Ταπεινώθητε ενώπιον
του Κυρίου,
και υψώσει υμάς"
(Ίάκ., 4, 10)
1. Εισαγωγή: ή προσευχή ως ταπείνωση και αγώνισμα
Στην πορεία του ορθοδόξου
χριστιανού προς τούς ουρανούς αναμφισβήτητο όπλο αποτελεί ή προσευχή, ή οποία
όμως συνοδεύεται από ένα πλήθος ερωτηματικών. Τί είναι προσευχή, πώς πρέπει να
προσεύχεται κανείς, γιατί είναι αναγκαία στη ζωή μας, γιατί θεωρείται ή
προσευχή αγώνισμα, γιατί χωρίς την προσευχή δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε το
Θεό; Εύλογα ερωτήματα ανθρώπων πού αγωνίζονται στη ζωή τους. Οι απαντήσεις δεν
είναι εύκολες. Γιατί και ή προσευχή δεν είναι εύκολη, αλλά αγώνισμα πού απαιτεί
πάθος, θείο πόθο, δυναμισμό, εσωτερική συγκέντρωση, γνώσι του τί και γιατί το
πράττουμε και κυρίως ή προσευχή θέλει αυταπάρνηση, θυσία, πίστη (εμπιστοσύνη)
προς το Θεό.
"Εγγίζει μοι ό λαός
ούτος τω στόματι αυτών και τοις χείλεσί με τιμά, ή δε καρδία αυτών πόρρω απέχει
απ' εμού". (Ματθ. ΙΕ', 8) Συγκλονιστικά τα λόγια του Χριστού μας. Με τα λόγια
και τις φιλοσοφίες όλοι δηλώνουν ότι βρίσκονται κοντά στο Χριστό. Και είναι ό
εύκολος δρόμος. Ό οποιοσδήποτε μπορεί θεωρητικά να δηλώνει ό,τι θέλει. Ό
αλάνθαστος είναι, όμως, μόνο ό οδοδείκτης της καρδιάς μας. Με την καρδιά μας θα
πούμε στο Χριστό πώς τον αγαπάμε, πώς θέλουμε να βρισκόμαστε κάθε ώρα και κάθε
λεπτό δίπλα του, πώς χωρίς αυτόν ή ζωή είναι ανούσια, πώς ή χαρά μας βρίσκεται
κρυμμένη στην αγκαλιά του, πώς είμαστε "σκύβαλα" χωρίς τη Χάρη του.
Και αυτήν την Χάρη την διεκδικούμε με πάθος καταρχήν με την προσευχή, που είναι
ή ανάβαση του νου προς το Θεό, όπως ρητά αναφέρει ό Εύάγριος.
Τί είναι προσευχή; Είναι
επικοινωνία, αλλά κυρίως ή φυσική σχέση που συνδέει τον άνθρωπο με το Θεό.
Είναι ή συναναστροφή των προσώπων, είναι ή μέθεξη στην τελειότητα, είναι ή
αληθινή χαρά, είναι ό γλυκασμός της ψυχής που επανέρχεται στην προτέρα φυσική
κατάσταση της αναμαρτησίας, έστω και για δέκατα του δευτερολέπτου του γήινου
χρόνου. "Όπως το σώμα μας, όταν δε ζωοποιείται από την ψυχή, είναι νεκρό,
έτσι και ή ψυχή, όταν δεν επικοινωνεί διά της προσευχής με το Θεό, είναι
νεκρή" θα μάς πει ό ιερός Χρυσόστομος. Ώστε ή προσευχή είναι δίοδος ζωής,
πέρασμα στην όντως ζωή, άρα είναι πνευματικό οξυγόνο που τόσο έχει ανάγκη ό
άνθρωπος στις εποχές ζόφου που διάγει ή ανθρωπότητα.
Ό γέροντας Σωφρόνιος
Σαχάρωφ συνήθιζε να λέγει πώς ή προσευχή είναι ατελεύτητη, συνεχής δημιουργία,
ανώτερη από κάθε άλλη επιστήμη και τέχνη. Αυτό το μαρτυρά ή αγιοπατερική
εμπειρία με τα χιλιάδες περιστατικά πού δηλώνουν τη σημασία και την αξία της
προσευχής.
Σε μία μικρή συνάθροιση
λαϊκών με το γέροντα Αρσένιο το Σπηλαιώτη, ένας ευλαβής νέος του είπε:
- Παππού, σε παρακαλώ να
εύχεσαι και για μένα.
- Πώς σε λένε;
- με λένε Ανδρέα.
- Εγώ θα εύχομαι για τον
Ανδρέα, αλλά για να πιάσει ή δική μου προσευχή πρέπει να ενδιαφέρεται και να
εύχεται και ό Ανδρέας για τον εαυτό του. Ό Άγιος Αντώνιος λέγει: "ούτε εγώ
σε ελεώ ούτε ό Θεός σε ελεεί, αν δεν ελεήσεις εσύ πρώτα τον εαυτό σου".
- Δηλαδή γέροντα;
- Μά δεν το
καταλαβαίνεις; Καλά· τότε να σού πω κάτι που συνέβη εδώ επί των ημερών μου.
Πέρασε ένας προσκυνητής
από την έρημο ψάχνοντας άγιους, όπως κι εσύ τώρα, για να του κάνουν προσευχή.
Βρίσκει έναν ασκητή και του λέγει: "Σε παρακαλώ, γέροντα, προσευχήσου για
μένα· έχω σοβαρά προβλήματα". Ό ασκητής τον λυπήθηκε και κάθε βράδυ στην
αγρυπνία δώστου προσευχή για τον κοσμικό.
Μια νύχτα, ενώ
προσευχόταν, βλέπει έξω από το κελί του τον σατανά να του γελά σαρκαστικά και
να τον κοροϊδεύει. Του λέει ό μοναχός: "γιατί ρε καταραμένε μού χαλάς την
ησυχία;" και ό σατανάς, "χα, χα, χα· γελώ που αγρυπνάς άδικα για τον
δικό μου (τον Γιάννη). Κι αυτός άγρυπνά, αλλά στα στέκια τα δικά μου. Πριν λίγο
τελείωσε την αγρυπνίαν του και τώρα ροχαλίζει!".
Ή ιστορία αυτή μας
αποκαλύπτει τη βασική αρχή που διακρίνει την προσευχή. Εμείς, ό καθένας μόνος
του, καθορίζει διά μέσου της προσευχής το βαθμό επικοινωνίας με το Θεό. Κανένας
δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη μοναδική αυτή σχέση πού αποκτά νόημα ανάλογα με
τη ζέση της καρδιάς και τη θερμότητας της επικοινωνίας που φωλιάζει στην ψυχή
μας. Ό Θεός, με την πατρική του αγάπη περιμένει να κάνουμε το πρώτο βήμα. για
να μας αγκαλιάσει με τη σειρά του, να μάς χαρίσει τις πλούσιες δωρεές διαμέσου
της Χάριτος. Εμείς τον προσεγγίζουμε και του λέμε, όπως μάς παρακινεί ό γέρων
Σωφρόνιος: "Εσύ, Θεέ μου, μάς έδωσες την εντολή να αγαπάμε. Την
αποδεχόμαστε με όλη μας την καρδιά αυτήν την εντολή σου, με όλη μας την ύπαρξη.
Αλλά, δες Θεέ μου, μέσα μου δε βρίσκω τη δύναμη της αγάπης αυτής. Εσύ Είσαι ή
Αγάπη, έλα Εσύ ό ίδιος, κατασκήνωσε μέσα στην ψυχή μου και κάνε μέσα στην ψυχή
μου ό,τι εσύ επιθυμείς, γιατί οι εντολές Σου έμενα με ξεπερνούν. Αποκάμνει ό
νους μου όταν προσπαθεί να σε καταλάβει. Αδυνατεί το πνεύμα μου να διεισδύσει
στα μυστήρια της Ζωής Σου. Θέλω σε όλα να επιτελώ το Άγιο Θέλημά σου, αλλά οι
μέρες μου περνούν μεστές αντιφάσεων. Τρέμω μη σε χάσω εξαιτίας εκείνων των
πονηρών λογισμών που εμφωλεύουν στην καρδιά μου. Έλα και σώσε με, έμενα που
καταποντίζομαι, όπως έσωσες τον Πέτρο, ό όποιος, για να σε συναντήσει, τόλμησε
να βαδίσει πάνω στα κύματα της θάλασσας".
Οι Άγιοι Πατέρες
αντιμετωπίζουν, λοιπόν, την προσευχή, σαν μία κατάσταση αποδοχής της
μηδαμινότητάς μας, σαν μία μορφή αυτομεμψίας, που θα οδηγήσει σταδιακά στην
αυτοκάθαρση. Πρώτα ό άνθρωπος διά της προσευχής νεκρώνει τον εγωισμό του,
παραδέχεται ότι είναι αδύναμος, ότι χωρίς την επέμβαση του Θεού δεν μπορεί να
πετύχει κάτι στη ζωή του. Αύτη ή πάταξη του εγωισμού μάς βοηθά στο να αγγίξουμε
με τα ίδια τα πνευματικά μας χέρια το κράσπεδο του ιματίου το Θεού και αμέσως ή
ζωή μας αλλάζει. Κι όσο περισσότερο καταφέρνουμε να νικάμε διά της προσευχής
τον εαυτό μας, τόσο περισσότερο ή Χάρη του Θεού θα μάς επισκιάζει.
Όλα τούτα ακούγονται και
είναι θεωρητικά. Και δεν έχουν καμία αξία εάν δε βιωθούν. Θεωρητικά θα μείνουμε
σε ατελεύτητες θεολογίες, ακόμη και σε κούφια κηρυγματικά λόγια χωρίς νόημα και
περιεχόμενο. Ό Άγιος Νείλος ό Σιναΐτης, το λέγει ξεκάθαρα: "Αν αληθινά
προσεύχεσαι, τότε είσαι θεολόγος". Όταν ό νους, λέγει ό γέροντας Παΐσιος,
είναι στα θεία νοήματα, ζει τα γεγονότα ό άνθρωπος και έτσι αλλοιώνεται. Όταν
σκεφτόμαστε για παράδειγμα έναν Άγιο, ό νους θα πάει και λίγο παραπάνω, θα πάει
στον Ουρανό. Ή προσευχή καταργεί τα όρια του κόσμου. Ταξιδεύει τον άνθρωπο πέρα
από τον αισθητό κόσμο και πολλές φορές του δίνει τη δυνατότητα να ξεπεράσει τα
όρια της εμπειρικής γνώσης. Ή παρουσία του Χριστού και ή προσωπική μας μέθεξη
με το Θειο διαμέσου της προσευχής καταργεί το χώρο και το χρόνο.
Ό χριστιανός ορθόδοξος,
συνεπώς, γνωρίζει πώς ή προσευχή είναι Θείο Δώρο. Γι' αυτό και διαρκώς
παρακαλεί το Θεό να του το χαρίσει. Το είπαμε και πιο πάνω. Τίποτε δεν μπορούμε
να επιτύχουμε μόνοι μας. Από εμάς αρκεί ή διάθεση και ή προσπάθεια, ακόμη και ό
βιασμός της ψυχής και του σώματος ώστε να αφιερωθούμε στην προσευχή. για όλα τα
άλλα φροντίζει ό Θεός.
2. Ό σκοπός της προσευχής
Ή εισχώρηση στο
εκκλησιαστικό σώμα παπικών ή προτεσταντικών δομών σκέψης και τρόπων ζωής
δυστυχώς έχει επηρεάσει τις αντιλήψεις πολλών από εμάς και αντιλαμβανόμαστε
λανθασμένα και την προσευχή, αλλά και το στόχο αυτής. Πολλοί εξ ημών
συνηθίζουμε να προσευχόμαστε ατομικά, φλυαρώντας ακατάπαυστα, ζητώντας από το
Θεό να προφυλάξει από κάθε κακό τον εαυτό μας και μόνον αυτόν. Έτσι, αντί ή
προσευχή να αποτελεί μέσο αυτοκάθαρσης, εσωτερικής ανακαίνισης, δυστυχώς
περιορίζεται σε μία πεζή ψυχαναλυτική εμπειρία, ή οποία θα μπορούσε να υπάρξει
και δίχως την αναφορά στο Θεό, παρά μόνο στον εαυτό μας.
α) Στόχος της προσευχής
είναι ή Κοινωνία μας με το Θεό: πρόκειται για μία μυστική συνομιλία δύο
προσώπων. Ό χριστιανός, επειδή είναι το κατ' εξοχήν κοινωνικό όν, επειδή
γνωρίζει πώς ή επικοινωνία με το Θεό αποτελεί πρωταρχικό στόχο και
προτεραιότητα, διαμέσου του αγωγού της προσευχής προσπαθεί να οικειοποιηθεί τη
ζωή του όντως Όντος Θεού. Οι χαρισματούχοι της 'Εκκλησίας μάλιστα φτάνουν σε
τόσο υψηλή θεωρία που γεύονται πράγματα άφατα και άρρητα. Ό παππούς Εφραίμ ό
Κατουνακιώτης έλεγε σε κάποιον ιερομόναχο: "...σήμερα είμαι πολύ
συγκινημένος, γιατί στην προσευχή μου άκουσα ουράνιες ψαλμωδίες, που δεν μπορεί
ανθρώπινη γλώσσα να περιγράψει. Τόσο δέθηκε ή καρδιά μου και ό εσωτερικός μου
κόσμος με αυτές, που δεν έχω όρεξη να φάω. Ρώτησα τη Χάρη να μού πει ποιοί
είναι αυτοί που ψάλλουν και μού απάντησε: είναι οι θεοδοσιανές αδελφές".
(Θεοδοσιανές υμνολογίες είναι οι ακατάπαυστες δοξολογίες που προσφέρουν στο Θεό
οι ψυχές των σεσωσμένων)
β) Στόχος της προσευχής
είναι ό εσωτερικός αγιασμός: έλεγε ό γέροντας Παΐσιος "τώρα να σάς δώσω κι
εγώ μια ..."κατάρα"! Ό Θεός να πλημμυρίσει την καρδιά σας με την
καλοσύνη Του και την πολλή Του αγάπη, μέχρι που να παλαβώσετε, για να φύγει πια
ό νους σας από τη Γή και να βρίσκεται από τώρα κοντά Του, στον Ουρανό. Να
τρελαθείτε από την θεία τρέλα της Αγάπης του Θεού! να σας κάψει ό Θεός με την
αγάπη Του τις καρδιές σας!" Όταν ό άνθρωπος προσεύχεται ή Θεία Χάρη δε
μένει αμέτοχη. Βρίσκεται δίπλα στον προσευχόμενο, έτοιμη να τον κυριέψει, να
τον αγιάσει. Κι από τον εσωτερικό αγιασμό ό άνθρωπος μπορεί να μεταβάλει
ολάκερη τη δημιουργία, να την ανακαινίσει, να την γνωρίσει. Ό προσευχόμενος
άνθρωπος είναι χαριτωμένος, κοινωνικός, ευπροσήγορος, πνευματικά χαρούμενος,
ευτυχής, γιατί βαδίζει έναν δρόμο κοπιαστικό μεν αλλά βοηθητικό για την
απαλλαγή από τα πάθη.
γ) Ή προσευχή μας οδηγεί
στη Γνώση: υπάρχει ή κοσμική γνώση. Οι κανόνες της φυσικής, της χημείας, οι
μαθηματικοί νόμοι κ.ο.κ. Μπορούν να γίνουν κτήμα καθενός μας. Όμως, ή άλλη
Γνώση, των θείων πραγμάτων, ή εμπειρία του επέκεινα, αποκαλύπτεται στον άνθρωπο
με την αρωγή της προσευχής. Αύτη χαρίζει την μετάνοια, πληροφορεί για την
αλήθεια, καθαρίζει το νου, εκλεπτύνει τα αισθήματα. δεν προσφέρει αισθητικές
όμως συγκινήσεις. Ή προσευχή δεν είναι "μελό" ούτε διανοητικό
"κατασκεύασμα". Είναι τρόπος για να συλλάβει κανείς κεκρυμμένα
νοήματα ζωής.
δ) Ή προσευχή ως απαλλαγή
από την τραγωδία του αδιεξόδου: στη σύγχρονη εποχή όλο και περισσότεροι
αναφέρονται στη λέξη αδιέξοδο, είτε αυτό είναι ατομικό είτε κοινωνικό. Ή
προσευχή μπορεί να διαλύσει την ομιχλώδη αύτη κατάσταση και να βοηθήσει τον
καθένα μας να οικειοποιηθεί την αλήθεια ότι ό κόσμος μας δεν είναι ό,τι οι
φτωχές μας αισθήσεις αντιλαμβάνονται. Υπάρχει και μία άλλη πραγματικότητα, την
οποία αν δε συνειδητοποιήσουμε κινδυνεύουμε με την εξάρτηση μας από το
παράλογο. δεν είναι τραγωδία ή ύπαρξη του Τρίτου Κόσμου, ή πείνα, οι ασθένειες,
ό πόλεμος ή η χρήση πυρηνικών και χημικών όπλων; δεν είναι παραλογισμός ή
απώλεια μιας ζωής σε νεαρή ηλικία; δεν είναι παραλογισμός ό φόνος, ή
τρομοκρατία; Πού είναι ό Θεός; Που βρίσκεσαι Θεέ μου; Υπάρχεις; τις απαντήσεις
σε όλα τούτα δίδει ή προσευχή. Με αυτήν αναστηλώνονται τα συντρίμμια της ζωής,
ο άνθρωπος πείθεται για την ανεπάρκειά
του κι έτσι γεφυρώνει το ρήγμα μέσα του μεταξύ αυτού που είναι, που βλέπει και
που θα ήθελε να είναι και να βλέπει. Σιγά σιγά ό Θεός του αποκαλύπτεται κι έτσι
υπό το πρίσμα της αιωνιότητας καταλαβαίνει και τα του κόσμου τούτου.
ε) Προσευχή και θεραπεία:
όταν ό άνθρωπος βρεθεί σε αδιέξοδο, τότε συνηθίζει να στρέφει το βλέμμα του
στον ουρανό και να αναζητά την άνωθεν βοήθεια. Πρόκειται για μία
"φυσική" ενέργεια, ή οποία όμως κρύβει μέσα της ατομισμό και
απελπισία. Όταν επέλθει ή θεραπεία, τότε συνήθως ό Θεός ξεχνιέται,
"χάνεται" στην ατέλειωτη καταναλωτική μας ευμάρεια. Αυτό, όμως, δε
σημαίνει ότι ή προσευχή δεν είναι όπλο ακόμη και στις δύσκολες αυτές στιγμές. Ό
Θεός επιτρέπει τη δοκιμασία για να τον προσεγγίσει ό άνθρωπος. Ό γέροντας
Παΐσιος έλεγε πώς το φάρμακο του καρκίνου οι γιατροί το έχουν μπροστά στα μάτια
τους, αλλά ό Θεός δεν επιτρέπει να το ανακαλύψουν, επειδή λόγω της ασθένειας
αυτής γέμισε ό Παράδεισος! Ή προσευχή λοιπόν μπορεί να αποτελεί καθαρτήριο
μέσο, αρκεί ό άνθρωπος να μην περιοριστεί σε αυτήν την ώρα της δοκιμασίας.
Απλώς ή ασθένεια μπορεί να είναι ή αφορμή, προκειμένου ό άνθρωπος να
προσεγγίσει διαμέσου της προσευχής το Θεό.
3. Πώς και πότε
προσευχόμαστε
Ή απάντηση είναι απλή στη
διατύπωση, δύσκολη όμως στην εφαρμογή. Με τη Χάρη του Θεού πραγματώνεται. Από
τον άνθρωπο χρειάζεται ή βούληση και ό Θεός θα προνοήσει. Προσευχόμαστε καθ'
όλη τη διάρκεια της ζωής μας, ακόμη κι όταν κοιμόμαστε, ακόμη κι όταν
εργαζόμαστε.
Πέρασαν κάποτε από το
κελλί του Αββά Λουκίου οι λεγόμενοι ευχίται μοναχοί. Ό γέροντας τούς κράτησε
και συνομίλησε μαζί τους.
- Ποιό είναι το έργο σας
αδελφοί; τούς ρώτησε.
- Εμείς δεν ασχολούμαστε
με καμιά υλική εργασία, αποκρίθηκαν εκείνοι. Ακολουθούμε τη σύσταση του Θείου
Παύλου, αδιαλείπτως προσευχόμαστε.
- δεν τρώτε καθόλου;
- Τρώμε.
- δεν κοιμάσθε;
- Κοιμόμαστε λίγο.
- Όταν κοιμάσθε ποιός
προσεύχεται για σάς;
- Μά τότε αδελφοί μου,
είπε ό Αββάς Λούκιος, δεν κάνετε ακριβώς αυτό το οποίο λέτε. Εμείς εδώ κάνουμε
εργόχειρο για να μη ζούμε σε βάρος άλλων ανθρώπων και να πώς τηρούμε το
αδιαλείπτως προσεύχεσθε: όταν αρχίζουμε το πρωί τη δουλειά μας λέγει ό καθένας
μας: "ελέησον με, ό Θεός, κατά το μέγα έλεός σου και κατά το πλήθος των
οικτιρμών σου εξάλειψον το ανόμημά μου". δεν είναι τούτο προσευχή; Όταν με
το νου μου προσεύχομαι, τα χέρια μου πλέκουν. Από την εργασία μου αύτη κερδίζω
δεκαέξι νομίσματα. Ξοδεύω ελάχιστα για το καθημερινό μου ψωμί και τα υπόλοιπα
τα δίνω ελεημοσύνη στους φτωχούς και άρρωστους αδελφούς μου, πού δεν μπορούν να
εργαστούν. Το ίδιο κάνουν και οι άλλοι αδελφοί. Όταν λοιπόν τρώμε ή κοιμόμαστε,
οι πτωχοί προσεύχονται για μας και ή καρδιά μας πληροφορεί πώς έτσι εφαρμόζουμε
τη σύσταση του Απόστολου Παύλου.
Ή αδιάλειπτη προσευχή
συνεπώς είναι το ζητούμενο. Οι Πατέρες λέγουν πώς ή προσευχή είναι ό καθρέπτης
του χριστιανού.
Κι αυτή ή προσευχή
γίνεται:
α) με συγκέντρωση του
νοός στο Θεό
β) με πλήρη επίγνωση της
αμαρτωλότητάς μας
γ) με ταπεινότητα και
διάκριση
δ) με διάθεση συντριβής
ε) με πνεύμα αγάπης
στ) με συναίσθηση της
οικουμενικότητας του κόσμου και της αδελφοσύνης όλων των ανθρώπων
ζ) με προσπάθεια αποφυγής
των λογισμών πού ό διάβολος εμβάλλει στο νου προκειμένου να μάς αποτρέψει από
την προσευχή.
Όταν προσεύχεσαι με
ταπεινοσύνη, έχοντας βαθιά συναίσθηση της αναξιότητάς σου, γράφει ό Αββάς
Ησαΐας ό Αναχωρητής, ή προσευχή σου γίνεται αμέσως δεκτή από το Θεό. Αν, όμως,
ενώ προσεύχεσαι σού έλθει στο νου πώς ό τάδε αδελφός την ώρα αυτή κοιμάται ή ό
δείνα είναι αμελής κι αρχίζεις έτσι την κατάκριση, τότε ό κόπος σου πηγαίνει
χαμένος.
Οι άγιοι Πατέρες των
σπηλαίων, αντιμετωπίζουν την προσευχή σαν την οδό της σωτηρίας αλλά και το
κυριότερο όπλο του ανθρώπου απέναντι στις παγίδες του μισόκαλου διαβόλου. Ένας
από αυτούς έλεγε στους μαθητές του: "Αν εργάζεσαι το εργόχειρο σου και
σημάνει ή ώρα της προσευχής μην πεις στον εαυτό σου ας αποτελειώσω τη σειρά που
μού απόμεινε ή ας συμπληρώσω λίγες βελονιές και υστέρα πηγαίνω. Παραμέρισε όλα
τα άλλα καθήκοντα και δώσε το χρέος σου στο Θεό. Διαφορετικά μαθαίνεις να
θεωρείς πάρεργο την προσευχή και την Ακολουθία. Έτσι, όμως και την ψυχή στερείς
από πνευματική τροφή και το σώμα σου από υλική. Γιατί δε θα προκόψει το
εργόχειρο σου χωρίς την ευλογία του Θεού. Ή προθυμία σου στα πνευματικά και στα
σωματικά θα φανεί από το πρωί που θα ξημερώσει".
Όλα τούτα ισχύουν για
τούς μοναχούς. για τούς λαϊκούς όμως; Ισχύουν ακριβώς τα ίδια.
Δυστυχώς, σήμερα εμείς
έχουμε συνηθίσει την προσευχή να την αντιμετωπίζουμε επιδερμικά, τυπικά, χωρίς
να της προσδίδουμε την ανάλογη σημασία. 'Εκκλησιαζόμαστε τυπικά, χωρίς να
προσπαθούμε να πλησιάσουμε το Θεό. Το βήμα μας προσεγγίζει την 'Εκκλησία σαν
μια τυπική κοινωνική υποχρέωση κι ό εκκλησιασμός μετατρέπεται σε μία συνήθεια
κοσμικού πολλές φορές χαρακτήρα. Χωρίς να παραγνωρίζουμε ότι από το να μην
εκκλησιάζεται κανείς, καλύτερα να έρχεται έστω κι έτσι στην 'Εκκλησία (ποιός
από μάς θα μπορούσε να πει στον άνθρωπο αυτό κάθισε στο σπίτι σου και μην
εκκλησιάζεσαι γιατί είτε πηγαίνεις στην εκκλησία είτε όχι είναι το ίδιο...), ό
χριστιανός θα πρέπει να άντιληφθει το αυτονόητο. Ό εκκλησιασμός και ή προσευχή
είναι δώρα του Θεού προς τον άνθρωπο, είναι δικαίωμα του ανθρώπου κι όχι, όπως
πολλοί λένε, «υποχρέωση». δεν προσεύχεται και δεν εκκλησιάζεται κανείς από
υποχρέωση. Άρα, ένας πρώτος τρόπος προσευχής είναι ό εκκλησιασμός. Στην
εκκλησία ό απλός άνθρωπος γίνεται 'Εκκλησία. Με την κοινή λατρεία
αποθεραπεύεται, αγαπά, βρίσκει νόημα ζωής, χαίρεται τη συναναστροφή, αγκαλιάζει
τον άλλο κι όλοι μαζί σαν ένα σώμα αναπέμπουν ευχαριστήριους ύμνους προς το
Θεό. Τα λόγια των ακολουθιών βγάζουν τον άνθρωπο από το αδιέξοδο του τί θα πω
στο Θεό. Όλα κατά τις ιερές ακολουθίες, από το λειτουργικό μέρος, μέχρι και το
υμνολογικό, περικλείουν τα πάντα. Δοξολογία στο Θεό, ευχαριστία, προσευχή για
μάς, για το συνάνθρωπο, για τη φύση, για τούς κεκοιμημένους αδελφούς, για όλους
όσοι χειμάζονται από τις δυσκολίες της ζωής.
Άλλος τρόπος προσευχής
είναι ή ευχή προς τον Ιησού. "Κύριε 'Ιησού Χριστέ ελεήσόν με" και οι
παραλλαγές της. Είναι ή διαρκής, συνεχής επαφή με το Χριστό. Ή προσευχή αυτή
έχει στάδια πραγμάτωσης. Ξεκινά από τα χείλη, μεταφέρεται στο νου, για να
καταλήξει στην καρδιά. Ό έμπειρος πνευματικός μπορεί να καθοδηγήσει στην πορεία
αυτή το χριστιανό πού θέλει να προχωρήσει πνευματικά.
Παράλληλα, κι επειδή οι
σύγχρονες συνθήκες ζωής δεν ευνοούν την καθημερινή μας παραμονή στην 'Εκκλησία,
υπάρχει ένα πλήθος προσευχών για το χριστιανό. Πρωινές προσευχές, Παρακλήσεις
προς την Παναγία και τούς Αγίους, Απόδειπνο, Χαιρετισμοί προς την Παναγία,
ευχές περιστασιακές για κάθε στιγμή της ζωής μας· ή 'Εκκλησία έχει μεριμνήσει ώστε
ό άνθρωπος να μπορεί να ψελλίζει λίγα λόγια προσευχής από το βάθος της καρδιάς
του προς το Θεό.
Σημασία έχει ό χριστιανός
να οδηγηθεί προς την προσευχή, είτε είναι ατομική είτε πρόκειται για την κοινή
λατρεία, με την καθοδήγηση ενός έμπειρου πνευματικού, γιατί και στην προσευχή
υπάρχουν παγίδες, στις οποίες θα αναφερθούμε παρακάτω. Κλείνουμε αυτό το μεγάλο
θέμα με την εξής αφήγηση γέροντα πού δείχνει και την ποιότητα της προσευχής
προς το Θεό.
Ή προσευχή πρέπει να
γίνεται πρώτον με διάθεση ειρηνική, ύστερα με ησυχία και κοσμιότητα. Όταν
κανείς προσεύχεται με άλλους στην εκκλησία πρέπει να αποφεύγει τις
εξωτερικεύσεως της ευλάβειάς του και τις δυνατές φωνές πού φέρνουν σε σύγχυση
τον ίδιο και τούς άλλους.
Ή προσευχή πρέπει να
γίνεται με εσωτερικό πόνο της καρδιάς και με ήρεμο νου, αφοσιωμένο στο Θεό.
Υπάρχουν άνθρωποι πού
πάσχουν από σωματικές αρρώστιες κι ενώ χειρουργούνται ή καυτηριάζονται από το
γιατρό υποφέρουν καρτερικά τον πόνο, χωρίς φωνές και φασαρία, σιωπηλά και
υπομονετικά. Άλλοι πάλι ανυπόμονοι χαλούν τον κόσμο από τις φωνές όταν τούς
κάνουν θεραπεία. Μήπως έτσι αποφεύγουν τον πόνο; Μάλλον τον αυξάνουν.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει
και με την προσευχή. Οι πνευματικότεροι άνθρωποι προσεύχονται αθόρυβα, με
στεναγμούς αλαλήτους. Έτσι, διατηρούν την ψυχική τους γαλήνη. Οι άλλοι δε
συγκρατούν τον εαυτό τους. Προσεύχονται μεγαλοφώνως, με εκδηλώσεις εξωτερικές,
πού συχνά σκανδαλίζουν τούς άλλους. Ό πραγματικός χριστιανός πρέπει να
αποφεύγει την ακαταστασία και τα εξωτερικά σχήματα. Να προτιμά την τάξη, την ησυχία
και την ταπείνωση. Αυτό ζητά και ό Θεός με το στόμα του Προφήτου, πού λέγει:
"επί τίνα επιβλέψω, άλλ' ή επί τον ταπεινόν και ησύχιον, τον τρέμοντά μου
τούς λόγους";
Όσοι χριστιανοί διάλεξαν
αυτόν το δρόμο, έγιναν παράδειγμα και φώς για πολλούς άλλους.
Εισαγωγή κειμένων από το
Βιβλίο :
ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΛΑΙΚΩΝ
Πρωτ. Κωνσταντίνος
Ακριβόπουλος
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου