ρώμης, Ρωμαίων, Νέο–Ρωμαίων (ἀπὸ τὴν Πόλη) καὶ ἁπλούστερα Ρωμηῶν. Ὁ Μ. Κωνσταντῖνος ἐθεμελίωσε τὴν ἔννοια τοῦ Γένους, ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων λαῶν τῆς αὐτοκρατορίας. Αὐτὴ ἡ ἑνότητα θὰ ἐπιβιώσει καὶ μετὰ τὶς δύο ἁλώσεις (φραγκικὴ τοῦ 1204 καὶ ὀθωμανικὴ τοῦ 1453). Ἡ ἑνιαία ὅμως οἰκουμενικὴ συνείδηση τῶν Ρωμηῶν (ὀρθοδόξων πολιτῶν τῆς Νέας Ρώμης) θὰ ὑπονομευθεῖ ἀπὸ τὴν φραγκικὴ προπαγάνδα γιὰ τὸν ἐκδυτικισμό τους. Ταύτιση τῆς ἐθνικότητας μὲ τὴ γλώσσα δὲν γνωρίζει ἡ Ρωμανία. Αὐτὸ ἐπιβλήθηκε ἀπὸ τοὺς δυτικοευρωπαίους τὸν 19ο ώνα. Τὸ εὐρωπαϊκὸ σκάνδαλο ὅμως δὲν ἀπουσιάζει, ποὺ ἀνατρέπει αὐτὴ τὴν νοοτροπία! Οἱ Ἑλβετοὶ μιλοῦν τρεῖς γλῶσσες, γαλλικὰ – γερμανικὰ – ἰταλικά, ἀλλὰ ἐθνικὰ εἶναι μόνο Ἑλβετοί. Τὰ ρωμαίϊκα (ἁπλὰ ἑλληνικὰ) ἦταν ἡ κοινὴ γλώσσα τῆς αὐτοκρατορίας μέχρι τὸν 19ο αἰώνα καὶ ἐξασφάλιζαν τὴν ἑνότητά της.
Μὲ τὴν κοινὴ πίστη, τὴν Ὀρθοδοξία, τὴν κοινὴ Λατρεία, τὴν κοινὴ πνευματικὴ ζωὴ καὶ τὴν κοινὴ κανονικὴ τάξη συνεχίσθηκε ἡ ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων Λαῶν τῆς αὐτοκρατορίας, χωρὶς νὰ καταργοῦνται οἱ ἐθνικὲς ταυτότητες (συνείδηση τῆς καταγωγῆς) μέσα στὴν ἐν Χριστῷ ὑπερεθνικότητα. Ὁ ἐθνικισμὸς ὡς φυλετισμός, μὲ τὸν τονισμὸ τῆς ἐθνικότητας, θὰ ἀναπτυχθεῖ μετὰ τὸ 1204 καὶ θὰ κορυφωθεῖ τὸν 19ον αἰώνα. Ἡ ἐθνικὴ (ἐθνικιστικὴ) ἰδέα θὰ καλλιεργηθεῖ ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ 18ου αἰώνα (διαφωτισμός, σχολικὴ ἐκπαίδευση). Ἔτσι θὰ προκύψουν οἱ βαλκανικοὶ ἐθνικισμοὶ μὲ ἄμεση συνέπεια τὰ ἐκκλησιαστικὰ αὐτοκέφαλα (διάλυση τῆς ρωμαίϊκης ἑνότητας), διάλυση τῆς ἐθναρχίας καὶ τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης, ποὺ συνεχιζόταν σ᾽ αὐτή. Τὸ 1872 πανορθόδοξη σύνοδος στὴν Κωνσταντινούπολη καταδικάζει τὸν «ἐθνοφυλετισμό» (τὴν εἴσοδό του στὴν Πίστη) ὡς αἵρεση.
Ἡ ἑνότητα τῆς Ρωμανίας καὶ ἡ συνέχεια τῆς οἰκουμενικῆς ρωμαίϊκη ἰδέας ἐξασφαλίζεται στὰ ὅρια τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας, ποὺ δὲν ἀκολούθησε τὶς τύχες καὶ περιπέτειες τῆς κρατικῆς δικαιοδοσίας. Ὁ ἐκκλησιαστικὸς χῶρος, ὅταν καὶ ὅπου κυριαρχεῖ τὸ πατερικὸ φρόνημα, μένει πάντα πιστὸς στὴν ἐν Χριστῷ οἰκουμενικότητα καὶ πανενότητα τῶν Ρωμαίων – Ρωμηῶν – Ὀρθοδόξων. Ὅπου ὅμως ἐπικρατεῖ τὸ κοσμικὸ φρόνημα, ἐκεῖ ὑπερισχύει ἕνας νοσηρὸς ἐθνικισμὸς (φυλετισμός).
Μὲ τὴν ἐπιβίωση τῶν ἐθναρχιῶν τῶν κατακτημένων ἐδαφῶν της ἡ Ρωμανία (αὐτοκρατορία) ζεῖ: Ἐθναρχία τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας, τῆς Ἀντιοχείας, τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου. Ἡ δικαιοδοσία αὐτῶν τῶν ἐθναρχικῶν κέντρων ἔσωσε καὶ σώζει καὶ ἐδαφικὰ – δικαιοδοσιακὰ τὴν παλαιὰ γεωγραφικὴ ἔκταση τῆς Ρωμανίας. Ἡ διάσωση δὲ καὶ συνέχεια τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν Ἁγίων καὶ τῆς πατερικότητος τοῦ φρονήματος σώζει καὶ πνευματικὰ τὴν Ρωμανία, εἰς πεῖσμα τῶν καιρῶν καὶ τῶν ὁποιωνδήποτε ἀλλαγῶν τους. Αὐτὸ διεκήρυσσε σθεναρὰ ὁ μακαριστὸς π. Ἰωάννης Ρωμανίδης. Καὶ εἶχε δίκιο!
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ
Ορθόδοξος Τύπος, 24/05/2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου